Δευτέρα 6 Νοεμβρίου 2017

Εγκώμια Επιτάφιου Θρήνου Μεγάλης Παρασκευής


Ὁ Ἐπιτάφιος Θρῆνος εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν

ΤΑ ΕΓΚΩΜΙΑ Ἀπολυτίκια. Ἦχος β’.
Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ,
ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελών,
τὸ ἄχραντόν σου Σῶμα,
σινδόνι καθαρᾷ εἱλήσας καὶ ἀρώμασιν,
ἐν μνήματι καινῷ κηδεύσας ἀπέθετο.
Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι.
Ὅτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον,
ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος,
τότε τὸν ᾅδην ἐνέκρωσας,
τῇ ἀστραπῇ τῆς Θεότητος·
ὅτε δὲ καὶ τοὺς τεθνεῶτας
ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας,
πᾶσαι αἱ Δυνάμεις τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον·
Ζωοδότα Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
δόξα σοι.
Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ταῖς μυροφόροις γυναιξί,
παρὰ τὸ μνῆμα ἐπιστάς,
ὁ Ἄγγελος ἐβόα·
Τὰ μύρα τοῖς θνητοῖς ὑπάρχει ἁρμόδια,
Χριστὸς δὲ διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος.
ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ Ἦχος πλ. α’.
Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ,
κατετέθης Χριστέ,
καὶ Ἀγγέλων στρατιαὶ ἐξεπλήττοντο
συγκατάβασιν δοξάζουσαι τὴν σήν.
Ἡ ζωὴ πῶς θνῄσκεις;
πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς;
τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ,
καὶ τοῦ ᾅδου τοὺς νεκροὺς ἐξανιστᾶς.
Μεγαλύνομέν σε,
Ἰησοῦ Βασιλεῦ,
καὶ τιμῶμεν τὴν Ταφὴν καὶ τὰ Πάθη σου,
δι' ὧν ἔσωσας ἡμᾶς ἐκ τῆς φθορᾶς.
Μέτρα γῆς ὁ στήσας,
ἐν σμικρῷ κατοικεῖς,
Ἰησοῦ παμβασιλεῦ τάφῳ σήμερον,
ἐκ μνημάτων τοὺς θανόντας ἀνιστῶν.
Ἰησοῦ Χριστέ μου,
Βασιλεῦ τοῦ παντός,
τί ζητῶν τοῖς ἐν τῷ ᾅδῃ ἐλήλυθας;
ἢ τὸ γένος ἀπολῦσαι τῶν βροτῶν.
Ὁ Δεσπότης πάντων,
καθορᾶται νεκρός,

Ἡ θέωσις δυνατὴ διὰ τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ - ΚΑΨΑΝΗΣ


Στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση, ἐπειδὴ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἄκτιστος. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο οὐσία, ὅπως νομίζουν οἱ Δυτικοί, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἐνέργεια. Ἐὰν ὁ Θεὸς ἦταν μόνο οὐσία, δὲν θὰ μπορούσαμε νὰ ἑνωθοῦμε, νὰ κοινωνήσουμε μαζί Του, διότι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι φοβερὴ καὶ ἀπρόσιτη στὸν ἄνθρωπο, κατὰ τὸ «οὐ γὰρ μὴ ἰδῆ ἄνθρωπος τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται» (Ἐξ. λγ´, 20).
Ἂς ἀναφέρουμε ἕνα κάπως σχετικὸ παράδειγμα ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα. Ἂν πιάσουμε ἕνα ἡλεκτρικὸ καλώδιο γυμνό, θὰ πεθάνουμε. Ὅταν ὅμως ἑνώσουμε μία λάμπα στὸ καλώδιο, φωτιζόμαστε. Τὴν ἐνέργεια τοῦ ἡλεκτρικοῦ ρεύματος τὴν βλέπουμε, τὴν χαιρόμαστε, μᾶς βοηθεῖ. Τὴν οὐσία του δὲν μποροῦμε νὰ τὴν πιάσουμε. Κάτι παρόμοιο, ἂς μᾶς ἐπιτραπεῖ νὰ ποῦμε, συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἄκτιστο ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Ἐὰν θὰ μπορούσαμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, θὰ γινόμασταν καὶ ἐμεῖς κατ᾿ οὐσίαν θεοί. Δηλαδή, ὅλα θὰ γινόντουσαν θεοί, θὰ ὑπῆρχε μία σύγχυσις, καὶ τίποτε δὲν θὰ ἦταν οὐσιαστικὰ θεός. Ὅτι πιστεύουν μὲ λίγα λόγια στὶς ἀνατολικὲς θρησκεῖες, π.χ. στὸν Ἰνδουισμό, ὅπου ὁ θεὸς δὲν εἶναι προσωπικὴ ὕπαρξις, ἀλλὰ συγκεχυμένη δύναμις σκορπισμένη σ᾿ ὅλον τὸν κόσμο, καὶ στοὺς ἀνθρώπους καὶ στὰ ζῶα καὶ στὰ πράγματα (Πανθεϊσμός).

Ἀποτυχία πολλῶν ἀνθρώπων νὰ φθάσουν στὴν θέωσι


Ἐνῶ λοιπὸν ἔχουμε κληθεῖ γιὰ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό, νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ νὰ γίνουμε θεοὶ κατὰ Χάριν καὶ νὰ ἀπολαύσουμε αὐτὴ τὴν μεγάλη εὐλογία, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ἔπλασε ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργός μας, ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ζοῦμε σὰν νὰ μὴ ὑπάρχει αὐτὸ ὁ μεγάλος, ὁ ὑψηλὸς στόχος. Κι ἔτσι γεμίζει ἀποτυχία ἡ ζωή μας.
Ὁ ἅγιος Θεός μας ἔπλασε γιὰ τὴν θέωση. Ἂν λοιπὸν δὲν θεωθοῦμε, ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι ἀποτυχία.
Ἂς ἀναφέρουμε μερικὲς αἰτίες γι᾿ αὐτό.
α) Ἡ προσήλωσις στὶς βιοτικὲς μέριμνες
Μπορεῖ νὰ κάνουμε καλὰ καὶ ὡραῖα πράγματα. Σπουδές, ἐπάγγελμα, οἰκογένεια, περιουσίες, φιλανθρωπίες. Ὅταν βλέπουμε καὶ χρησιμοποιοῦμε τὸν κόσμο εὐχαριστισιακὰ ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ, τότε ὅλα συνδέονται μαζί Του καὶ γίνονται δρόμοι ἑνώσεως μὲ τὸν ἅγιο Θεό. Ἂν δὲν ἑνωθοῦμε ὡστόσο μὲ τὸν Θεό, ἀποτύχαμε, ὅλα εἶναι ἄχρηστα.
Συνήθως οἱ ἄνθρωποι ἀποτυγχάνουν, διότι παρασύρονται ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δευτερεύοντες σκοποὺς στὴ ζωή τους. Δὲν βάζουν ὡς πρῶτο καὶ κύριο στὴν ζωή τους τὴν θέωση. Ἀπορροφοῦνται ἀπὸ τὰ ὡραῖα τοῦ κόσμου τούτου καὶ χάνουν τὰ αἰώνια. Δίδονται ὁλοκληρωτικὰ στὰ δευτερεύοντα καὶ ξεχνοῦν τὸ «ἓν οὗ ἐστι χρεία» (βλ. Λουκ. ι´ 42).
Ὑπάρχει σήμερα ἰδίως μία διαρκῆς ἀπασχόλησις, συνεχεῖς δραστηριότητες, - ἴσως εἶναι καὶ τέχνασμα τοῦ διαβόλου γιὰ νὰ πλανᾶ καὶ τοὺς ἐκλεκτούς - ἕνεκα τῶν ὁποίων παραμελοῦμε τὴν σωτηρία μας. Π.χ. τώρα ἔχουμε σπουδές, μελέτες, διάβασμα, δὲν εὐκαιροῦμε νὰ προσευχόμαστε, νὰ ἐκκλησιαζόμαστε, νὰ ἐξομολογούμαστε, νὰ κοινωνοῦμε. Αὔριο θὰ ἔχουμε συνέδρια, συμβούλια, κοινωνικὲς καὶ προσωπικὲς εὐθύνες, πῶς νὰ βροῦμε χρόνο γιὰ τὸν Θεό! Μεθαύριο γάμο, οἰκογενειακὲς μέριμνες, ἀδύνατο νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὰ πνευματικά. Συνεχῶς ἐπαναλαμβάνουμε καὶ ἐμεῖς στὸν Χριστό: «οὐ δύναμαι ἐλθεῖν... Ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρητημένον» (βλ. Λουκ. ιδ´ 19-20).
Κι ἔτσι χάνουν καὶ τὴν ἀξία τους ὅλα αὐτὰ τὰ ὡραῖα καὶ νόμιμα. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν πραγματική, οὐσιαστικὴ ἀξία, ὅταν γίνονται μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ, ὅταν δηλαδὴ προσπαθοῦμε νὰ τὰ κάνουμε ὅλα πρὸς δόξαν Θεοῦ. Ἀλλὰ καὶ ὅταν δὲν παύουμε νὰ νοσταλγοῦμε, νὰ ἐπιδιώκουμε αὐτὸ ποὺ εἶναι πέρα ἀπὸ τὶς σπουδές, πέρα ἀπὸ τὸ ἐπάγγελμα, πέρα ἀπὸ τὴν οἰκογένεια, πέρα ἀπὸ τὶς ὅποιες καλὲς καὶ ἱερὲς εὐθύνες καὶ δραστηριότητες: νὰ ποθοῦμε τὴν θέωση. Τότε βρίσκουν κι ὅλα αὐτὰ τὸ πραγματικό τους νόημα καὶ τὴν αἰώνιο προοπτική τους καὶ μᾶς ὠφελοῦν.
Εἶπε ὁ Κύριος: «Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. στ´ 33). Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέωσις, τὸ νὰ λάβουμε τὴν Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὅταν ἔλθει ἡ θεία Χάρις καὶ βασιλεύσει μέσα στὸν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος βασιλεύεται ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ διὰ τῶν θεωμένων ἀνθρώπων ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ στὴν κοινωνία. Ἀλλὰ κι ὅπως διδάσκουν οἱ Πατέρες, στὴν Κυριακὴ Προσευχὴ τὸ «ἐλθέτω ἡ βασιλεία» σημαίνει «ἐλθέτω ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», ποὺ ὅταν ἔλθει θεώνει τὸν ἄνθρωπο.

Συνέπειες τῆς ἀγωγῆς τῆς θεώσεως


Ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας μὲ τὴν θεία Λατρεία, τὴν Πατερικὴ θεολογία, τὸν Μοναχισμό, εἶναι ἀγωγὴ θεώσεως, ἀγωγὴ θεανθρωποκεντρική, μὲ κέντρο τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.
Αὐτὴ δίδει μεγάλη χαρὰ στὴν ζωή μας, ὅταν γνωρίζουμε τί μεγάλο προορισμὸ ἔχουμε, τί μακαριότης μᾶς ἀναμένει.
Γλυκαίνει τὸν πόνο σὲ κάθε δοκιμασία καὶ στεναχώρια τῆς ζωῆς μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς θεώσεως.
Ὅταν ἀγωνιζόμαστε μὲ προοπτικὴ τὴν θέωση, ἀλλάζει πρὸς τὸ καλύτερο καὶ στάση μας ἔναντι τῶν συνανθρώπων μας. Ὅταν δηλαδὴ βλέπουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο ὡς ὑποψήφιους θεούς. Πόσο βαθαίνει καὶ οὐσιαστικοποιεῖται τότε καὶ ἡ ἀγωγὴ ποὺ δίδουμε στὰ παιδιά μας! Πόσο θεάρεστα, ἀγαποῦν τότε καὶ σέβονται ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα τὰ παιδιά τους, αἰσθανόμενοι τὴν εὐθύνη καὶ ἱερὴ ἀποστολὴ ποὺ ἔχουν ἀπέναντί τους, νὰ τὰ βοηθήσουν νὰ πετύχουν τὴν θέωση, τὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖο μὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ τὰ ἔφεραν στὸν κόσμο! Καὶ φυσικὰ πῶς θὰ τὰ βοηθήσουν, ἂν οἱ ἴδιοι δὲν κατευθύνονται πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπό, τὴν θέωση; Ἀλλὰ καὶ πόση ἐκτίμηση θὰ ἔχουμε στὸν ἑαυτό μας, χωρὶς ἐγωισμὸ καὶ ὑπερηφάνεια ἀντίθεη, ὅταν συναισθανόμαστε ὅτι εἴμαστε πλασμένοι γι᾿ αὐτὸν τὸν μεγάλο σκοπό!
Λέγουν μάλιστα οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἔτσι, ξεπερνώντας τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ φιλοσοφία τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τῆς φιλαυτίας μας, γινόμαστε πραγματικὰ πρόσωπα, ἀληθινοὶ ἄνθρωποι. Συναντοῦμε τὸν Θεὸ μὲ σεβασμὸ καὶ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ τὸν συνάνθρωπο μὲ ἐκτίμηση κι ἀληθινὴ ἀξιοπρέπεια, βλέποντάς τον ὄχι ὡς σκεῦος ἡδονῆς καὶ ἐκμεταλλεύσεως ἀλλὰ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ προορισμένο γιὰ τὴν θέωση.

Μεθ` ἡμῶν ὁ Θεός - Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου ΙΜ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους


Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου
Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Τά ἐφετινά Χριστούγεννα μᾶς εὑρίσκουν σέ κατάστασι κρίσιμη. Ἡ οἰκονομική δυσπραγία καί ἡ πτωχεία πού συνεπάγεται γιά πολλούς συμπατριώτας μας εἶναι αἰτία τῆς λύπης καί τῆς ἀνησυχίας πολλῶν. Ἡ ἀπειλή ἐπίσης τοῦ ἠλεκτρονικοῦ φακελλώματος, τό ὁποῖο περιορίζει τήν θεόσδοτη ἐλευθερία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ἀποτελεῖ ἐπίσης ἀφορμή βαθυτάτης ἀνησυχίας γιά πολλούς ἀδελφούς. Γι' αὐτούς τούς λόγους καί γιά πολλούς ἄλλους, ὅπως ἡ γκετοποίησις πρώην ἀκμαζουσῶν συνοικιῶν τῶν μεγαλουπόλεών μας, δημιουργοῦν μέσα μας καί γύρω μας μία καταθλιπτική ἀτμόσφαιρα.
Θά ἠχήσουν καί πάλιν οἱ καμπάνες τῶν Χριστουγέννων, γιά νά διαλαλήσουν ὅτι ὁ Θεός γίνεται ἄνθρωπος: «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰωάν. α΄ 14).
Ὁ ἐν σπηλαίῳ γεννηθείς Κύριος μᾶς ἀπεκάλυψε, ὅτι ὁ Θεός μας δέν εἶναι ὁ ψυχρός θεός τῶν φιλοσόφων οὔτε ὁ ἀπρόσιτος θεός τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά εἶναι ὁ «Ἐμμανουήλ», δηλαδή «μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός» (Ματθ. α΄ 23).
Ἔτσι καί τώρα μέσα στό σκότος πού μᾶς περιβάλλει μποροῦμε νά δοῦμε Φῶς, νά ἐλπίσουμε, νά χαροῦμε.
Ὁ Ἐμμανουήλ εἶναι μαζί μας, γιά νά μᾶς παρηγορῇ, ὅτι ἔχουμε ὄχι μόνο Παντοδύναμο ἀλλά καί φιλόστοργο Πατέρα, ὁ ὁποῖος δέν θά μᾶς ἀφήσῃ μόνους καί ἀβοηθήτους στίς δυσκολίες μας. Ἀρκεῖ καί ἐμεῖς μέ πίστι καί ταπείνωσι νά ζητήσουμε τήν βοήθειά Του. Ἔχουμε ἄλλωστε ἀποδείξεις ὅτι ὁ Παντοδύναμος Κύριος πολλές φορές ἔσωσε τό Γένος μας ἀπό τόν ἀφανισμό καί τήν καταστροφή. Βέβαια γιά κάθε ἐπέμβασι τοῦ Ἁγίου Θεοῦ ἀπαιτεῖται καί ἡ δική μας μετάνοια.
Πῶς θά ὑγιάνῃ ἡ κοινωνία μας, ὅταν ἐμεῖς, ἄρχοντες καί ἀρχόμενοι, θεοποιοῦμε τόν ἑαυτό μας, καλλιεργοῦμε ἕνα πολιτισμό φιλαυτίας, πού εἶναι ἀδιέξοδος;
Καταφρονοῦμε τίς σωτήριες καί φιλάνθρωπες ἐντολές τοῦ Θεοῦ, διώχνουμε τόν Ἐμμανουήλ ἀπό τήν κοινωνική καί οἰκογενειακή μας ζωή, καί μένουμε ἔρημοι καί ἀπελπισμένοι στόν ταλαίπωρο κόσμο μας.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ σημασία του στὴν ζωή μας


Τοῦ Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου τῆς Ἱ. Μ. Γρηγορίου
Οἱ ὀδυνηρὲς καὶ ἀνίατες ἀσθένειες, ὁ θάνατος προσφιλῶν μας προσώπων, ὅπως καὶ ὁ ἰδικός μας θάνατος, ἡ ἀδικία, ἡ ἀχαριστία καὶ περιφρόνησις, οἱ διωγμοὶ ποὺ ἐνίοτε ὑφιστάμεθα, ἡ πτωχεία καὶ ἄλλες δοκιμασίες, ἀποτελοῦν εὐκαιρίες πού, ἂν τὶς χρησιμοποιήσουμε σωστά, μᾶς συσταυρώνουν καὶ συνεγείρουν μὲ τὸν Χριστό.
Ἡ Σταύρωση Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Αἰκατερίνης Σινᾶ, 13ος-14ος αἰ.
Ἂν ἀγανακτήσουμε, ζημιωνόμαστε πνευματικά. Ἂν τὶς δεχθοῦμε παθητικά, στωικά, γιατὶ δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε διαφορετικά, πάλι δὲν ὠφελούμεθα. Ἂν ὅμως τὶς δεχθοῦμε ὡς ἐπίσκεψι Θεοῦ καὶ ὡς εὐκαιρίες γιὰ τὴν πνευματική μας τελείωσι, τότε πολὺ εἶναι τὸ κέρδος. Ἡ ἑκούσια ἀποδοχὴ τοῦ πόνου ὡς Σταυροῦ, ὡς δώρου τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν πνευματική μας τελείωσι, μᾶς ἀνεβάζει στὸ ὕψος τῶν ἁγίων μαρτύρων. Ὁ Χριστιανὸς π.χ. ποὺ στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου ὀδυνᾶται καὶ ὑπομένει καὶ εὐχαριστεῖ τὸν Θεό, ἀναδεικνύεται σὲ ὁμολογητὴ τῆς δυνάμεως τῆς πίστεως καὶ σὲ σύγχρονο μάρτυρα, ἐφ’ ὅσον διὰ τῆς ἀποδοχῆς τοῦ Σταυροῦ μεταβάλλει τὸ ἀκούσιο τοῦ πόνου σὲ ἑκούσιο.
Ἁγιορείτης ἀσκητὴς εἶπε ἐνδεικτικά: Ἕνα «δόξα σοι ὁ Θεὸς» τὴν ὥρα ποὺ πονᾶμε, ἔχει μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ χίλια «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», ὅταν δὲν πονᾶμε.
Ὁ συσταυρωμένος μὲ τὸν Χριστὸ Παῦλος, ὁ φέρων στὸ σῶμα του τὰ στίγματα τοῦ Χριστοῦ, μᾶς ἐβεβαίωσε ὅτι: «εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν» (Β ́ Τιμ. β ́, 12). Αὐτὴν τὴν στάσι ἔδειξαν στὰ παθήματα τῆς ζωῆς ὅλοι οἱ Ἅγιοι, μὲ κορυφαῖο τὸν μακάριο καὶ πολύαθλο Ἰώβ, ποὺ γι’ αὐτὸ θεωρεῖται καὶ τύπος Χριστοῦ. Ὁ Ἰὼβ ἦταν δίκαιος, δὲν ἦταν ἀσεβὴς καὶ ἁμαρτωλός. Καὶ ὅμως παρεχώρησε ὁ Θεὸς νὰ περάση ἀβάστακτους πόνους, ἐνῷ ἄλλοι ἀσεβεῖς εὐημεροῦσαν.[...]
Κατὰ ἕνα ἰδιαίτερο τρόπο συμμετεῖχε στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ ἡ Θεοτόκος, «συμπράττουσα καὶ συμπάσχουσα τῇ δι’ αὐτῆς ὑψοποιῷ κενώσει τοῦ Λόγου» (ἡ Θεοτόκος συνέπραττε καὶ συνέπασχε μὲ τὸ νὰ συνεργήση στὴν ὑψοποιὸ κένωσι τοῦ Λόγου), κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ.1 Ἀπὸ τὴν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου σύλληψι, στὴν ἁγία γαστέρα της, τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ της, ἄρχισαν καὶ οἱ δοκιμασίες της. Μὴ μπορώντας ὁ Ἰωσὴφ νὰ ἐξηγήση τὴν ὑπερφυῆ σύλληψι καὶ ἐγκυμοσύνη της «ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν» (Ματθ. α ́, 19). Μεγάλη ἔπρεπε νὰ εἶναι τότε ἡ ὀδύνη τῆς ἁπλῆς καὶ ἀσήμου κόρης Μαρίας.

Ἡ Ἐκκλησία προϋπόθεσις τῆς σωτηρίας


Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴν Ὀρθόδοξο Πίστι μας εἶναι προϋπόθεσις τῆς σωτηρίας μας. Γι' αὐτὸ καὶ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἀφοῦ ὁμολογοῦμε πίστι στὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε καί «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν». Εἶναι γνωστὸς ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Κυπριανοῦ ὅτι: «ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία» ἤ ὅτι «δὲν δύναται νὰ ἔχῃ τὸν Θεὸν πατέρα ἐκεῖνος, ὅστις δὲν ἔχει τὴν Ἐκκλησίαν μητέρα». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στὸ ὁποῖο ὁ Χριστὸς διὰ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων μᾶς συσσωματώνει καὶ μᾶς κάνει μέλη Του. ∆ιὰ τοῦ Χριστοῦ ἑνωνόμεθα καὶ κοινωνοῦμε μέ τὴν Ἁγίαν Τριάδα καὶ μεταξύ μας. Ἔτσι τὰ πρώην διασκορπισμένα τέκνα τοῦ Θεοῦ συνάγονται ἀπὸ τὸν Χριστὸ εἰς ἕν (Ἰωάν. ια' 52). Γινόμεθα πάλι οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, λαὸς τοῦ Θεοῦ, βασίλειον ἱεράτευμα.
... Ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία, ἀποκαταλάσσεται (συμφιλιώνεται) μέ τὸν Θεό, δικαιώνεται, ζωοποιεῖται, φωτίζεται, ἁγιάζεται, σώζεται, γίνεται Θεὸς κατὰ χάριν, ἐφ' ὅσον βέβαια καὶ ὁ ἴδιος προσφέρει διὰ τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς ὑπακοῆς στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ τὴν ἐλευθερία του στὸν Θεό. Στὴν Ἐκκλησία ὁ Χριστιανὸς ξεπερνᾶ τὸν νοσηρὸ ἀτομικισμό, τὴν φιλαυτία καὶ ἀποκτᾶ τὴν ἁγίαν ἐν Χριστῷ κοινωνικότητα καὶ ἀδελφωσύνη.
... Γιὰ μᾶς τούς Ὀρθοδόξους προηγεῖται ἡ Ἐκκλησία καὶ ἕπεται ἡ σωτηρία. ∆ικαιούμεθα καὶ σωζόμεθα, ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς μᾶς κάνει μέλη τοῦ Σώματός Του.
... Σωζόμεθα στὴν Ἐκκλησία, ποὺ κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο εἶναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς Ἀληθείας» καὶ ποὺ κατὰ τὸν ἀψευδῆ λόγο τοῦ Κυρίου εἶναι θεμελιωμένη «ἐπὶ τὴν πέτραν» (τὴν ὁμολογία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ) καὶ γι' αὐτὸ οὔτε αἱ πῦλαι τοῦ Ἅδου θὰ κατισχύσουν αὐτῆς.

Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου † Ἀρχιμ. Γεώργιος
Ἀποσπάσματα ἀπὸ ἄρθρο μέ τίτλο «Ἐκκλησία καὶ Ἐνορία»,
δημοσιευθὲν εἰς τὸν συλλογικὸν τόμον «ΕΝΟΡΙΑ», ἐκδ. «ΑΚΡΙΤΑΣ», Νέα Σμύρνη, 1990

Ἀπό τήν κρίση στήν ἐλπίδα Αρχ. Γεώργιoς Καψάνης †


Παλαιός των ημερών - Χριστούγεννα 2012Τά ἐφετινά Χριστούγεννα βρίσκουν τόν λαό μας σέ κρίσιμη ἀκόμη κατάστασι. Οἱ ἐπικυρίαρχοι δανεισταί μας ἐπιβάλλουν ὅλο καί πιό δυσβάστακτες φορολογίες. Οἱ νέοι μας μαστίζονται ἀπό τήν ἀνεργία. Οἱ ἡλικιωμένοι βιώνουν πρωτοφανῆ ἀνασφάλεια. Γιά πολλούς χάθηκε ἡ ἐλπίδα. Συνάνθρωποί μας δέν ἀντέχουν πλέον τήν οἰκονομική δυσπραγία. Οἱ περισσότεροι ἀγωνιοῦν γιά περαιτέρω συνέπειες. Κάποιοι ἀπελπίζονται καί, δυστυχῶς, ὡρισμένοι αὐτοκτονοῦν.
Στήν προσπάθεια νά δοθῇ κάποια λύσις γίνονται πολιτικές, οἰκονομικές καί ἄλλες ἀναλύσεις, γιά νά βρεθῇ τί φταίει, τί μᾶς ὡδήγησε μέχρις ἐδῶ.
Οἱ πιστοί ἄνθρωποι ὅμως θέτουν ἀλλοιῶς τό ἐρώτημα: Τί θέλει ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς; Γιατί ἐπέτρεψε αὐτή τήν δοκιμασία; Ἀναζητοῦν τήν αἰτία μέ ἐλπίδα σέ Ἐκεῖνον πού προνοεῖ μέ ἀγάπη γιά τόν κόσμο του.
Αἰσθανόμαστε ἀδύναμοι καί πτωχοί, γιά νά δώσουμε μία δική μας ἀνθρώπινη ἀπάντησι. Γι’ αὐτό προσφεύγουμε στόν αἰώνιο λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως καταγράφηκε στίς Ἅγιες Γραφές, διότι αὐτός φανερώνει τούς ἀπορρήτους λόγους τῆς Ἱστορίας, πού εἶναι ἄγνωστοι καί ἀκατανόητοι σέ ὅσους δέν τήν βλέπουν ὡς φιλάνθρωπη παιδαγωγία τοῦ Θεοῦ.
Ἡ δοκιμασία πού περνᾶμε σήμερα ἔχει πολλές ὁμοιότητες μέ τήν ταλαιπωρία τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ κατά τήν ἑβδομηκονταετῆ αἰχμαλωσία του στήν Βαβυλῶνα. Τό κράτος τῶν Ἰουδαίων εἶχε καταλυθῆ ἀπό τόν βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, ὁ Ναός τοῦ Σολομῶντος εἶχε καταστραφῆ, τά ἱερά σκεύη του εἶχαν διαρπαγῆ καί ὁ λαός ἁλυσοδεμένος μεταφέρθηκε στήν Βαβυλῶνα. Ἡ θλίψις τοῦ λαοῦ γιά τόν ξεριζωμό καί ἡ δυστυχία τῆς σκλαβιᾶς ἦσαν ἀπερίγραπτες. Ὁ θρῆνος καί ὁ ὀδυρμός γιά τήν χαμένη ἐπίγεια Ἱερουσαλήμ ἦταν καθημερινός τρόπος ζωῆς. Στίς ὄχθες τῶν ποταμῶν τῆς Βαβυλώνας μοιρολογοῦσαν φέρνοντας στήν μνήμη τους τήν Ἱερουσαλήμ: «Ἐπί τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν καί ἐκλαύσαμεν ἐν τῷ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς Σιών». Στίς παρόχθιες ἰτιές κρεμοῦσαν οἱ ταλαίπωροι αἰχμάλωτοι τά μουσικά τους ὄργανα. Δέν ἤθελαν νά τραγουδήσουν τά ἱερά τους ἄσματα σέ ξένη γῆ. «Πῶς ἄσομαι τήν ᾠδήν Κυρίου ἐπί γῆς ἀλλοτρίας;». Δέν ἤθελαν νά λησμονήσουν ὅτι ἡ ἐπίγεια πατρίδα τους, ἐρημωμένη καί κατεσκαμμένη, τούς περιμένει. Ἡ λησμοσύνη θά ἦταν ἡ ὁλοκληρωτική τους καταστροφή. Νά ξεραθῇ τό χέρι μου, νά χάσω τήν λαλιά μου, ἔλεγαν θρηνητικά, ἄν σέ ξεχάσω, Ἱερουσαλήμ, ἄν δέν σέ ἔχω σάν τήν πρώτη μου λαχτάρα: «Ἐάν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου· κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐάν μή σου μνησθῶ, ἐάν μή προανατάξωμαι τήν Ἱερουσαλήμ ὡς ἐν ἀρχῇ τῆς εὐφροσύνης μου» (Ψαλμ. 136).
Ἀνάμεσα σέ αὐτόν τόν λαό ἔζησαν συναιχμάλωτοι καί τέσσερις εὐγενεῖς νέοι, ὁ προφήτης Δανιήλ καί οἱ Τρεῖς Παῖδες, Ἀνανίας, Ἀζαρίας καί Μισαήλ. Ἀνατράφηκαν στήν βασιλική αὐλή τοῦ Ναβουχοδονόσορα καί ἔλαβαν ὑψηλά ἀξιώματα. Ἀλλά, γιά τήν εὐσέβειά τους στόν ἀληθινό Θεό καί τήν προσήλωσι στίς παραδόσεις τῶν πατέρων τους, συκοφαντήθηκαν καί δοκιμάσθηκαν σκληρά. Ὁ προφήτης Δανιήλ ρίχθηκε στόν λάκκο τῶν λεόντων καί οἱ Τρεῖς Παῖδες στήν κάμινο τοῦ πυρός. Εὑρισκόμενοι μέσα σέ αὐτές τίς φρικτές συνθῆκες, πού ξεπερνοῦν κάθε περιγραφή, ἔνοιωσαν θαυμαστή θεία παρέμβασι καί παρηγορία. Ἄγγελος Κυρίου ἐδρόσιζε τούς τρεῖς νέους μέσα στό καμίνι τῆς φωτιᾶς καί ἄλλος ἄγγελος ἡμέρεψε τά θηρία, γιά νά μή βλάψουν τόν Δανιήλ. Στό ἀποκορύφωμα τῆς δοκιμασίας τους ἀλλά καί τῆς θείας εὐλογίας, ἀπό τίς καρδιές τῶν εὐσεβῶν νέων ἐπήγασε ἡ γνωστή ἐξομολογητική καί δοξολογική προσευχή, ὁ θαυμάσιος «Ὕμνος τῶν Τριῶν Παίδων» (Δαν. κεφ. 3).

Ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ αἰτία τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου ΓΕΩΡΓ. ΚΑΨΑΝΗΣ


Λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό. Δὲν θὰ μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ πετύχει τὴν θέωση ἂν ὁ Θεὸς δὲν εἶχε σαρκωθεῖ.
Στοὺς πρὸ Χριστοῦ χρόνους ἀνεφάνησαν πολλοὶ σοφοὶ καὶ ἐνάρετοι ἄνθρωποι. Γιὰ παράδειγμα, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν φθάσει σὲ ἀρκετὰ ὑψηλὰ μέτρα φιλοσοφίας περὶ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ περὶ τοῦ Θεοῦ. Ἡ φιλοσοφία τους μάλιστα περιεῖχε σπέρματα ἀληθείας, τὸν λεγόμενο "σπερματικὸ λόγο". Ἦσαν ἄλλωστε πολὺ θρησκευτικοὶ ἄνθρωποι, δὲν ἦσαν καθόλου ἄθεοι, ὅπως προσπαθοῦν νὰ τοὺς παρουσιάσουν μερικοὶ σύγχρονοι ποὺ δὲν γνωρίζουν καλὰ τὰ πράγματα. Δὲν γνώριζαν βεβαίως τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἦσαν εἰδωλολάτρες, ὅμως ἦσαν πολὺ εὐλαβεῖς, θεοφοβούμενοι. Γι᾿ αὐτὸ ὅσοι παιδαγωγοί, δάσκαλοι ἢ πολιτικοὶ καὶ πολιτειακοὶ ἄρχοντες, ἀσυνεπεῖς πρὸς τὶς μνῆμες τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων ἐπιχειροῦν νὰ βγάλουν ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ μας τὴν πίστη του πρὸς τὸν Θεό, χωρὶς μάλιστα καὶ τὴν συγκατάθεσή του, αὐτοὶ ἀποτολμοῦν μίαν «ὕβριν», μὲ τὴν ἀρχαία σημασία τῆς λέξεως. Ἀποτολμοῦν οὐσιαστικὰ τὸν ἀφελληνισμό του, ἀφοῦ ἡ Παράδοση τῶν Ἑλλήνων, τῆς ἀρχαίας μεταγενέστερης καὶ νεωτέρας ἱστορίας μας, εἶναι Παράδοσις εὐλάβειας καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸν Θεό, πάνω στὴν ὁποία βασίσθηκε καὶ βασίζεται ὅλη ἡ παγκόσμιος πολιτιστικὴ προσφορὰ τοῦ ἑλληνισμοῦ.
Στὴν φιλοσοφία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων διακρίνεται μία νοσταλγία γιὰ τὸν ἄγνωστο Θεό, γιὰ τὴν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ἦσαν πιστοί, εὐλαβεῖς, ἀλλὰ δὲν εἶχαν τὴν σωστή, ὁλοκληρωμένη γνώση τοῦ Θεοῦ, ἔλειπε ἡ κοινωνία τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἦταν δυνατὴ ἡ θέωσις.

Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017

ΣΤΗΝ ΟΑΣΗ ΦΑΡΑΝ ΣΙΝΑ- ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ


Ιερά Μονοπάτια. Σινά. Sinai. Sacred Footpaths


Ιερά Μονοπάτια. Σινά. Sinai. Sacred Footpaths


08-04-2015 ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ - ΟΡΟΣ ΣΙΝΑ


Στην κορυφή της Αγίας Αικατερίνης και στους Βεδουίνους του Σινά

 



Πότε στ’ αλήθεια πέρασαν τριάντα χρόνια από τότε, που με τον φίλο Χρήστο Χουλιόπουλο, και οδηγώντας το αυτοκίνητό μου, μέσω Ισραήλ, διασχίσαμε την ατέλειωτη μα πανέμορφη έρημο του Σινά, φθάνοντας στο πανάρχαιο μνημείο της Ορθοδοξίας στη Μονή Αγίας Αικατερίνης.
Στα “Χανιώτικα νέα”, πριν λίγα χρόνια, είχα περιγράψει την αλησμόνητη ανάμνηση από τη γιορτή τής Αγίας Αικατερίνης, που είχαμε την ευτυχία να είμεθα εκεί αλλά σήμερα θα πιάσουμε τα… βουνά. Το υψηλότερο όρος είναι αυτό όπου, μετά από όραμα βρέθηκε, το ιερό σκήνωμα της Αγίας Αικατερίνης όπου το είχαν μεταφέρει Αγγελοι και που από τότε έχει λάβει και το όνομά της.
Υψώνεται πάνω από την έρημο 2.637μ. και για να ανέβεις ως εκεί με πεντάωρη πεζοπορία χρειάζεται να λάβεις άδεια από τον αστυνομικό σταθμό του κοντινού χωριού Κατερίνα, όχι για άλλο λόγο αλλά για να καταβάλεις το σχετικό μπαξίσι!! Το κεραμοσκέπαστο εκκλησάκι στην κορυφή, αφιερωμένο στη χάρη Της, είναι ένα σημείο απ’ όπου η θέα είναι απέραντη, ίσως και πάνω από 100 χλμ., προς τις άλλες κορυφές και την έρημο.
Σε έναν βράχο της ο Νίκος Καζαντζάκης, και ο φίλος του Ταλμούχος, έχουν χαράξει τα ονόματά τους, όταν το 1927 έφτασαν ως εκεί. Στην άλλη κορυφή, την πλέον προσιτή και επισκέψιμη, αυτήν του Μωυσή ή του Δεκάλογου (Τζεμπέλ Μουσά), στα 2.285μ., φθάνουν οι περισσότεροι προσκυνητές από την Ελλάδα μα και από τα πέρατα της γης. Αν θελήσεις να φτάσεις στην κορυφή, όχι από το φαρδύ μονοπάτι, αλλά από τα λαξευμένα σκαλιά θα χρειαστείς να ανέβεις 3.700 απ’ αυτά.
Απέναντι, υπάρχει το συγκρότημα της κορυφής της Αγίας Επιστήμης σε υψόμετρο 2.000μ., όπου το ασκητήριο Γαλακτίωνος και Επιστήμης, του ζεύγους ασκητών από τη Θεσ/νίκη, που έφθασαν εδώ, νομίζω τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Εδώ ασκήτευσε για ένα διάστημα και ο Αγιος Παΐσιος. Την περίοδο εκείνη εκατοντάδες χριστιανοί ξεκινούσαν για να το φτάσουν ως εδώ και να ασκητεύσουν αλλά έφθαναν λίγοι, όσοι δεν τελείωναν κατά την σκληρή πεζοπορία μηνών ή δεν φονεύονταν από ληστές.
Στα 60 χλμ. οδικώς από τη Μονή και πάνω από το γυναικείο μοναστήρι της κατάφυτης από φοίνικες όασης Φαράν, ορθώνεται το μεγάλο ορεινό συγκρότημα Σερμπάλ στα 2.052μ., με αμέτρητες γυμνές κακοτράχαλες κορυφές, κάποιες απ’ αυτές απάτητες. Ανάμεσα στις κορυφές που αναφέρθηκα μα και σε ολόκληρη την έκταση της ερήμου, διαβιούν από τα παλιά χρόνια χιλιάδες Βεδουίνοι.
Διέμεναν σε τέντες τις πιο πολλές φορές, ούτε καν σε κλειστές σκηνές, και είχαν και ακόμη έχουν μερικοί, μια πολύ σκληρή ζωή, εξαιτίας της οποίας σπανίως ξεπερνούσαν τα 40 χρόνια ηλικίας. Με θερμοκρασίες τη νύχτα γύρω στο μηδέν και την ημέρα 40 βαθμούς, καταλαβαίνει ο καθένας ότι αυτές οι συνθήκες είναι θανάσιμες για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Οι Βεδουίνοι, όμως, είχαν τις ωραίες παραδόσεις τους και που σήμερα πλέον λίγοι τις διατηρούν. Αρκετοί άφησαν τη νομαδική ζωή και στέριωσαν σε σπίτια που έφτιαξαν, ενώ αντικατέστησαν τις καμήλες με… ντάτσουν. Σπάνια, θα συναντήσεις γυναίκες μαυροντυμένες με κουρελιασμένα ρούχα και με φερετζέ, ενώ κυρίως τα παιδιά και στην περιοχή της Μονής έχουν εγκαταλείψει τις παραδοσιακές κελεμπίες και φοράνε τα όχι σε καλή κατάσταση ρούχα, που τους προσέφεραν προσκυνητές από την Ελλάδα.
Ενα – δύο από τα έθιμα, θα αναφέρω: Όταν ένας άνδρας ήθελε να ζητήσει κοπέλα σε γάμο, άρχιζε τις… προσφορές του σε χρήμα προς τον πεθερό, που αντί στην κουβέντα ν’ αυξάνονται σε ποσό, μειώνονταν, ώστε στο τέλος να έχει τη νύφη, καταβάλλοντας ίσως και το μισό ποσό απ’ αυτό που θα προμηθεύονταν μια… καμήλα.
Στα παλαιότερα κυρίως χρόνια, ο αρχιεπίσκοπος Σινά διέμενε στο μετόχι του Καΐρου τον περισσότερο χρόνο. Οταν αποφάσιζε να έλθει στο Μοναστήρι της ερήμου, το σκεπτόταν, γιατί αυτό ήταν δαπανηρό, για τον λόγο ότι οι Βεδουίνοι θεωρώντας τον σαν τον Αρχοντα της Ερήμου, το πληροφορούνταν και τον περίμεναν να τους προσφέρει τα δώρα του.
Εάν διασχίσεις την έρημο με πούλμαν, δεν έχεις τη δυνατότητα να έρθεις πιο κοντά στους Βεδουίνους και τη ζωή των.
Με ιδιωτικό όμως όχημα, σταματάς συχνά σε κάποια τσαντίρια των, όπου τα μικρά παιδιά τρέχουν να σε προϋπαντήσουν για κάποια καραμέλα, που σπάνια θα έχουν, ενώ οι γυναίκες με φερετζέ ή όχι, κρύβονται συνήθως.
Το γυναικείο φύλο, κυρίως τα μικρά κορίτσια, αλλά και τα μεγαλύτερα και οι γυναίκες, παρά τη σκληρή και στερημένη ζωή, είναι καλοκάγαθες και έχουν από παράδοση καλλιτεχνικές ευαισθησίες. Μια μορφή απ’ αυτές, μπορείς να δεις στα κοσμήματα που φορούν, όπως κολιέ από πολύχρωμες μικρές χάνδρες, σαν φυλαχτά ή απλώς διακοσμητικά, φερετζέδες, έργα τέχνης των και άλλα.
Για ένα τέτοιο κόσμημα, αμέτρητες ημέρες προσπάθειας, για να περνάνε μια-μια, εκατοντάδες μικρές χάντρες με τη βελόνα και την κλωστή και αν θελήσεις να αγοράσεις κάτι απ’ αυτά που φοράνε, γιατί δεν τα προσφέρουν για πώληση κανονικά, δεν έχουν ιδέα από το χρήμα. Αν τους δείξεις ένα δολάριο με ερώτημα θα κουνήσουν το κεφάλι ότι συμφωνούν. Είναι κρίμα όμως να μην πληρώσεις κάτι σχετικό με τον κόπο τους. Παραθέτω φωτογραφίες κάποιων από τα κοσμήματα αυτά που έχω στη συλλογή μου.
Τελειώνοντας, αφιερώνω τις παραπάνω σειρές στον Βεδουίνο πορτιέρη της Μονής Σινά Φαρχάν, που είχε μάθει ελληνικά και που κάθε φορά που έφθανα εκεί με υποδεχόταν με χαμόγελα, αγκαλιές και φιλοφρονήσεις. Θά ’ναι 20 χρόνια που έφτασα ως εκεί για τελευταία φορά, αλλά δεν φύλαγε πλέον την πύλη.
Ο Φαρχάν, μου είπαν οι άλλοι, μας άφησε χρόνους.
Πόσο λυπήθηκα…
Φαρχάν σε θυμάμαι!!!

Το Θεοβάδιστον όρος Σινά

 

Το Σινά είναι -κατά την παράδοση- το όρος στο οποίο ο Θεός παρέδωσε στον Μωυσή τις πλάκες του Νόμου με τις Δέκα Εντολές. Βρίσκεται στην ομώνυμη τριγωνική χερσόνησο, στη Μέση Ανατολή, έχει ύψος 2.240 μ. και απέχει από την Ιερά Μονή της Αγίας Αικατερίνης δυο ώρες με τα πόδια.
Sina
«Και Μωυσής ανέβη εις το όρος του Θεού και εκάλεσεν αυτόν ο Θεός εκ του όρους λέγων τάδε ερείς τω οίκω Ιακώβ και αναγγελείς τοις υιοίς Ισραήλ. Αυτοί εωράκατε όσα πεποίηκα τοις Αιγυπτίοις και ανέλαβον υμάς ωσεί επί πτερύγων αετών και προσηγαγόμην υμάς προς εμαυτόν και νυν εάν ακοή ακούσητε της εμής φωνής και φυλάξητε την διαθήκην μου έσεσθέ μοι λαός περιούσιος από πάντων των εθνών εμή γαρ εστιν πάσα η γη υμείς δε έσεσθέ μοι βασίλειον ιεράτευμα και έθνος άγιον ταύτα τα ρήματα ερείς τοις υιοίς Ισραήλ. Ήλθεν δε Μωυσής και εκάλεσεν τους πρεσβυτέρους του λαού και παρέθηκεν αυτοίς πάντας τους λόγους τούτους ους συνέταξεν αυτώ ο Θεός. Απεκρίθη δε πας ο λαός ομοθυμαδόν και είπαν πάντα όσα είπεν ο Θεός ποιήσομεν και ακουσόμεθα ανήνεγκεν δε Μωυσής τους λόγους του λαού προς τον Θεόν. Είπεν δε Κύριος προς Μωυσήν ιδού εγώ παραγίνομαι προς σε εν στύλω νεφέλης ίνα ακούςη ο λαός λαλούντός μου προς σε και σοι πιστεύσωσιν εις τον αιώνα ανήγγειλεν δε Μωυσής τα ρήματα του λαού προς Κύριον» (Έξοδ. 19, 3-9).

Ιερά Μονή Θεοβαδίστου Όρους Σινά, Αγίας Αικατερίνης

 
Εις τον τόπο ακριβώς αυτό όπου ο Μωυσής είδε το όραμα της Αγίας Βάτου ενώ ποίμαινε τα πρόβατα του Ιοθώρ, στους πρόποδες του ίδιου όρους στην κορυφή του οποίου ο Θεός του παρέδωσε αργότερα και το Νόμο, ευρίσκεται η Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου Όρους Σινά, το αρχαιότερο εν λειτουργία Χριστιανικό μοναστικό καθίδρυμα με αδιάσπαστη ζωή δέκα επτά τουλάχιστον αιώνων, προ κάθε διαιρέσεως του Χριστιανικού Κόσμου, έχοντας μάλιστα κατά το παρελθόν παράλληλη επί αιώνες λειτουργία με τους αρχαίους Ελληνικούς και Αιγυπτιακούς ναούς και μαντεία, όλες τις φιλοσοφικές σχολές της ύστερης αρχαιότητας, τον Θεσμό των Αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, όπως επίσης και με τη μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας.
ελληνορωμαϊκούς χρόνους έως σήμερα διατηρείται εδώ αναλλοίωτος ο οικουμενικός ελληνορθόδοξος χαρακτήρας της Μονής, καθώς δεν έχει γνωρίσει ποτέ σοβαρή καταστροφή ή βίαιη αλλαγή στην ταυτότητα του έμψυχου δυναμικού της, γεγονός το οποίο αποδεικνύει το λάθος πού έχουν οι έστω και σπάνιες Από τους αναφορές σύμφωνα με τις οποίες Μονή έχει αποκλειστική σχέση με τη Ρουμανική, τη Ρωμαιοκαθολική, τη Ρωσική ή και με την Κοπτική παράδοση. Αν και η επίσημη ονομασία της είναι «Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου Όρους Σινά», ανά τους αιώνες αναφέρεται και ως «Μονή του Αγίου Όρους Σινά», «Μονή της Παναγίας της Βάτου», «Μονή του Σωτήρος Χριστού», μεταγενέστερα δε και κατά κανόνα σήμερα: «Μονή της Αγίας Αικατερίνης».

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Όσιος Θεόδωρος Εδέσσης: Σύντομη Βιογραφία και Εισαγωγικά Σχόλια



(Από τη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών)

Σύντομη βιογραφία: Ὁ ἅγιος πατέρας μας Θεόδωρος ἔζησε στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἡρακλείου καί τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Πωγωνάτου, γύρω στό 660 μ.Χ. Πρῶτα ἀγωνίστηκε τόν ἀσκητικό βίο στή μονή τοῦ ἁγίου Σάββα· ὕστερα, μέ τήν ψῆφο τοῦ Θεοῦ ἀνέβηκε στόν ἐπισκοπικό θρόνο τῆς πόλεως Ἐδέσσης.

Ἔκανε πολλά θαύματα καί ὅσο ζοῦσε καί μετά τό θάνατο, καί μέ τίς θεῖες διδασκαλίες του ἔκανε πολλούς μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ καί πολλούς νά σωθοῦν· καί στίς 19 Ἰουλίου ἀπῆλθε στίς αἰώνιες μονές, ὅπως ἀναφέρεται στό βίο του πού περιέχεται στό βιβλίο «Καλοκαιρινή». Δέν γνωρίζομε μέ ἀκρίβεια ἄν ἄφησε καί ἄλλα συγγράμματα· ὅμως αὐτά τά 100 κεφάλαια πού φιλοπόνησε, ἐγκρίθηκαν νά συμπεριληφθοῦν στή συλλογή τῶν νηπτικῶν. Γιατί παρέχουν πλούσιο τόν καρπό τῆς ἱερῆς νήψεως καί τῆς πνευματικῆς ὠφέλειας σέ κείνους πού τά διαβάζουν μέ ἐπιμέλεια. Καί ὅσοι ἐπιθυμεῖτε τή σωτηρία σας, ἐλᾶτε καί θερίστε ἄφθονα.
Στό τέλος τῶν κεφαλαίων αὐτῶν ἔχει προστεθεῖ καί τό «Θεωρητικό» πού ἐπιγράφεται μέ τό ὄνομα τοῦ Θεοδώρου. Βλέποντας ὅτι αὐτό ἀκολουθεῖ τόν ἴδιο νηπτικό χαρακτήρα καί ἔχει τήν ἴδια ἔκφραση τοῦ λόγου μέ τά 100 κεφάλαια, ὅπως καί ἀπό ἄλλα εὔλογα σημάδια, βγάλαμε τό συμπέρασμα ὅτι εἶναι γνήσιο ἔργο τοῦ ἴδιου Θεοδώρου.

Εισαγωγικά σχόλια: Ὁ ὅσιος Θεόδωρος, ὁ καί Σαββαΐτης ἀποκαλούμενος, γιατί ἀσκήθηκε στή μονή τοῦ ἁγίου Σάββα στά Ἱεροσόλυμα, ἀλλά καί Ἐδέσσης λεγόμενος, γιατί ἐξελέγη ἐπίσκοπος στή Μητρόπολη τῆς πόλεως Ἔδεσσα τῆς Συρίας, ἔζησε κατά τόν ἕβδομον αἰώνα καί ἧταν γνωστός ὡς «μεγάλος ἀσκητής». Ὑπῆρξε πνευματικότατος καί θεωρητικότατος, ὅπως καταφαίνεται τόσο ἀπό τά «Ἑκατό Κεφάλαια», ὅσο καί ἀπό τό «Θεωρητικό», πού ἀπ' ὅλα τά ἔργα του ἐνσωμάτωσαν μόνον αὐτά οἱ συντάκτες τῆς Φιλοκαλίας.

Στά «Ἑκατό Κεφάλαια» ἀπαντοῦμε συχνά: «ὅπως εἶπε ἕνας ἀπό τούς ἀρχαίους», πράγμα πού σημαίνει ὅτι ἐκμεταλλεύεται τήν πείρα τῶν προγενεστέρων ἀσκητικῶν Πατέρων καί τήν ἀναχωνεύει στήν προσωπική του πείρα, ὡς σύμφωνη, ἀλλά καί γιά περισσότερη κατοχύρωση τῆς διδασκαλίας του. Ὑπάρχουν ὁλόκληρα κεφάλαια ἐλαφρῶς τροποποιημένα πού ἀποτελοῦν μεταγραφές ἀπό τόν Εὐάγριο καί τόν ἅγιο Μάξιμο, τά ὁποῖα ὅμως ἀποβαίνουν τό θεμέλιο ἄλλων δικῶν του κεφαλαίων.

Ἡ διδασκαλία τοῦ ὁσίου Θεοδώρου στηρίζεται ἐπάνω στή δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφορικά μέ τήν πτώση, τήν ἐπαναφορά στήν πρώτη ἀγαθότητα διά τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ «κατ' εἰκόνα» μέ τό ἅγιο Βάπτισμα, τήν ἐλευθερία τῆς ψυχῆς, τά πάθη καί τόν πόλεμο τοῦ σατανά. Βάσει θεολογικῶν καί ἀνθρωπολογικῶν προϋποθέσεων κτίζει τήν διδασκαλία του περί τῶν παθῶν, τῶν ἀρετῶν καί τῆς δυναμικῆς φορᾶς τῆς ψυχῆς πρός τήν κάθαρση, τή μυστική ἔνωση μέ τόν Χριστό καί τή θέωση τοῦ νοῦ.

Κατά τόν ἕβδομο αἰώνα, πού ἔζησε ό ὅσιος Θεόδωρος, εἶχε ἀναπτυχθεῖ πλουσιότατη ἀσκητική καί πνευματική γραμματεία, ἀπό τήν ὁποία φαίνεται ὅτι ἀνεπαίσθητα ἐπηρεάζεται, μέχρι σημείου νά μήν εἶναι εὔκολο νά διακρίνει κανείς πότε μεταγράφει ἀπό προγενέστερους Πατέρες, πότε διαπιστώνεται ταυτότητα ἀπόψεων καί πότε παρουσιάζει πρωτοτυπία. Καί αὐτό ἐξ ἀφορμῆς τῆς φραστικῆς ἀναπλάσεως τῶν κεφαλαίων. Πάντως εἶναι ἄψογα ἀπό τήν ἄποψη τῆς ἀσκητικῆς καί θεολογικῆς παραδόσεως, ἀφοῦ τά κεφάλαια ἀναπτύσσονται μέσα στά πλαίσια τῆς πατερικῆς ἐμπειρίας, στήν ὁποία ἀρκετά προσωπικά στοιχεῖα συνεισφέρει ὁ Ὅσιος.

Τά ἴδια σχεδόν μπορεῖ νά λεχθοῦν καί γιά τό «Θεωρητικό», πού εἶναι λόγος ἀσκητικός μέν, ἀλλά κινεῖται σέ ὑψηλά ἐπίπεδα θεωρίας καί θείου ἔρωτος. Ἐλέχθη ὅτι τά θέματα αὐτά ἀναπτύχθηκαν τόν δέκατο τέταρτο αἰώνα καί γι' αὐτό ἀμφισβητήθηκε ἡ πατρότητα τοῦ «Θεωρητικοῦ». Νομίζομε, ὅτι ὁ προβαλλόμενος λόγος δέν εὐσταθεῖ, γιατί μέχρι τόν ἔβδομο αἰώνα τά θέματα αὐτά εἶχαν ἀναπτυχθεῖ ὄχι μονάχα ἀπό τούς Καππαδόκες, τούς Ἀλεξανδρινούς καί τούς ἀσκητικούς Πατέρες, ἀλλά πλούσιο ὑλικό καί ἰστορικούς ἐρεθισμούς πρόσφερε πρό τῶν Νεοπλατωνικῶν καί αὐτός ὁ Ἰουδαῖος Φίλων. Ἀφήνομε τό πόσον ἐπέδρασαν στούς ἁγίους Πατέρες κατά τά μέσα τοῦ ἔκτου αἰώνα τά Ἀρεοπαγιτικά συγγράμματα, πού ἔδωσαν μεγάλη ὤθηση στόν θεωρητικό βίο καί στή φιλολογία περί θείου ἔρωτος.

Τό «Θεωρητικό» εἶναι μιά πλήρης ἔκθεση τῶν προϋποθέσεων τῆς θεώσεως, μέσα στήν ὁποία σημαντική θέση κατέχει ὁ θεωρητικός τρόπος ζωῆς, ὡς συνεχής ἀνάταση τοῦ νοῦ εἰς τά νοητά, φυσικά μέ προσευχή καί τή λοιπή παραδοσιακή ἀσκητική ἀγωγή. Ἡ θεωρία τῶν νοητῶν ὁδηγεῖ εἰς τόν ἔρωτά τους καί ἐπομένως τά γήινα λησμονοῦνται. Χωρίς νά πρόκειται γιά ἕνα πνευματικό μονοφυσιτισμό, ἡ ψυχή νοεροποιούμενη εὐρίσκει τήν ἀπόλυτη μακαριότητά της στό χῶρο τῶν νοητῶν, ὅπου ὁ Χριστός, ὁ ἀγγελικός διάκοσμος καί τά μακάρια πνεύματα, καταλαμπόμενα ἀπό τίς ἀκτίνες τοῦ ἀκτίστου φωτός καί πλέοντα στό κτιστό φῶς τῆς πρεσβυτέρας κτίσεως.

Ὁ ὅσιος Θεόδωρος —ἐάν εἶναι αὐτός ὁ πατήρ τοῦ «Θεωρητικοῦ»—, γνωρίζει ἀρκετά τήν γραμματεία περί θείου φωτός, περί πνευματικῆς θεωρίας, περί τῆς ἀξίας τοῦ νοῦ καί τῶν φυσικῶν καί ὑπερφυσικῶν κινήσεών του, καταφάσκει στίς σωματικές αἰσθήσεις, ἀλλά συνιστᾶ τήν ὑπέρβασή τους, ἀναλύει τήν ἀνθρωπολογική σύνθεση καί τίς δυνατότητες τοῦ πιστοῦ, δίδει τό προβάδισμα στήν ἀγαθή βούληση γιά ἀνάβαση τοῦ νοῦ στόν Θεό καί γενικῶς, ἀναπτύσσει παραδοσιακῶς τήν πατερική διδασκαλία γιά τήν πνευματική τελείωση.

Τό «Θεωρητικό» συνοψίζει βαθειές καί πυκνές ἐμπειρίες καί προϋποθέτει πλούσια χάρη, μεγάλο καί ἐλλαμπόμενο νοῦ καί ὑψηλή θεολογική γνώση, καί φαίνεται, ὅτι μᾶλλον ἔχει γραφεῖ στήν περίοδο τοῦ μονασμοῦ του παρά στόν καιρό τῆς ποιμαντικῆς του δράσεως, ἀφοῦ εἶναι προορισμένο νά διδάξει τούς μοναχούς γιά τή θεωρητική ζωή, ὄχι βέβαια στήν ἐκδοχή τῶν φιλοσόφων.

--------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, β΄τόμος, σελ. 9-11)

Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός: Σύντομη Βιογραφία και Εισαγωγικά Σχόλια (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)


Σύντομη βιογραφία: O όσιος πατέρας μας Πέτρος, που χρημάτισε επίσκοπος Δαμασκού, έζησε στα χρόνια της βασιλείας του Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου κατά το έτος 775. Αυτός λοιπόν, ασκώντας πρώτα το μοναχικό και αναχωρητικό βίο, ζούσε με τόση ακτημοσύνη, ώστε ούτε βιβλίο δικό του δεν είχε, όπως μαρτυρεί ο ίδιος για τον εαυτό του. 

Παίρνοντας ωστόσο από άλλους τα βιβλία, εννοώ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, των μεγάλων διδασκάλων της Εκκλησίας και όλων γενικά των άλλων νηπτικών και θεοφόρων Πατέρων, έδειξε τέτοια φιλοπονία, ώστε, μελετώντας νύχτα - μέρα το νόμο του Κυρίου και πίνοντας από τα ζωοποιά νερά του, αναδείχθηκε δένδρο αληθινά ψηλό και ουράνιο, κατά τον Ψαλμωδό (Ψαλμ. 1, 3), φυτεμένο σ' αυτές τούτες τις πηγές των νερών του Πνεύματος.

Με μιά διαφορά: το δένδρο δίνει τον καρπό του σε μιά μόνον εποχή· το άλλο όμως δένδρο, ο όσιος Πέτρος, δεν έκανε το ίδιο, αλλά, μένοντας αδιάκοπα και αμείωτα θαλερό, έδωσε όλες τις εποχές πνευματικούς καρπούς ωραίους στην όψη, γλυκούς στη γεύση, ευωδιαστούς στην όσφρηση, που χορταίνουν κάθε αίσθηση σώματος και ψυχής με την αθάνατη και ευωδιαστή γλυκύτητα που αναδίδουν.

Ο όσιος πατέρας, όσο ζούσε, απέδωσε πολλούς και μεγάλους καρπούς με τους ασκητικούς κόπους του. Κατά το θάνατό του απέδωσε περισσότερους και μεγαλύτερους, καθώς έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου· γιατί, ελέγχοντας την κακόδοξη αίρεση των Αράβων και των Μανιχαίων, τιμωρήθηκε με κόψιμο της γλώσσας από τον Ουαλίδ, γιο του αρχηγού των Αράβων Ισήμ, και εξορίστηκε στην ευδαίμονα Αραβία, όπου τελείωσε τη ζωή του μιλώντας καθαρά και ιερουργώντας. Μετά δε το θάνατό του αποδίδει πάρα πολλούς και υπερβολικά μεγάλους καρπούς με το αληθινά πανέμορφο και πανάρετο αυτό βιβλίο, που μας άφησε σαν κάποια πατρική και αναφαίρετη κληρονομιά.

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Συνείδηση και Διάκριση Τα δύο μάτια τής καθαρής ψυχής Αγίου Δημητρίου τού Ροστώφ





Πηγή: "Πνευματικό Αλφάβητο" Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής. 1996.



Για να δεις τα υλικά πράγματα, πρέπει να είναι υγιείς οι σωματικοί οφθαλμοί σου. Για να γνωρίσεις τα νοερά πράγματα, πρέπει να είναι υγιείς οι οφθαλμοί της ψυχής σου, να έχεις δηλαδή φωτισμένη συνείδηση και διάκριση. Μόνο μ' αυτή την προϋπόθεση θα εφαρμόζεις σωστά τις εντολές του Θεού "και ουκ εκκλίνεις απ' αυτών εις δεξιά ουδέ εις αριστερά, ίνα συνείς εν πάσιν οις εάν πράσσεις" (Ιησ. Ναυή 1. 7).

Διάκρισις είναι η ικανότητα της ψυχής να διακρίνει αλάθητα σε κάθε περίπτωση το καλό από το κακό, το θείο θέλημα από τη δαιμονική απάτη. Με τη διάκριση θα γνωρίσεις πότε και πώς πρέπει να πολεμάς τα πάθη, πότε να υποχωρείς, πώς να αντιμετώπισης νικηφόρα τις πανουργίες των δαιμόνων, πότε οι λογισμοί σου προέρχονται από τον Θεό και πότε από τους δαίμονες. Αυτή τη νοερή αίσθηση την αποκτούν μόνο όσοι έχουν καθαρή καρδιά και καθαρό σώμα, αμόλυντη συνείδηση και αμόλυντες αισθήσεις.

Η συνείδησίς σου είναι η φωνή και ο έλεγχος του φύλακος Αγγέλου, που σου έστειλε ο Θεός στο Άγιο Βάπτισμα. Και λέω η φωνή του φύλακος Αγγέλου, γιατί δεν τολμώ να πω ότι συνείδησις είναι η ίδια η φωνή του Αγίου Πνεύματος μέσα σου.

Η συνείδησή σου θα φωτισθεί και η διάκρισή σου θα καλλιεργηθεί και θ' αναπτυχθεί μόνο με τον αγώνα για την απαλλαγή από τα πάθη. Όσο καθαρίζεσαι από τον ρύπο των παθών, τόσο η συνείδησή σου θα φωτιζεται· και όσο φωτίζεται η συνείδηση, τόσο θα τελειοποιείται η διάκριση και όσο τελειοποιείται η διάκριση, τόσο πιο αποτελεσματικός και καρποφόρος θα γίνεται ο αγώνας σου κατά των παθών.

Για να τα κατορθώσεις όμως αυτά, γύμνωσε τον νου σου από το δικό σου θέλημα και τη δική σου γνώμη και κατάφευγε στον Κύριο για να σου δίνει τις λύσεις σε κάθε περίσταση, όπως κατέφευγε ο προφήτης ικετεύοντας: "Γνώρισόν μοι, Κύριε, οδό εν ή πορεύσομαι… Δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ ει ο Θεός μου" (Ψαλμοί 142. 8. 10). Η φωνή της συνειδήσεως είναι η φωνή του Θεού. Και φωνή του Θεού δεν είναι άλλη από τη φωνή των θείων Γραφών, η φωνή των Αγίων, τη φωνή της Εκκλησίας και τη φωνή του πνευματικού σου.

Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο τον νου και τον όρισε βασιλιά και επίσκοπο των παθών και των επιθυμιών, για να επιβάλλεται σ' αυτά με σύνεση και διάκριση. Γι' αυτό υπάκουε πάντα στον έλλογο νου και όχι στα άλογα σαρκικά πάθη. Αν δεν υπακούς στον νου είσαι τυφλός. Τυφλή είναι και η σάρκα. "Τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγεί, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται" (Ματθαίος 15. 14)

Αν θέλεις εσωτερική γαλήνη και ψυχική υγεία στη γη, αν θέλεις και την αιώνια μακαριότητα στον ουρανό, τότε κυβέρνησε τα πάθη σου, κάνοντας υπακοή στη φωνή της συνειδήσεώς σου. Αν σε κυβερνούν τα πάθη, δεν θ' απολαύσεις παρά βάρος, πικρία, έλεγχο της συνειδήσεως στη ζωή αυτή, και αιώνια κόλαση στην άλλη.

Ασχολήσου με τα έργα του Θεού, με την καλλιέργεια της ψυχής σου, με την απόκτηση των αρετών, που θα σου χαρίσουν τα άφθαρτα αγαθά. Η σάρκα γρήγορα θα φθαρεί, η επιθυμία θα μαραθεί, μόνο η ψυχή θα ζήσει αιώνια. "Ό γαρ εάν σπείρει άνθρωπος, τούτο και θερίσει· ότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού εκ της σαρκός θερίσει φθοράν, ο δε σπείρων εις το Πνεύμα εκ του πνεύματος θερίσει ζωήν αιώνιον". (Γαλ. 6. 7-8).

Προσευχή Αγίου Δημητρίου τού Ροστώφ



Πηγή: "Πνευματικό Αλφάβητο" Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής. 1996.

Ψυχή χωρίς προσευχή είναι καταδικασμένη να πεθάνει από πνευματική ασφυξία, όπως το σώμα όταν στερηθεί το οξυγόνο.
Δυο ειδών προσευχές έχουμε: την κοινή, τη φανερή· και την ατομική, τη μυστική. Η κοινή προσευχή πρέπει να γίνεται πάντοτε σύμφωνα με την τάξη και το τυπικό που ορίζει η Εκκλησία μας. Στην κοινή προσευχή δεν έχουμε δικαίωμα ν' αυτοσχεδιάζουμε, όπως κάνουν οι αιρετικοί. Έχει τον καθορισμένο χρόνο και το καθορισμένο από την Εκκλησία περιεχόμενό της: μεσονυκτικό, όρθρος, ώρες, λειτουργία, εσπερινός, απόδειπνο. Το ίδιο το Πανάγιο Πνεύμα, που συγκροτεί ολόκληρη την Εκκλησία, όρισε αυτές τις προσευχές, για να λατρεύεται και να δοξάζεται αδιάκοπα ο αληθινός Θεός στη γη από τους ανθρώπους, όπως δοξάζεται στον ουρανό από τους αγγέλους.
Η ατομική προσευχή δεν είναι προκαθορισμένη. Είναι η προσωπική συνομιλία και επικοινωνία του ανθρώπου με τον ουράνιο Πατέρα του, του πλάσματος με τον Πλάστη του. Αυτή η προσευχή, διδάσκει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, ως προς την ποιότητά της είναι συνουσία και ένωσις ανθρώπου και Θεού· και ως προς την ενέργεια της, έχει τέτοια και τόση δύναμη, ώστε συντηρεί και διατηρεί τον κόσμο, συμφιλιώνει με τον Θεό, σβήνει πλήθος αμαρτημάτων, σώζει από τους πειρασμούς, συντρίβει τα τεχνάσματα των δαιμόνων, γεννά όλες τις αρετές, χορηγεί τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, τρέφει την ψυχή, φωτίζει τον νου, διαλύει τη λύπη και την ακηδία, σβήνει τον θυμό, καλλιεργεί την ελπίδα, καθρεπτίζει την πνευματική πρόοδο, αποκαλύπτει τα μέλλοντα.
"Συ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις το ταμιείον σου, και κλείσας την θύραν σου προσεύξαι τω Πατρί σου τω εν τω κρυπτώ" (Ματθ. 6. 6). "Ταμιείον" πνευματικό είναι η καρδιά πού ενώνεται με τον νου και γεννά ό,τι ο άγιος Θεοφύλακτος ονομάζει μυστική διάνοια. Εκεί μέσα επιτελείται η εσωτερική προσευχή. Δεν χρειάζεται να κινηθούν τα χείλη, να χρησιμοποιηθούν βιβλία, να επιστρατευθούν τα μάτια και ή γλώσσα και οι φωνητικές χορδές· χρειάζεται όμως ν' ανυψωθεί ο νους προς τον Θεό και να βυθισθεί μέσα σ' Αυτόν.
Το πνευματικό "ταμιείον" της καρδίας σου χωρεί και κλείνει μέσα του ολόκληρο τον Κύριο και τη βασιλεία των ουρανών, καθώς ο ίδιος διαβεβαίωσε: "Η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν" (Λουκ. 17. 21). Η καρδιά, εξηγεί ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, είναι μικρό όργανο, αλλά μέσα της χωρούν τα πάντα: εκεί ο Θεός, εκεί οι άγγελοι, εκεί η αιώνια ζωή και βασιλεία, εκεί οι άγιοι, εκεί ο θησαυρός της χάριτος. Σ' αυτό λοιπόν το εσωτερικό καρδιακό ταμείο ν' αποσύρεσαι συχνά, να συγκεντρώνεις όλο σου τον νου, να παρίστασαι νοερά ενώπιον του Θεού και να επικοινωνείς μαζί Του μυστικά, με πνευματική θέρμη και ζώσα πίστη, ασκούμενος στη νήψη, για να εξελιχθείς "εις άνδρα τέλειον".
Μάθε τον άριστο τρόπο της προσευχής: Πρώτα ν' απευθύνεις στον Θεό ειλικρινή και βαθιά ευχαριστία "πάντων ένεκεν". Στη δεύτερη θέση βάλε την εξομολόγηση των αμαρτιών σου, με μετάνοια, συναίσθηση και συντριβή ψυχής. Και τελευταία ας αναφέρεις τα αιτήματά σου προς τον ουράνιο Πατέρα σου.
Αν προσεύχεσαι πολύν καιρό και ο Θεός δεν εισακούει τα αιτήματά σου, οπωσδήποτε τούτο συμβαίνει για τρεις αίτιες: Ή διότι ζητάς κάτι πριν έρθει η κατάλληλη ώρα, ή διότι ζητάς ανάξια και υπερήφανα, ή διότι ο παντογνώστης Κύριος γνωρίζει πως αν εκπληρώσει την επιθυμία σου θα πέσεις κατόπιν σε υπερηφάνεια ή σε αμέλεια.
Υπάρχει προσευχή ευάρεστη στον Θεό και καρποφόρα. Και υπάρχει προσευχή βδελυκτή στον Θεό και άκαρπη. Αν θέλεις να δεχθεί ο Κύριος την προσευχή σου, πλησίασέ Τον με πολλή ταπείνωση και συντριβή, με καθαρούς τους λογισμούς, με βαθιά εμπιστοσύνη στην πρόνοιά Του, με καθαρή την καρδιά από την οργή και τη μνησικακία, με Πνεύμα μαθητείας και υπακοής στο θέλημά Του. Αυτές είναι οι βασικές προϋποθέσεις τής καρποφόρας προσευχής.
"Προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί, δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται" (Ματθ. 6. 7), λέει ο Κύριος. Και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος πάλι διδάσκει: "Μη ζητάς να λες πολλά στην προσευχή σου, για να μη διασκορπισθεί ο νους σου αναζητώντας λόγια. Ένας λόγος τελωνικός εξιλέωσε τον Θεό, και ένας λόγος πίστεως έσωσε τον ληστή. Η πολυλογία στην προσευχή πολλές φορές δημιούργησε στον νου φαντασίες και διάχυση, ενώ αντιθέτως η μονολογία συγκεντρώνει τον νου".
Γι' αυτό ασκήσου στην αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, τη νοερά προσευχή, το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με", υπακούοντας στα λόγια του απόστολου: "Θέλω πέντε λόγους δια του νοός μου λαλήσαι... ή μυρίους λόγους εν γλώσση" (Α' Κορ. 14. 19). Αν αυτή η προσευχή γίνει η αναπνοή της ψυχής σου, θα σε οδήγηση κατ' ευθείαν στη μυστική ένωση με τον Κύριο.
Την αληθινή και καθαρή προσευχή δεν μπορεί να σου τη διδάξει άλλος, εκτός από τον Κύριο.
Η προσευχή δεν έχει άλλο δάσκαλο εκτός από τον ίδιο τον Θεό, "τον διδάσκοντα άνθρωπον γνώσιν και δίδοντα ευχήν τω ευχομένω" (Ψαλμ. 93. 10 - Α' Βασ. 2. 9). Γι' αυτό μιμήσου τον μαθητή εκείνο που με απλότητα παρακάλεσε τον Χριστό: "Κύριε, δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι" (Λουκ. 11. 1).

Η γνώση του Θεού κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου





Πηγή: Σεβ. Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου: "Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία".



Η ανάπτυξη της διδασκαλίας του αγίου Ισαάκ του Σύρου περί των τριών γνώσεων μας δίδει την δυνατότητα να προχωρήσουμε και να δούμε το θέμα της γνώσεως του Θεού κατά τον αγιορείτη άγιο Γρηγόριο Παλαμά. Όταν ο άνθρωπος ανέλθη από την σαρκική γνώση στην ψυχική και από την ψυχική στην πνευματική, τότε ορά τον Θεό και αποκτά την γνώση του Θεού, που είναι η σωτηρία του. Η γνώση του Θεού, όπως θα αναπτυχθή κατωτέρω, δεν είναι εγκεφαλική, αλλά υπαρξιακή, δηλαδή όλη η ύπαρξη του ανθρώπου πληροφορείται αυτήν την θεογνωσία. Αλλά για να φθάση ο άνθρωπος σ’ αυτήν την γνώση πρέπει να προηγηθή κάθαρση της καρδιάς, δηλαδή θεραπεία της ψυχής, του νοός και της καρδίας. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. ε’, 8).

            Ας δούμε όμως τα πράγματα αναλυτικότερα.

            Όπως έχει σημειωθή, ο Βαρλαάμ ισχυριζόταν ότι η γνώση του Θεού δεν είναι υπόθεση θεωρίας του Θεού, αλλά υπόθεση της νοήσεως του ανθρώπου. Μπορούμε, έλεγε, να αποκτήσουμε την θεογνωσία με την φιλοσοφία, γι’ αυτό τους Προφήτας και τους Αποστόλους, που έβλεπαν το άκτιστο Φως, κατέτασσε σε κατώτερη θέση από τους φιλοσόφους. Το άκτιστο Φως το ονόμαζε αισθητό, κτιστό και «χείρον της ημετέρας νοήσεως». Όμως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, φορεύς της Παραδόσεως και άνθρωπος της αποκαλύψεως, υποστήριζε τα αντίθετα. Στην θεολογία του παρουσιάζεται η διδασκαλία της Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία, το άκτιστο Φως, δηλαδή η όραση του Θεού, δεν είναι απλώς συμβολική όραση, δεν είναι αισθητή και κτιστή, ούτε κατωτέρα της νοήσεως, αλλά είναι θέωση. Δια της θεώσεως ο άνθρωπος αξιώνεται να δη τον Θεό. Και αυτή η θέωση δεν είναι αφηρημένη κατάσταση, αλλά ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Δηλαδή ο άνθρωπος θεωρώντας το άκτιστο Φως, το βλέπει γιατί ενώνεται με τον Θεό, το βλέπει με τους εσωτερικούς οφθαλμούς και με αυτούς ακόμη τους σωματικούς οφθαλμούς, οι οποίοι έχουν μετασκευασθή από την ενέργεια του Θεού. Επομένως η θεωρία είναι ένωση του ανθρώπου με τον Θεό. Και αυτή η ένωση είναι γνώση του Θεού. Τότε ο άνθρωπος αξιώνεται να γνωρίση τον Θεό. Και αυτή η γνώση είναι υπέρ την ανθρωπίνην γνώσιν και υπέρ την αίσθησιν.

            Όλη αυτήν την θεολογία ο άγιος την αναπτύσσει σποραδικά σε όλα του τα έργα. επειδή όμως δεν έχουμε την πρόθεση στο κεφάλαιο αυτό να παρουσιάσουμε συστηματικά όλη την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου σχετικά με την γνώση του Θεού, γι’ αυτό θα περιορισθούμε στην ανάλυση των κεντρικών σημείων της διδασκαλίας του, όπως παρουσιάζεται στο βασικό του έργο «Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων» (βλ. Πατερικαί εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Γρηγορίου Παλαμά έργα, τόμος 2ος, Θεσσαλονίκη 1982, ΕΠΕ). Και πάλι πρέπει να προστεθή ότι δεν θα παρουσιάσουμε όλη την διδασκαλία, όπως εκτίθεται στο έργο αυτό «Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων», αλλά τα κεντρικά σημεία. Αμέσως μετά το χωρίο θα παρατίθεται η σελίδα του βιβλίου στο οποίο παραπέμπουμε.

            Χαρακτηριστικό χωρίο στο οποίο παρουσιάζεται συνοπτικά η διδασκαλία αυτή του αγίου είναι το ακόλουθο. «Ο δε πάσαν την προς τα κάτω σχέσιν της οικείας αφελών ψυχής και εκ πάντων απολυθείς δια της των εντολών τηρήσεως και της εκ ταύτης απαθείας, υπερβάς πάσαν γνωστικήν ενέργειαν δι’ εκτενούς και ειλικρινούς και αΰλου προσευχής, κακεί δι’ ενώσεως αγνώστου καθ’ υπεροχήν περιλαμφθείς τω απροσίτω φέγγει, μόνος ούτος, φως γεγονώς και δια του φωτός θεώμενος και φως ορών εν τη του φωτός εκείνου θέα τε και απολαύσει, και το υπερφαές και απερινόητον όντως γινώσκει του Θεού, ουχ υπέρ την νοητικήν μόνην δύναμιν του νου, την ανθρωπίνην ταύτην, δοξάζων τον Θεόν – πολλά γαρ και των κτιστών υπέρ αυτήν εισιν- , αλλά και υπέρ την υπερφυεστάτην ένωσιν εκείνην, δι’ ης μόνης τοις των νοητών επέκεινα ο νους ενούται «εν θειοτέρα μιμήσει των υπερουρανίων νόων» (σελ. 522-524).

Περί Θείων Ενεργειών Θείες αΐδιες (άναρχες) ενέργειες Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά




Ούτω λοιπόν όχι μόνον εις την περίπτωσιν τής σοφίας, αλλά και επί τής ζωής και τής αγαθότητος, τής αγιότητος και τής αθανασίας, και γενικώς όλων τών όντων, άλλα μεν έχουν κτισθεί και λάβει αρχήν ως μετέχοντα, άλλα δε επιφαινόμενα μεθεκτώς είναι άκτιστα και άναρχα· διότι είναι θείαι αΐδιοι ενέργειαι, συνημμέναι αϊδίως με τον εξ αϊδίου Παντοδύναμον και αυτοτελή Θεόν και δεσπότην τού παντός, ο Οποίος είναι και τών μεθεκτών τούτων ως φύσει εξ αϊδίου νοουμένων ανώτερος και υψηλότερος κατά την αμέθεκτον εις όλους ουσίαν.

Δι' όλα δε ταύτα ας προσέλθει να συνηγορήσει με ημάς ο πολύς εις τα θεία Μάξιμος, ο οποίος και προ ολίγου ανωτέρω προεβλήθη λέγων σαφώς ότι ο Θεός είναι κατ' ουσίαν αμέθεκτος εις όλους. Λέγει λοιπόν:

"Όλα τα αθάνατα καθώς η ζωή, και όλα τα άγια καθώς και η ιδία η αγιότης, και όλα τα ενάρετα καθώς και η ιδία η οντότης, είναι προδήλως έργα τού Θεού. Αλλά άλλα μεν αυτών έχουν χρονικήν αρχήν υπάρξεως, διότι υπήρχε καιρός κατά τον οποίον αυτά δεν υπήρχον, άλλα δε δεν έχουν χρονικήν αρχήν υπάρξεως, διότι δεν υπήρξε ποτέ καιρός κατά τον οποίον δεν υπήρχεν αρετή, αγαθότης, αγιότης και αθανασία. Και εκείνα μεν τα οποία έχουν χρονικήν αρχήν είναι και λέγονται ό,τι είναι και λέγονται δια τής μετοχής εις όσα δεν έχουν χρονικήν αρχήν. Διότι πάσης ζωής και αθανασίας αγιότητος και αρετής δημιουργός είναι ο Θεός, διότι υπέρκειται υπερουσίως όλων τών λεγομένων και νοουμένων" (Αγίου Μαξίμου Κεφάλαια Θεολογικά. 1, 50, PG 90, 1101ΑΒ).

Και πάλιν,

"οι μελετηταί πρέπει να αναζητήσουν, ποία αρμόζει να θεωρήσουν ως έργα τών οποίων την γένεσιν ήρχησεν ο Θεός και πάλιν ποία τών οποίων δεν ήρχισε την γένεσιν· διότι αν κατέπαυσεν όλων τών έργων τα οποία ήρχισε να πραγματοποιεί, είναι φανερόν ότι δεν κατέπαυσεν εκείνων τα οποία δεν ήρχισε να πραγματοποιεί.

Μήπως λοιπόν έργα μεν Θεού έχοντα χρονικήν αρχήν υπάρξεως είναι όλα τα μετέχοντα τού είναι όντα, όπως αι διάφοροι ουσίαι τών όντων (διότι έχουν πρεσβύτερον τής υπάρξεώς των το μη ον, εφ' όσον υπήρχε εποχή κατά την οποίαν τα μετέχοντα τού είναι όντα δεν υπήρχον), έργα δε Θεού τα οποία δεν έτυχε να έχουν χρονικήν αρχήν τής υπάρξεώς των είναι τα όντα μεθεκτώς, τών οποίων κατά χάριν μετέχουν τα μετέχοντα όντα, όπως η αγαθότης και παν ό,τι συμπεριλαμβάνεται εις την έννοιαν τής αγαθότητος, και γενικώς πάσα ζωή, αθανασία, απλότης, ατρεψία, απειρία, και όσα υφίστανται περί αυτόν ουσιωδώς, τα οποία και έργα Θεού είναι και δεν έχουν χρονικήν αρχήν υπάρξεως;

Περί Θείων Ενεργειών Άναρχα έργα τού Θεού Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά




19 Αλλά βεβαίως όλων τούτων τών ενεργειών υπέρκειται κατ' ουσίαν ο Θεός, αφ' ενός μεν ως κατ' εκείνην υπερώνυμος και κατά ταύτας ονομαζόμενος, αφ' ετέρου δε ως κατ' εκείνην αμέθεκτος και κατά ταύτας μεθεκτός, προσέτι δε ως κατ' εκείνην εντελώς ανεννόητος και κατ' αυτάς νοούμενος κάπως·

"ημείς", λέγει, "λέγομεν ότι γνωρίζομεν τον Θεόν ημών από τας ενεργείας, αλλά δεν ισχυριζόμεθα ότι πλησιάζομεν την ουσίαν αυτού" (Μ. Βασιλείου, Επιστολή 234, 1, Deferrari, 3, 372· PG 32. 869A)·

προς τούτοις δε και ότι η ουσία είναι αιτία τών ενεργειών τούτων και δια τούτο υπέρκειται τούτων κατά το αίτιον. Διότι δεν πρέπει να θαυμάζωμεν τούτο, ότι ενώ η ουσία και η ενέργεια επί τού Θεού είναι κατά κάποιον τρόπον έν και ο Θεός είναι είς, όμως η ουσία είναι αιτία τών ενεργειών και ως αιτία υπέρκειται αυτών· διότι και ο Πατήρ και ο Υιός είναι έν και είς Θεός είναι, αλλ' αίτιος και μεγαλύτερος τού Υιού κατά το αίτιον είναι ο Πατήρ.

Εάν δε εκεί, μολονότι ο Υιός είναι αυθυπόστατος και ομοούσιος, όμως ως αίτιος ο Πατήρ είναι ανώτερος, πολύ περισσότερον υπεροχωτέρα τών ενεργειών θα είναι η ουσία, αφού αυταί δεν είναι ούτε ομοούσιοι ούτε ετερούσιοι· διότι ταύτα ιδιάζουν εις τα αυθυπόστατα, ουδεμία ενέργεια δε είναι αυθυπόστατος. Διό και οι άγιοι λέγουν ότι αύται είναι περί τον Θεόν φύσει αϊδίως.

20 Εάν δε το αγαθόν και το υπερούσιον, το άναρχον και το άπειρον, και τα παρόμοια είναι περί τον Θεόν εξ αϊδίου, οι λέγοντες ότι ο Θεός δεν είναι κατ' ουσίαν πέραν τών αϊδίως περί αυτόν νοουμένων, δεν τον θεωρούν ούτε αίτιον αυτών κατ' ουσίαν· διότι το αίτιον υπέρκειται τών αιτιατών κατά το ότι είναι αίτιον.

Επομένως αυτοί είναι πράγματι οι προσβεβλημένοι από την νόσον τής διθεΐας, μάλλον δε τής πολυθεΐας· διότι δεν ανάγουν τα πάντα εις έν αίτιον και εις μίαν αναίτιον αρχήν, αλλά δέχονται πολλάς αρχάς και πολλά αίτια, προκαταρκτικά και αναίτια. Τούτους εντροπιάζων ο πολύς εις τα θεία Μάξιμος λέγει:

Περί Θείων Ενεργειών Ενότητα Ουσίας και Ενεργείας Και το αΐδιο θείο θέλημα και προορισμός Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά





8. Την ενότητα δε τής ουσίας και ενεργείας δεν την εκλαμβάνομεν υπό την έννοιαν ότι σημαίνουν το ίδιον πράγμα, αλλά κατά το αχώριστον, καθ' όσον δι' εκάστης ενεργείας αναγνωρίζεται όλος και μόνος και πάντοτε ο Θεός αμερώς· από αυτάς άλλωστε παρουσιάζεται το θείον ως μη σύνθετον αλλά απλούν, όπως και ο σοφός εις τα τοιαύτα Δαμασκηνός λέγει:

"δια να μη παρουσιάζεται σύνθετον το θείον, πράγμα το οποίον είναι δείγμα τής εσχάτης ασεβείας, πρέπει παν λεγόμενον επί τού Θεού να εκλαμβάνεται ότι δεν σημαίνει τι είναι κατ' ουσίαν ο Θεός, αλλά ότι δηλώνει ή τι δεν είναι ή σχέσιν ή κάτι από τας ιδιότητας τής θείας φύσεως ή ενέργειαν" (Αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού "Έκδοσις Ορθοδόξους πίστεως"  1, 9, PG 94, 836A).

Διότι το όνομα Θεός είναι όνομα ενεργείας, "από το ρήμα θέειν (τρέχειν) και διακυβερνάν τα πάντα ή αίθειν, δηλαδή καίειν", (Αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού "Έκδοσις Ορθοδόξου πίστεως"  1, 9, PG 94, 936Β - 837Α. Παράβαλλε και Γρηγορίου τού Θεολόγου, Λόγον 30 (Θεολογικόν 4), 18, J Barbel χ. 206. PG 36, 128A), ή από το "θεάσθαι τα πάντα" (Μ. Βασιλείου (Ευαγρίου Ποντικού), Επιστολή 8, 11, Courtonne 1, 35. PG 32, 265A), διότι εθεάσατο τα πάντα εννοήσας αυτά αχράντως προ τής γενέσεώς των", και έκαστον σύμφωνα με την θελητικήν και άχρονον έννοιαν αυτού, η οποία ούσα προορισμός και εικών και παράδειγμα, πραγματοποιείται κατά τον προορισθέντα καιρόν" (Κυρίλλου Αλεξανδρείας "Περί Τριάδος" 11, PG 77, 1145Β).

Το γινόμενον λοιπόν είναι κτιστόν, ο δε προορισμός και το θέλημα το θείον και η πρόθεσις συνυπάρχουν αϊδίως με την ουσίαν τού Θεού και είναι άναρχα και άκτιστα· και κανέν από αυτά δεν είναι ουσία τού Θεού, όπως ελέχθη ανωτέρω. Και τόσον απέχουν ταύτα από το να είναι ουσία τού Θεού, ώστε ο Μέγας Βασίλειος εις τους Αντιρρητικούς να λέγη ότι η πρόγνωσις τού Θεού περί τινος πράγματος αρχήν μεν να μη έχη, τέλος δε να έχη την πραγματοποίησιν τού προγνωσθέντος. (Κατά Ευνομίου 4, PG 29, 680Β).
Συμφωνούν δε και οι αντιλέγοντες εις ημάς, αν και όχι αλαθήτως, ότι η άκτιστος ενέργεια τού Θεού είναι το αυτό με την ουσίαν τού Θεού, ενώ αποκρούουν τελείως την μη ταύτισιν. Εδώ δε ημείς απεδείξαμεν λαμπρώς και την μη ταύτισιν.

Η οντολογία της θεοποιού Χάριτος κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά Η οντολογία τής θεοποιού Χάριτος κατά τον υπέρμαχο τού Ησυχασμού Δημητρίου Ι. Τσελεγγίδη




Αποτελεί επεξεργασμένη μορφή μιας παραγράφου της μελέτης μας, Χάρη και ελευθερία κατά την Πατερική Παράδοση του ΙΔ’ αιώνα, Θεσσαλονίκη 1987, σ. 21-39.

Η Χάρη του Θεού κατά την θεολογία και την πνευματική εμπειρία των Πατέρων της Ορθόδοξης Ανατολής αποτελεί θεολογικό όρο με σαφές δογματικό περιεχόμενο. Ο όρος «Χάρις Θεού» στο πλαίσιο της θεολογίας δηλώνει κατά τον ησυχαστή άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά μία συγκεκριμένη φυσική και ουσιώδη ενέργεια του Θεού, που όταν γίνεται μεθεκτή, θεώνει χαρισματικώς τους μετόχους της[1]. Είναι κατά συνέπεια προφανής η σωτηριολογικού χαρακτήρα σημασία της, γι’ αυτό και δεν πρέπει να ταυτίζεται με τις άλλες ενέργειες[2] του Τριαδικού Θεού.

O άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θεμελιώνει βιβλικώς τον όρο «χάρις» προσδίδοντας ιδιαίτερη θεολογική σημασία σε διάφορες λεκτικές διαρυπώσεις τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης, που υποδηλώνουν τον δογματικό χαρακτήρα της. Ειδικότερα, αναφερόμενος στο χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης: «Κύριος υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν» [3], ταυτίζει την διδόμενη στους ταπεινούς χάρη με την θεία Χάρη, η οποία «διά φωτός επιφαίνεται» [4]. Παράλληλα, επαναλαμβάνει την χριστολογική ερμηνεία του ιερού Χρυσοστόμου[5] στο ψαλμικό χωρίο: «εξεχύθη χάρις εν χείλεσί σου» [6], για να διακηρύξει τον άκτιστο χαρακτήρα της θείας Χάριτος[7], ενώ προσεγγίζοντας ερμηνευτικά το χωρίο του προφήτη Ιερεμία: «εμέ εγκατέλιπον πηγήν ύδατος ζώντος» [8] παρατηρεί, ότι το «ζων ύδωρ» είναι η θεία Χάρη και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος[9]. Αλλά, η θεία Χάρη ως δόξα και λαμπρότητα του Θεού είναι κατά τον Παλαμά το «φως», με το οποίο περιβάλλεται ο Θεός κατά τον Ψαλμωδό[10]. Το φως αυτό είναι το θείο και άυλο «πυρ», που φωτίζει τις ψυχές των ανθρώπων[11] και τους καθοδηγεί[12] προς τον Θεό. Άλλωστε, και ο «άρτος των αγγέλων», που κατά τον Ψαλμωδό έφαγε ο λαός του Θεού στην έρημο[13], είναι κατά τον Παλαμά αυτό το φως της θείας Χάριτος[14], με το οποίο τρέφονται πνευματικώς οι άγγελοι αλλά και οι πνευματικοί άνθρωποι.

Περί Θειας και Θεοποιού Μεθέξεως ή περί τής Θείας και Υπερφυούς απλότητος Τα ζώα και τα άψυχα δεν μετέχουν αγιότητας Αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά



Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, ξεκινώντας την αναίρεση τών επιχειρημάτων εκείνων τών Δυτικότροπων αιρετικών που βλασφημούσαν το Άκτιστο φως ως κτιστό, χρησιμοποιεί ένα πρώτο αμυντικό επιχείρημα που θα δούμε στο παρόν 1ο μέρος αυτού τού έργου του. Απαντώντας στο επιχείρημα που τού έλεγαν οι αιρετικοί, ότι αν οι άγιοι μετέχουν Ακτίστων ενεργειών τού Θεού, τότε μετέχουν δήθεν αγιότητας και τα άλλα κτίσματα, ξεκαθαρίζει ότι άλλο είναι η αγιαστική Χάρις και άλλο είναι οι λοιπές Άκτιστες ενέργειες στις οποίες μετέχουν τα λοιπά κτίσματα, γιατί αν η αγιότητα θα ήταν κοινή, θα οδηγούμασταν σε αγιοποίηση ακόμα και τών ζώων.

Λέει λοιπόν ο άγιος, ότι ακόμα και κτιστή αν λέγαμε ότι είναι η Χάρη τού Θεού, το αδιέξοδο θα παρέμενε, καθώς όπως μία δήθεν κτιστή χάρη θα αγίαζε τους ανθρώπους, θα αγίαζε ομοίως και όλα τα λοιπά κτίσματα, εφ' όσον μετέχουν όλα τής ίδιας Χάριτος. Συνεπώς πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ Αγιαστικής Ακτίστου Χάριτος και λοιπών "μοιρών" τής ιδίας Ακτίστου Χάριτος, αλλά με διαφορετικό αποτέλεσμα και όχι αγιαστικό, ανάλογα με το ον στο οποίο μετέχεται.

Τη συνέχεια τής επιχειρηματολογίας του, θα τη δούμε στο επόμενο 2ο μέρος καθώς θα παρουσιάζουμε τους λόγους τού αγίου σταδιακά σε συνέχειες.

Κείμενο
   

Μετάφραση
A. Φέρε δη προθώμεν νυν το υπ' αμφοτέρων φανερώς λεγόμενον και δοκούν έχειν τινά λόγον απορίας.

Φασί γαρ προς ημάς:

«Ει την εν τοις Αγίοις χάριν άκτιστον δι' ουδέν άλλο λέγετε, ή ότι μετέχουσι Θεού, πάντα δε τα κτίσματα μετέχει του Θεού (και γαρ δια πάντων διήκει και πάσι μεταδίδωσι, τοις μεν τού είναι, τοις δε προς τω είναι και τού ζην αισθητικώς ή λογικώς ή νοερώς), Άκτιστον έσται τούτοις άπασι, τοις μεν το είναι, τοις δε το ζην, τοις δε προς τούτοις και το λογίζεσθαι και το νοείν».

Ημείς δε τοις Αγίοις συμφωνούντες ουδεμίας αν αυτούς ηξιώσαμεν απολογίας· πίστις γαρ ηγείται των Χριστιανικών δογμάτων, αλλ' ουκ απόδειξις. Δια δε τους εκ της πιθανολογίας εκείνων παρασυρομένους ανθυπενεγκείν δέον αν είη προς αυτούς, ως:

Ει την εν τοις Αγίοις θεουργόν χάριν, ω βέλτιστοι, δια τούτο λέγετε κτιστήν, επεί πάντα τα κτιστά μετέχει τού Θεού, πάνθ’ υμίν άγια κληθήσεται και θεοποιηθήσεται πάσα κτίσις παρ’ υμών· ου γαρ τα λογικά μόνον έσται άγια, μάλλον δε των λογικών οι της θεοποιού δωρεάς τού Πνεύματος μετεσχηκότες, αλλά και τα άλογα και προς τούτοις τα άψυχα.

Τι γαρ είπερ έτερον ετέρου βελτίονος μετείληχεν υπάρξεώς τε και ζωής; Καν τοις αγίοις ίδοις αν διαφοράν. Ουκούν αγιωτέρα μεν σοι μέλιττα της μυίας, μελίττης δε αμνάς, αμνάδος δ' έτερ’ άττα, και τούτων άνθρωπος, καν Ιεζάβελ ή τυχόν. Και πάλιν, μύρμηξ κωνώπων αγιώτερος, του δε κριός, ει δε βούλει ταύρος ή ελέφας ή τι των θηρίων έτερον, των αύθις άνθρωπος, καν ή κατά τον Αχαάβ.
Τοιούτος άγιος είη αν και ο προς τοιαύτα γελοία δια των καταγελάστων δογμάτων κατασπών ημάς, ος και τω τού Χριστού ευαγγελίω δήλός εστιν αντιταττόμενος.    

1. Εμπρός λοιπόν τώρα, ας προβάλουμε αυτό που λένε φανερά κάποιοι και θεωρούν ότι προκαλεί απορία.

Επειδή μάς λένε:

Ιστορία του Μοναχισμού Η παρανόηση του Ασκητικού μυστικισμού του αγίου Γρηγορίου Νύσσης από τον Προτεσταντισμό του Γεωργίου Φλωρόφσκυ Επίτιμου καθηγητού της Ιστορίας της Ανατολικής Εκκλησίας του Πανεπιστημίου του Harvard





Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο: "Οι Βυζαντινοί Ασκητικοί και Πνευματικοί Πατέρες". (Μετάφραση Παναγιώτη Κ. Πάλλη. Εκδόσεις Πουρναρά. Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 230-238).


Όπως το διατύπωσε ακριβώς ένας λόγιος, «ο Γρηγόριος Νύσσης οικοδόμησε ένα ολόκληρο σύστημα Χριστιανικής σκέψεως που θα ήθελε να είναι η δικαίωση της μοναστικής ζωής και να εφοδιάσει με έναν μυστικισμό καμωμένον ρητά για τις ανάγκες του. Πρέπει να πούμε ακόμα περισσότερα: Ήταν ο Γρηγόριος Νύσσης που προετοίμασε μέσα στο μοναχισμό μια τελική ανάπτυξη της Αλεξανδρινής γνώσεως που θα τον οδηγούσε σε ό,τι οι επόμενες περίοδοι θα ονόμαζαν, ακριβώς, μυστικισμό.

 Αρχίζει να αναγνωρίζεται ότι ο Γρηγόριος Νύσσης ήταν ένας από τους πιο δυνατούς και πρωτότυπους διανοητές που παρουσιάστηκε ποτέ μέσα στην ιστορία της Εκκλησίας. Ήταν επίσης ένας από τους πνευματικούς συγγραφείς που επηρέασαν βαθιά την πνευματικότητα του ανατολικού μοναχισμού.

Η ανακάλυψη του από τη Δύση προκάλεσε μια από τις πιο έντονες ζυμώσεις στη σκέψη των πνευματικών συγγραφέων των τελευταίων Μέσων Χρόνων ή του δωδέκατου αιώνα. Η σπουδαιότητα αυτής της επιδράσεως, ακόμα και όπου ασκήθηκε άμεσα, αναγνωρίστηκε μόλις πριν από λίγο καιρό. Για να συμβεί αυτό χρειάστηκε η ανακάλυψη από τον Werner Jaeger ολόκληρου του κειμένου του έργου του «De Institute Christiano» («Περί του κατά Θεόν σκοπού και της κατά αλήθειαν ασκήσεως») και η επακολουθήσασα κατάδειξη ότι τα κείμενα του Ψευδό Μακαρίου, όχι μόνο δεν έχουν επηρεάσει αυτό το έργο, αλλά από πολλές απόψεις δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια εκλαΐκευση ανάμεσα σε μοναστικούς κύκλους της διδασκαλίας του Γρηγορίου. Σχεδόν συγχρόνως, αναγνωρίστηκε η επίδραση του Γρηγορίου, όχι μόνο στον Ευάγριο, άλλα σε όλη τη Συριακή Σχολή. Εξαιτίας αυτής της μεταβολής αντιλήψεως, ίσως, ο Γρηγόριος εμφανίστηκε ως πρόδρομος και αναμφιβόλως ως κύριος εμπνευστής του άγνωστου συγγραφέως που μας κρύβεται ακόμα κάτω από τη μάσκα του Αρεοπαγίτη … [ο Γρηγόριος] ήταν ένας από τους σπάνιους συγγραφείς για τους όποιους μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι είχαν μελετήσει πλήρως τους αρχαίους και τους είχαν τελείως αφομοιώσει. Αλλά αυτή η αφομοίωση είναι ακριβώς τέτοιας ποιότητας ώστε αυτός να μην βρίσκει καμιά δυσκολία στο να κυριαρχεί σ' όλο το τεράστιο υλικό των ιδεών και διατυπώσεων που κατέχει, για να το χρησιμοποιήσει και να το υποτάξει στην έκφραση της δικής του σκέψεως… Η βάση της σκέψεως του Γρηγορίου παραμένει, πράγματι, Χριστιανική και Βιβλική, σύμφωνα με τη σχολή του Ωριγένη, τον οποίον αυτός κατανόησε καλύτερα, ίσως, από αποιονδήποτε άλλον, άλλα τον χρησιμοποίησε με κυριαρχική ελευθερία που πάντοτε είχε. Ένα αυθόρμητο μεταφυσικό πνεύμα, στο οποίο η οξύτητα της υπαρξιακής αντιλήψεως συνδεόταν με τη δύναμη της μεθοδολογικής σκέψεως … Η σκέψη του αυθόρμητα επιλαμβάνεται με την πολυπλοκότητα ενός συγκεκριμένου προβλήματος χρησιμοποιώντας αναλύσεις οι οποίες επανενώνουν και συμπληρώνουν η μια την άλλη ώστε να περιλαμβάνουν ολόκληρη την πραγματικότητα … Γενικά, η σκέψη του διέρχεται τρία διαδοχικά στάδια. Στην αρχή έρχεται η βιβλική, Χριστιανική διαίσθηση, που έχει για ένα κείμενο ή ένα θέμα που ανασύρει από την παράδοση … Ύστερα ακολουθεί η συμφωνία και η πολύ προσωπική έκφραση αυτής της διαισθήσεως στη φιλοσοφική γλώσσα που είναι δική του, και εδώ πρέπει να προσέξουμε να μην ερμηνεύσουμε πολύ βιαστικά τους όρους του, όπως θα τους ερμηνεύαμε αν τους βρίσκαμε στον Πλάτωνα, στο μεταγενέστερο Στωικισμό, ή ακόμα στον Πλωτίνο. Και τέλος, αυτή η σκέψη αναπτύσσεται με επιστροφή στη Βίβλο μέσα στην οποία οι σχέσεις, όχι μόνο μ' ένα μεμονωμένο κείμενο, αλλά με όλο το ρεύμα της παραδόσεως καταδεικνύονται και δικαιώνονται».

Γρηγορίου Νύσσης Περί τής τριημέρου προθεσμίας τής Αναστάσεως τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού






Εί τις πατριαρχών ευλογία θείω Πνεύματι το βέβαιον έχουσα, εί τι της πνευματικής νομοθεσίας αγαθόν δι’ επαγγελίας τοις κατορθούσιν ελπίζεται, εί τις δια των ιστορικών αινιγμάτων της αληθείας προδιατύπωσις είναι πεπίστευται, εί τις προφητική φωνή τα υπέρ φύσιν ευαγγελίζεται, πάντα εκείνα η παρούσα χάρις εστίν. Και ώσπερ κατά το προκείμενον τοις οφθαλμοίς ημών θέαμα, εν φως περιαστράπτει τας όψεις εκ μυρίων λαμπάδων ερανιζόμενον, ούτω πάσα η του Χριστού ευλογία, πυρσού δίκην καθ’ εαυτήν λάμπουσα, τούτο ημίν το μέγα φως απεργάζεται, το εκ πολλών τε και ποικίλων των της Γραφής ακτίνων συγκεραννύμενον’ έξεστι γαρ λαβείν αφ’ εκάστου των θεοπνεύστων υποδειγμάτων το τη παρούση ιερομηνία κατάλληλον. Ζητείς την το Αβραάμ ευλογίαν˙ έχεις το ζητούμενον εις τα παρόντα βλέπων. Οράς τα άστρα του ουρανού;

Ταύτα λέγω τα άστρα τα εκ του Πνεύματος ημίν αρτίως επανατείλαντα και ουρανόν αθρόως την Εκκλησίαν ποιήσαντα, ών η της ψυχής απαστράπτουσα χάρις, ταις των πυρσών ακτίσι διασημαίνεται. Και ταύτά τις ειπών όντως του Αβραάμ είναι τέκνα, τα εξ επαγγελίας αυτώ γεγενημένα, τα τοις άστροις του ουρανού ομοιούμεθα της αληθείας ουχ αμαρτήσεται. Θαυμάζεις τον υψηλόν Μωυσέα τον πάσαν την του Θεού κτίσιν διαλαβόντα τη δυνάμει της γνώσεως. Ιδού σοι της πρώτης κοσμογενείας το ευλογημένον Σάββατον, γνώρισον δι’ εκείνου το Σαββάτου τούτο το Σάββατον την της καταπαύσεως ημέραν, ήν ευλόγησεν ο Θεός υπέρ τας άλλας ημέρας. Εν ταύτη γαρ ως αληθώς κατέπαυσεν από πάντων των έργων αυτού ο μονογενής Θεός δια της κατά τον θάνατον οικονομίας τη σαρκί σαββατίσας και εις ό ήν πάλιν επανελθών δια της αναστάσεως, άπαν το κείμενον εαυτώ συνανέστησε, ζωή και ανάστασις και ανατολή και όρθρος και ημέρα τοις εν σκότει και σκιά θανάτου γενόμενος.



Πλήρης σοι και η ιστορία της συγγενούς ευλογίας˙ ο πατήρ του Ισαάκ εκείνου του αγαπητού μη φειδόμενος και ο μονογενής προσφορά και θυσία γενόμενος και ο αμνός αντί τούτου σφαγιαζόμενος. Έξεστι γαρ ιδείν εν τη ιστορία παν το της ευσεβείας μυστήριον. Ο αμνός του ξύλου εξήρτηται εκ των κεράτων εχόμενος ο δε μονογενής βαστάζει εφ’ εαυτού τα της ολοκαρπώσεως ξύλα. Οράς πώς ο πάντα φέρων τω ρήματι της δυνάμεως αυτού ο αυτός και το φορτίον φέρει των ημετέρων ξύλων και υπό του ξύλου αναλαμβάνεται βαστάζων ως Θεός και ως αμνός βασταζόμενος, ούτω του αγίου Πνεύματος το μέγα μυστήριον τυπικώς αμφοτέροις επιμερίσαντος τω τε ηγαπημένω Υιώ και τω συμπαραδειχθέντι προβάτω, ώστε δειχνθήναι εν μεν τω προβάτω το του θανάτου μυστήριον, εν δε τω Μονογενεί την ζωήν την μη διακοπτομένην τω θανάτω; Ει δε βούλει και αυτόν τον Μωυσέα λαβείν τη των χειρών εκτάσει τον σταυρόν διαγράφοντα και τω σχήματι τούτω τον Αμαληκίτην καταστρεφόμενον, έξεστί σοι βλέπειν εν τη αληθεία τον τύπον και τω σταυρώ τον Αμαλήκ υποπίπτοντα.

Η σπερματική δύναμη τού Θεού πίσω από τη φυσική ακολουθία τής δημιουργίας Αγίου Γρηγορίου Νύσσης





Πηγή: Αγίου Γρηγορίου Νύσσης: "Απολογητικός προς Πέτρον τον αδελφόν αυτού, περί τής Εξαημέρου". PG 44: 69-80.


Αρχαίο Κείμενο     Μετάφραση

Ει άυλός εστιν ο Θεός, πόθεν η ύλη, πώς το ποσόν εκ του απόσου, και εκ του αόπτου το ορατόν, και εκ του αμεγέθους τε και αορίστου, το πάντως όγκω τινί και πηλικότητι οριζόμενον; Και τα άλλα πάντα όσα περί την ύλην οράται, πώς ή πόθεν παρήγαγεν ο μηδέν εν τη εαυτού φύσει τοιούτον έχων;

Μία γαρ εκάστου τών περί της ύλης προφερομένων ημίν η λύσις: Το μήτε αδύνατον την σοφίαν του Θεού υποτίθεσθαι, μήτε την δύναμιν άσοφον· αλλά μετ' αλλήλων είναι ταύτα. Και εν αμφότερα δείκνυσθαι, ως άμα και κατά ταυτόν τω ετέρω συγκαθοράσθαι το έτερον. Το τε γαρ σοφόν αυτού θέλημα τη δυνάμει των ενεργουμένων εφανερώθη, και η ενεργητική αυτού δύναμις εν τω σοφώ θελήματι ετελειώθη.

Ει ουν εν τω αυτώ και κατά ταυτόν εστιν η σοφία και η δύναμις ούτε αγνοεί όπως αν ύλη προς την κατασκευήν ευρεθείη των όντων, ούτ' αδυνατεί το νοηθέν προαγαγείν εις ενέργειαν.

Πάντα δε δυνάμενος, ομού τα πάντα δι' ων η ύλη συνίσταται τω σοφώ τε και δυνατώ θελήματι κατεβάλετο προς την απεργασίαν των όντων, το κούφον, το βαρύ, το ναστόν, το αραιόν, το μαλακόν, το αντίτυπον, το υγρόν, το ξηρόν, το ψυχρόν, το θερμόν, το χρώμα, το σχήμα, την περιγραφήν, το διάστημα· α πάντα μεν καθ' εαυτά έννοιαί εστι και ψιλά νοήματα. Ου γαρ τι τούτων εφ' εαυτού ύλη εστίν, αλλά συνδραμόντα προς άλληλα, ύλη γίνεται.

Ει ουν τω υπερέχοντι της σοφίας και της δυνάμεως, και πάντα οίδε και πάντα δύναται, τάχα πώς προσεγγίζομεν τη υψηλή του Μωϋσέως φωνή, ος φησιν· "Εν κεφαλαίω (τούτο γαρ αντί της "αρχής" Ακύλας εκδέδωκε) πεποιήσθαι παρά του Θεού τον ουρανόν και την γην";

Επειδή γαρ εισαγωγικόν προς θεογνωσίαν το της Γενέσεως βιβλίον ο προφήτης πεποίηται, και σκοπός εστι τω Μωυσή, τους τη αισθήσει δεδουλωμένους χειραγωγήσαι δια των φαινομένων προς τα υπερκείμενα της αισθητικής καταλήψεως, ουρανώ δε και τη γη ορίζεται ημίν η δια της όψεως γνώσις.

Δια τούτο ως περιεκτικά των όντων τα έσχατα τών δια της αισθήσεως ημίν γινωσκομένων ο λόγος ωνόμασεν, ίνα δια του τα περιέχοντα ειπείν παρά Θεού γεγενήσθαι, συμπεριλάβη παν το εντός των άκρων περιεχόμενον, και αντί του ειπείν ότι αθρόως πάντα τα όντα ο Θεός εποίησεν, είπεν "εν κεφαλαίω", ήτοι "εν αρχή" πεποιηκέναι τον Θεόν τον ουρανόν και την γην.

Μία δε των δύο φωνών η σημασία, της τε αρχής και του κεφαλαίου. ∆ηλούται γαρ επίσης δι' εκατέρων το αθρόον: εν μεν γαρ τω "κεφαλαίω", το συλλήβδην τα πάντα γεγενήσθαι περιίστησι, δια δε της "αρχής" δηλούται το ακαρές τε και αδιάστατον. Η γαρ "αρχή" παντός διαστηματικού νοήματος αλλοτρίως έχει. Ως το σημείον αρχή της γραμμής, και του όγκου το άτομον, ούτως και το ακαρές του χρονικού διαστήματος.

Η ουν αθρόα των όντων παρά τής αφράστου δυνάμεως του Θεού καταβολή, αρχή παρά του Μωϋσέως, ήτουν κεφάλαιον κατωνομάσθη, εν ή το παν συστήναι λέγεται· τα μεν άκρα των όντων ειπών· τα δε μέσα κατά το σιωπώμενον τοις άκροις συνενδειξάμενος. Άκρα δε φημι, δια την ανθρωπίνην αίσθησιν, ή ούτε εις τα υπό γην διαδύεται, ούτε τον ουρανόν διαβαίνει.

Ουκούν τούτο νοείν, η αρχή της κοσμογονίας υποτίθεται, ότι πάντων των όντων τας αφορμάς και τας αιτίας, και τας δυνάμεις, συλλήβδην ο Θεός εν ακαρεί κατεβάλλετο, και εν τη πρώτη του θελήματος ορμή, η εκάστου των όντων ουσία συνέδραμεν, ουρανός, αιθήρ, αστέρες, πυρ, αήρ, θάλασσα, γη, ζώον, φυτά· α τω μεν θείω οφθαλμώ πάντα καθεωράτο, τω της δυνάμεως λόγω δεικνύμενα, τω, καθώς φησιν η προφητεία, «ειδότι πάντα προ της γενέσεως αυτών.»