. Ἐκεῖνο ποὺ γίνεται φθαρτὸ καὶ
ὑπόκειται στὸν θάνατο μὲ τὴν ἁμαρτία εἶναι τὸ σῶμα. Μόνο τὸ σῶμα μπορεῖ
νὰ ἀποσυντεθεῖ. Κι ὅμως δὲν εἶναι τὸ σῶμα ποὺ πεθαίνει, ἀλλὰ ὁλόκληρος ὁ
ἄνθρωπος. Γιατί ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ὀργανικὰ ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή. Οὔτε
ἡ ψυχὴ μόνη της οὔτε τὸ σῶμα μόνο του ἀντιπροσωπεύουν τὸν ἄνθρωπο.Ἕνα
σῶμα χωρὶς ψυχή δὲν εἶναι παρὰ ἕνα πτῶμα, καὶ μία ψυχὴ χωρὶς σῶμα εἶναι
ἕνα πνεῦμα. (…)
. Ὅσο ἀκατανόητη κι ἂν εἶναι πράγματι ἡ ἕνωση τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ
σώματος, ἡ ἄμεση συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου μαρτυρεῖ τὴν ὀργανικὴ ὁλότητα
τῆς ψυχο-σωματικῆς του δομῆς. Ὁ θάνατος καὶ ἡ φθορὰ τοῦ σώματος εἶναι
ἕνα εἶδος ἀμαυρώσεως τῆς «εἰκόνας τοῦ Θεοῦ» στὸν ἄνθρωπο. (…)
. Aὐτὸς εἶναι ὁ γρίφος καὶ τὸ μυστήριο τοῦ θανάτου.
«Ὁ θάνατος εἶναι ὄντως μυστήριο: γιατί ἡ ψυχὴ χωρίζεται βιαίως ἀπὸ τὸ
σῶμα, ἀποχωρίζεται, μὲ τὴν θεία βουλή, ἀπὸ τὴν φυσικὴ σύνδεση καὶ
σύνθεση… Ὤ τοῦ θαύματος! Πῶς παραδοθήκαμε στὴν φθορὰ καὶ συζευχθήκαμε μὲ τὸν θάνατο;
Στὸν φόβο τοῦ θανάτου, ποὺ συχνὰ εἶναι τόσο μηδαμινὸς καὶ ἀδύνατος,
ἀποκαλύπτεται ἕνας βαθὺς μεταφυσικὸς πανικός, ὄχι μόνο μία ἐφάμαρτη
προσκόλληση στὴ γήινη σάρκα. Στὸν φόβο τοῦ θανάτου φανερώνεται τὸ πάθος
γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὁλότητα. (…) Καὶ
κατὰ τὸν θάνατο αὐτὴ ἡ μιὰ ἀνθρώπινη ὑπόσταση διαλύεται. Γι᾽ αὐτὸ
δικαιολογεῖται ὁ θρῆνος καὶ ὁ κλαυθμός. Ὁ τρόμος τοῦ θανάτου
ἀντιμετωπίζεται μόνο μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς.
. Ἐν τούτοις, ὁ
θάνατος δὲν εἶναι μόνο ἡ αὐτο-ἀποκάλυψη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ἴδιος ὁ θάνατος
εἶναι, τρόπον τινά, ἤδη ἡ προσδοκία τῆς ἀναστάσεως. Μὲ τὸν θάνατο δὲν
τιμωρεῖ μόνο ἀλλὰ καὶ θεραπεύει τὴν πεσμένη καὶ συντετριμμένη ἀνθρώπινη
φύση. Καὶ τοῦτο ὄχι ἁπλῶς μὲ τὴν ἔννοια ὅτι συντομεύει μὲ τὸν θάνατο τὴν
ἁμαρτωλὴ ζωὴ καὶ ἔτσι προλαβαίνει τὴν διάδοση τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ
κακοῦ. Ὁ Θεὸς μετατρέπει τὴν ἴδια τὴν
θνητότητα τοῦ ἀνθρώπου σ᾽ ἕνα μέσο θεραπείας. Στὸν θάνατο ἡ ἀνθρώπινη
φύση ἀποκαθαίρεται, προ-ἀνασταίνεται τρόπον τινά.
. Στὸν θάνατο
ὁ ἄνθρωπος γίνεται κομμάτια, ὅπως ἕνα πήλινο δοχεῖο, καὶ τὸ σῶμα του
ἀποσυντίθεται καὶ πάλι μέσα στὴν γῆ, οὕτως ὥστε αὐτός, καθαρισμένος ἀπὸ
τὸν ρύπο ποὺ προσκολλήθηκε ἐπάνω του, νὰ μπορέσει νὰ ἀποκατασταθεῖ στὴν
κανονική του μορφή, διὰ μέσου τῆς ἀναστάσεως. Κατὰ συνέπεια ὁ θάνατος
δὲν εἶναι ἕνα κακό, ἀλλὰ μία εὐεργεσία. Ὁ θάνατος εἶναι ὁ καρπὸς τῆς
ἁμαρτίας, ὅμως ταυτόχρονα εἶναι καὶ μία θεραπευτικὴ μέθοδος, ἕνα
φάρμακο, ἕνα εἶδος ἀποκαταστάσεως. (…) Ὁ θάνατος ἐνέχει μέσα του μιὰ
δυνατότητα ἀναστάσεως, ἡ ὁποία ἔγινε πραγματικότητα μόνο ἐν Xριστῷ, ποὺ
εἶναι «ἡ ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων» (A´ Kορ. ιε´, 20). (…)
. Ἡ λύτρωση πάνω ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ τὴν φθορά, ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ «δουλεία τῆς φθορᾶς»
(Ρωμ. η´, 21), ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἀρχικῆς ὁλότητας καὶ σταθερότητας τῆς
ἀνθρώπινης φύσεως. Ἡ ὁλοκλήρωση τῆς λυτρώσεως εἶναι «ἐν τῇ ἀναστάσει». Ἡ
λύτρωση θὰ ὁλοκληρωθεῖ στὴ γενικὴ ἀνάσταση ὁπότε «ἔσχατος ἐχθρὸς
καταργεῖται, ὁ θάνατος» (A´ Κορ. ιε´, 26). Ἀλλὰ ἡ ἀποκατάσταση τῆς
ἑνότητας μέσα στὴν ἀνθρώπινη φύση εἶναι δυνατὴ μόνο ὕστερα ἀπὸ μία
ἀποκατάσταση τῆς ἑνώσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ἡ ἀνάσταση εἶναι
δυνατὴ μόνο ἐν τῷ Θεῷ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ζωή. (…)
. Κατὰ τὸν ἅγ. Ἀθανάσιο, ὁ λόγος ἔγινε σάρκα, γιὰ νὰ καταργήσει τὴ φθορὰ μέσα στὴν ἀνθρώπινη φύση. Ἐν τούτοις, ὁ θάνατος νικήθηκε, ὄχι μὲ τὴν ἐμφάνιση τῆς Ζωῆς μέσα στὸ θνητὸ σῶμα, ἀλλὰ μᾶλλον μὲ τὸν ἑκούσιο θάνατο τῆς Σαρκωμένης Ζωῆς.
Ὁ λόγος σαρκώθηκε γιὰ νὰ πεθάνει, τονίζει μὲ ἔμφαση ὁ ἅγ. Ἀθανάσιος.
«Γιὰ νὰ δεχθεῖ τὸν θάνατο. Aὐτὸς εἶχε ἕνα σῶμα», καὶ μόνο μὲ τὸν θάνατό
Του ἦταν δυνατὴ ἡ ἀνάσταση.
. Ὁ ἔσχατος λόγος γιὰ τὸν θάνατο τοῦ
Χριστοῦ πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ στὴ θνητότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστὸς
θανατώθηκε, ἀλλὰ πέρασε ἀνάμεσα ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ νίκησε τὴν θνητότητα
καὶ τὴν φθορά. Προκάλεσε τὸν ἴδιο τὸν θάνατο. Μὲ τὸν θάνατό Του καταργεῖ
τὴν δύναμη τοῦ θανάτου. «Τὸ βασίλειο τοῦ θανάτου καταργεῖται μὲ
τὸν θάνατό Σου, Δυνατέ». Καὶ ὁ τάφος γίνεται ἡ ζωοδότρια «πηγὴ τῆς
ἀναστάσεώς μας». Κάθε τάφος γίνεται μᾶλλον ἕνα «κρεββάτι ἐλπίδας» γιὰ
τοὺς πιστούς. (…)
. Ἡ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἅδη εἶναι ἡ φανέρωση τῆς Ζωῆς ἀνάμεσα
στὴν ἀπελπιστικὴ κατάσταση τοῦ θανάτου, εἶναι νίκη κατὰ τοῦ θανάτου.
(…) Ὁ Κύριος κατέβηκε στὸν Ἅδη γιὰ νὰ κηρύξει τὸ εὐαγγέλιο. Ἡ κάθοδος
στὸν Ἅδη εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ «ὅλου Ἀδάμ». Ἐνῶ «ὁ Ἅδης στενάζει κάτω»
καὶ «θλίβεται», ὁ Χριστὸς μὲ τὴν κάθοδό Του «συντρίβει τὰ αἰώνια δεσμά»
καὶ ἀνασταίνει ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Καταστρέφει τὸν ἴδιο τὸν
θάνατο, «ἡ κυριαρχία τοῦ θανάτου καταλύεται καὶ ἡ δύναμη τοῦ Σατανᾶ
καταστρέφεται». (…) Ἔτσι ὁ ἴδιος ὁ θάνατος μεταβάλλεται σὲ Ἀνάσταση.
. Στὸν θάνατο τοῦ Σωτῆρος φανερώθηκε ἡ ἀδυναμία τοῦ θανάτου ἐπάνω Του. Ὡς τέλειος ἄνθρωπος ὁ Κύριός μας ἦταν θνητός. Ὁ Κύριος σταυρώθηκε καὶ πέθανε. Ὅμως ὁ θάνατος δὲν Τὸν κράτησε. (…)
. Ἡ ἴδια ἡ κάθοδός Του στὸν Ἅδη, στὸ βασίλειο τοῦ θανάτου, εἶναι ἡ
παντοδύναμη φανέρωση τῆς Ζωῆς. Μὲ τὴν κάθοδο στὸν Ἅδη Ἐκεῖνος δίνει ζωὴ
στὸν ἴδιο τὸν θάνατο. Μὲ τὴν Ἀνάσταση ἀποδεικνύεται τὸ ἀνίσχυρο τοῦ
θανάτου. Ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ, χωρισμένη κατὰ τὸν θάνατο, γεμάτη μὲ θεϊκὴ
δύναμη, ἑνώνεται πάλι μὲ τὸ σῶμα της, ποὺ παρέμεινε ἀδιάφθορο σ᾽ ὅλο τὸ
χωρισμὸ τοῦ θανάτου, κατὰ τὸν ὁποῖο δὲν ἔπαθε καμιὰ φυσικὴ ἀποσύνθεση.
(…)
. Ὁ Κύριος πέθανε ἀληθινὰ καὶ πραγματικά. Ἀλλὰ στὸν θάνατό Του
φάνηκε σὲ μέγιστο βαθμὸ ἡ «δύναμις τῆς ἀναστάσεως», ἡ ὁποία εἶναι
λανθάνουσα ἀλλὰ ἐγγενὴς σὲ κάθε θάνατο. Στὸν θάνατό Του ἡ ὑπέροχη
παρομοίωση τοῦ κόκκου τοῦ σίτου μπορεῖ πλήρως νὰ ἐφαρμοσθεῖ (Ἰωάν. ιβ´,
24). Καὶ στὸν θάνατό Του φανερώνεται ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. «Καὶ ἐδόξασα καὶ
πάλιν δοξάσω» (στ. 38).(…)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου