Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

Σχετικά με την πράξη της προσευχής



Δεν δίνετε προσοχή στην προσευχή στην καθημερινότητά σας. Οι άνθρωποι πάντα παράβλεπαν την προσευχή. Στο παρελθόν οι προσευχές τους ήταν απλώς διεκπεραιωτικές και χαζολογούσαν και κανείς τους δεν αφιέρωσε ποτέ την καρδιά του ενώπιον του Θεού ούτε κι αληθινά προσευχήθηκε στον Θεό. Οι άνθρωποι προσεύχονται στον Θεό μονάχα όταν κάτι τους συμβαίνει. Μέσα σ’ όλο αυτό το διάστημα, έχετε ποτέ προσευχηθεί πραγματικά στον Θεό; Έχετε ποτέ δακρύσει από πόνο ενώπιον του Θεού; Έχετε ποτέ φτάσει να γνωρίσετε τον εαυτό σας ενώπιον του Θεού; Είχατε ποτέ μια εγκάρδια προσευχή με τον Θεό; Η προσευχή γίνεται πράξη βαθμιαία: Αν γενικά δεν προσεύχεσαι στο σπίτι, τότε δεν θα έχεις τρόπο να προσευχηθείς στην εκκλησία και αν δεν προσευχηθείς κανονικά στις μικρές συνάξεις, τότε θα είσαι ανίκανος να προσευχηθείς κατά τη διάρκεια μεγάλων συνάξεων. Αν συνήθως δεν προσεγγίζεις τον Θεό ή δεν αναλογίζεσαι τα λόγια του Θεού, τότε δεν θα έχεις τίποτα να πεις όταν είναι καιρός να προσευχηθείς - και ακόμα κι αν προσεύχεσαι, θα είναι μόνο στα λόγια· δεν θα προσεύχεσαι πραγματικά.

Τι σημαίνει να προσεύχεσαι πραγματικά; Σημαίνει να βγαίνουν τα λόγια μέσα από την καρδιά σου προς τον Θεό και να είσαι σε επαφή με τον Θεό έχοντας καταλάβει το θέλημά Του και βασιζόμενος στα λόγια Του· σημαίνει να αισθάνεσαι ιδιαίτερα κοντά στον Θεό, να αισθάνεσαι ότι είναι μπροστά σου και ότι έχεις κάτι να Του πεις· και σημαίνει να ακτινοβολείς έντονα μέσα στην καρδιά σου και να αισθάνεσαι ότι ο Θεός είναι ιδιαίτερα αγαπητός. Θα νιώσεις ιδιαίτερα εμπνευσμένος κι αφού ακούσουν τα λόγια σου, οι αδελφοί κι οι αδελφές σου θα αισθάνονται ικανοποιημένοι, θα αισθάνονται ότι οι λέξεις που λες είναι οι λέξεις μέσα στις καρδιές τους, οι λέξεις που εύχονται να πουν κι αυτό που λες αντιπροσωπεύει αυτό που θέλουν να πουν. Αυτή είναι η σημασία του να προσεύχεσαι πραγματικά. Αφού προσευχηθείς πραγματικά, στην καρδιά σου θα αισθανθείς ειρήνη και ικανοποίηση· η δύναμη να αγαπάς τον Θεό θα υψωθεί και θα νιώθεις ότι τίποτα σε ολόκληρη τη ζωή σου δεν είναι πιο αξιόλογο ή σημαντικό από το να αγαπάς τον Θεό· και όλα αυτά θα αποδείξουν ότι οι προσευχές σου ήταν αποτελεσματικές. Έχεις ποτέ προσευχηθεί με τέτοιο τρόπο;

Και τι συμβαίνει με το περιεχόμενο των προσευχών; Πρέπει να προσεύχεσαι, βήμα-βήμα, σύμφωνα με την πραγματική σου κατάσταση και με αυτό που πρέπει να γίνει από το Άγιο Πνεύμα, και θα πρέπει να είσαι σε επαφή με τον Θεό σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και τις απαιτήσεις Του για τον άνθρωπο. Όταν αρχίζεις να λες τις προσευχές σου, δώσε πρώτα την καρδιά σου στον Θεό. Μην επιχειρήσεις να καταλάβεις το θέλημα του Θεού· προσπάθησε μόνο να πεις τις λέξεις μέσα από την καρδιά σου προς τον Θεό. Όταν βρίσκεσαι ενώπιον του Θεού, μίλα κατ’ αυτόν τον τρόπο: «Ω Θεέ! Μόλις σήμερα συνειδητοποιώ ότι συνήθιζα να σε παρακούω. Είμαι πραγματικά διεφθαρμένος και ελεεινός. Πριν, έχανα το χρόνο μου· από σήμερα θα ζω για Σένα, θα ζήσω μια ζωή με νόημα και θα ικανοποιώ το θέλημά Σου. Θα ήθελα το Πνεύμα Σου πάντα να εργάζεται μέσα μου και πάντα να με φωτίζει και να με διαφωτίζει, ώστε να μπορώ να γίνω ισχυρός κι ακλόνητος μάρτυρας ενώπιόν Σου, επιτρέποντας στον Σατανά να δει τη δόξα Σου, τη μαρτυρία Σου και την απόδειξη του θριάμβου Σου μέσα μας.» Όταν προσευχηθείς με αυτόν τον τρόπο, η καρδιά σου θα απελευθερωθεί τελείως, έχοντας προσευχηθεί με αυτόν τον τρόπο, η καρδιά σου θα είναι πιο κοντά στον Θεό κι αν συχνά προσεύχεσαι κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Άγιο Πνεύμα θα εργάζεται αναπόφευκτα μέσα σου. Εάν πάντα επικαλείσαι τον Θεό με αυτόν τον τρόπο και δίνεις την υπόσχεσή σου ενώπιον του Θεού, θα έρθει η ημέρα που η υπόσχεσή σου μπορεί να γίνει αποδεκτή ενώπιον του Θεού, όταν η καρδιά σου και ολόκληρη η ύπαρξή σου θα ληφθούν από τον Θεό και τελικά θα οδηγηθείς στην τελείωση από τον Θεό. Η προσευχή είναι υψίστης σημασίας για εσάς. Όταν προσεύχεσαι, λαμβάνεις το έργο του Αγίου Πνεύματος, η καρδιά σου συγκινείται κατ’ αυτόν τον τρόπο από τον Θεό κι η δύναμη της αγάπης για τον Θεό ξεπηδά από μέσα σου. Αν δεν προσεύχεσαι με την καρδιά σου, αν δεν ανοίξεις την καρδιά σου για να έρθεις σε επαφή με τον Θεό, τότε ο Θεός δεν θα έχει τρόπο να εργάζεται μέσα σου. Εάν, αφού προσευχηθείς, έχεις πει όλα τα λόγια μέσα από την καρδιά σου και το Πνεύμα του Θεού δεν έχει εργαστεί, αν δεν αισθάνεσαι εμπνευσμένος μέσα σου, τότε αυτό δείχνει ότι η καρδιά σου δεν είναι ειλικρινής , ότι τα λόγια σου δεν είναι αληθινά κι είναι ακόμα ακάθαρτα. Εάν, αφού προσευχηθείς, είσαι ικανοποιημένος, τότε οι προσευχές σου έγιναν αποδεκτές από τον Θεό και το Πνεύμα του Θεού εργάστηκε μέσα σου. Ως κάποιος που υπηρετεί ενώπιον του Θεού, δεν μπορείς να υπάρχεις χωρίς προσευχές. Αν βλέπεις αληθινά τη συναναστροφή με τον Θεό ως κάτι που έχει νόημα και αξία, μπορείς να απαρνηθείς την προσευχή; Κανείς δεν μπορεί να είναι χωρίς κοινωνία με τον Θεό. Χωρίς προσευχή, ζεις κατά σάρκα, ζεις στα δεσμά του Σατανά· χωρίς αληθινή προσευχή, ζεις υπό την επιρροή του σκότους. Ελπίζω ότι οι αδελφοί και οι αδελφές μπορούν αληθινά να προσεύχονται κάθε μία μέρα. Αυτό, ωστόσο, δεν είναι προσκόλληση στο δόγμα, αλλά ένα αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί. Είσαι πρόθυμος να παραιτηθείς από λίγο ύπνο και ικανοποίηση, λέγοντας τις πρωινές προσευχές την αυγή και στη συνέχεια απολαμβάνοντας τα λόγια του Θεού; Εάν προσεύχεσαι και τρως και πίνεις τα λόγια του Θεού, με αυτόν τον τρόπο, με μια καθαρή καρδιά, τότε θα είσαι περισσότερο αποδεκτός από τον Θεό. Αν το κάνεις αυτό καθημερινά, κάνοντας πράξη το δόσιμο της καρδιάς σου στον Θεό κάθε μέρα κι ερχόμενος σε επαφή με τον Θεό, τότε η γνώση σου για τον Θεό είναι βέβαιο ότι θα αυξηθεί και θα είστε σε καλύτερη θέση να κατανοήσεις το θέλημα του Θεού. Πρέπει να λες: «Ω Θεέ! Επιθυμώ να εκπληρώνω το καθήκον μου. Για να μπορείς να δοξάζεσαι μέσα μας και να απολαύσεις τη μαρτυρία μέσα μας, σε αυτήν την ομάδα ανθρώπων, δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο από το να αφιερώσω όλη την ύπαρξή μου σε Εσένα. Σε παρακαλώ να εργάζεσαι μέσα σε εμάς, για να μπορώ πραγματικά να σε αγαπώ και να σε ικανοποιήσω και να σε καταστήσω τον στόχο που επιδιώκω.» Όταν είσαι κάτοχος αυτού του φορτίου, ο Θεός σίγουρα θα σε οδηγήσει στην τελείωση· δεν πρέπει μόνο να προσεύχεσαι για χάρη του εαυτού σου, αλλά και για χάρη της εκτέλεσης του θελήματος του Θεού και για χάρη της αγάπης προς Αυτόν. Αυτό είναι το πιο αληθινό είδος προσευχής. Προσεύχεσαι ώστε να κάνεις το θέλημα του Θεού;

Πριν, δεν γνωρίζατε πώς να προσευχηθείτε και παραβλέπατε την προσευχή. Σήμερα, πρέπει να κάνετε ό,τι καλύτερο μπορείτε για να εκπαιδευτείτε στην προσευχή. Αν δεν μπορείς να επιστρατεύσεις τη δύναμη μέσα σου για ν’ αγαπήσεις τον Θεό, τότε πώς μπορείς να προσευχηθείς; Πρέπει να πεις: «Ω Θεέ! Η καρδιά μου είναι ανίκανη να Σε αγαπά πραγματικά, θέλω να Σε αγαπήσω, αλλά μου λείπει η δύναμη. Τι πρέπει να κάνω; Εύχομαι να μου ανοίξεις τα μάτια του πνεύματός μου, εύχομαι το Πνεύμα Σου να αγγίξει την καρδιά μου, έτσι ώστε ενώπιόν Σου να είμαι απαλλαγμένος από όλες τις παθητικές καταστάσεις και χωρίς περιορισμούς από οποιονδήποτε άνθρωπο, ουσία ή πράγμα· Εναπόθεσα εντελώς γυμνή την καρδιά μου ενώπιον Σου, ούτως ώστε ολόκληρη η ύπαρξή μου να αφιερωθεί μπροστά Σου και μπορείς να με δοκιμάσεις με όποιον τρόπο θελήσεις. Τώρα δεν σκέφτομαι τις προοπτικές μου, ούτε δεσμεύομαι από τον θάνατο. Χρησιμοποιώντας την καρδιά μου που Σε αγαπά, θέλω να αναζητήσω την οδό της ζωής. Όλα τα πράγματα και τα γεγονότα είναι στα χέρια Σου, η μοίρα μου είναι στα χέρια Σου και, επιπλέον, η ζωή μου ελέγχεται από τα χέρια Σου. Τώρα επιδιώκω την αγάπη Σου κι ανεξάρτητα από το αν με αφήσεις να Σε αγαπώ, ανεξάρτητα από το πώς παρεμβαίνει ο Σατανάς, είμαι αποφασισμένος να Σε αγαπώ.» Όταν αντιμετωπίζεις τέτοια πράγματα, προσεύχεσαι με αυτόν τον τρόπο. Αν το κάνεις κάθε μέρα, η δύναμη να αγαπάς τον Θεό σταδιακά θα αυξάνεται.

Πώς κάποιος εισέρχεται στην πραγματική προσευχή;

Ενώ προσεύχεσαι, η καρδιά σου πρέπει να είναι ειρηνική ενώπιον του Θεού και πρέπει να είναι ειλικρινής. Έρχεσαι αληθινά σε επαφή με τον Θεό και προσεύχεσαι με τον Θεό· δεν πρέπει να εξαπατάς τον Θεό χρησιμοποιώντας λόγια που ακούγονται ωραία. Η προσευχή πρέπει να επικεντρώνεται γύρω από αυτό που ο Θεός επιθυμεί να ολοκληρώσει σήμερα. Ζήτησε από τον Θεό να σου φέρει μεγαλύτερη φώτιση και διαφώτιση και φέρε την πραγματική κατάσταση και τα προβλήματά σου ενώπιον του Θεού, για να προσευχηθείς και να δώσεις υπόσχεση ενώπιον του Θεού. Η προσευχή δεν είναι το να ακολουθείς μια διαδικασία, αλλά η αναζήτηση του Θεού χρησιμοποιώντας την πίστη σου. Ζήτησε από τον Θεό να προστατεύσει την καρδιά σου, καθιστώντας την ικανή να είναι συχνά εν ειρήνη ενώπιον του Θεού, καθιστώντας εσένα σε θέση να γνωρίσεις τον εαυτό σου και να περιφρονείς τον εαυτό σου και να απαρνηθείς τον εαυτό σου στο περιβάλλον που έχει ορίσει ο Θεός για εσένα, επιτρέποντάς σου έτσι να έχεις μια κανονική σχέση με τον Θεό και κάνοντάς σε κάποιον που πραγματικά αγαπάει τον Θεό.

Ποια είναι η σημασία της προσευχής;

Η προσευχή είναι ένας από τους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος συνεργάζεται με τον Θεό, είναι ένα μέσο με το οποίο ο άνθρωπος στρέφεται προς τον Θεό και είναι η διαδικασία με την οποία ο άνθρωπος συγκινείται από το Πνεύμα του Θεού. Μπορεί να ειπωθεί ότι εκείνοι που ζουν χωρίς προσευχή, είναι νεκροί χωρίς πνεύμα, απόδειξη ότι στερούνται τις νοητικές ικανότητες να συγκινηθούν από τον Θεό. Δίχως προσευχή, οι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να επιτύχουν μια κανονική πνευματική ζωή, είναι πολύ λιγότερο δε σε θέση να ακολουθήσουν το έργο του Αγίου Πνεύματος· χωρίς την προσευχή διακόπτουν τη σχέση τους με τον Θεό και δεν είναι σε θέση να λάβουν την αποδοχή του Θεού. Όντας κάποιος που πιστεύει στο Θεό, όσο περισσότερο προσεύχεσαι, τόσο πιο πολύ συγκινείσαι από τον Θεό. Τέτοιοι άνθρωποι έχουν μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και είναι πιο ικανοί να λάβουν την πιο πρόσφατη διαφώτιση από τον Θεό· ως αποτέλεσμα αυτού, μόνο άνθρωποι όπως αυτοί μπορούν να οδηγηθούν στην τελείωση, το συντομότερο δυνατόν, από το Άγιο Πνεύμα.

Ποιο είναι το αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί με την προσευχή;

Οι άνθρωποι είναι σε θέση να φέρουν εις πέρας την πράξη της προσευχής και να κατανοήσουν τη σημασία της προσευχής, αλλά το αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί με την προσευχή δεν είναι απλή υπόθεση. Η προσευχή δεν συνίσταται στο να περατώσουμε τις τυπικότητες ή να ακολουθήσουμε τη διαδικασία ή να απαγγείλουμε τα λόγια του Θεού, ούτως ειπείν, η προσευχή δεν σημαίνει να παπαγαλίζεις λέξεις και να αντιγράφεις άλλους. Στην προσευχή, πρέπει να δώσεις την καρδιά σου στον Θεό, να μοιραστείς τα λόγια της καρδιάς σου με τον Θεό, ώστε να μπορείς να συγκινηθείς από τον Θεό. Για να είναι οι προσευχές σου αποτελεσματικές, τότε πρέπει να βασίζονται στην ανάγνωση των λόγων του Θεού. Μόνο με προσευχή εν μέσω των λόγων του Θεού θα μπορέσεις να λάβεις περισσότερη φώτιση και διαφώτιση. Η απόδειξη της αληθινής προσευχής είναι να έχεις μια καρδιά που λαχταράει τις απαιτήσεις του Θεού και είναι πρόθυμη να εκπληρώσει αυτές τις απαιτήσεις· θα είσαι σε θέση να μισείς όλα όσα μισεί ο Θεός, βάσει των οποίων θα έχεις γνώση και θα ξέρεις και θα σου ξεδιαλυθούν οι αλήθειες που εξηγούνται από τον Θεό. Έχοντας την απόφαση, την πίστη και τη γνώση και ένα μονοπάτι μέσω του οποίου θα κάνεις πράξη αφού προσεύχεσαι – μόνο αυτή είναι αληθινή προσευχή και μόνο αυτή η προσευχή μπορεί να είναι αποτελεσματική. Ωστόσο, η προσευχή πρέπει να οικοδομηθεί πάνω στα θεμέλια της απόλαυσης των λόγων του Θεού και της κοινωνίας με τον Θεό μέσα από τα λόγια Του, η καρδιά σου να μπορεί να αναζητήσει τον Θεό και να είναι ειρηνική ενώπιον του Θεού. Αυτή η προσευχή έχει ήδη φτάσει στο σημείο της αληθινής κοινωνίας με το Θεό.

Βασικές γνώσεις σχετικά με την προσευχή:

1. Μη λες στα τυφλά ό,τι σου έρχεται στο νου. Πρέπει να υπάρχει ένα βάρος μέσα στην καρδιά σου, δηλαδή, πρέπει να έχεις έναν στόχο όταν προσεύχεσαι.

2. Οι προσευχές σου πρέπει να περιέχουν τα λόγια του Θεού· πρέπει να βασίζονται στα λόγια του Θεού.

3. Όταν προσεύχεσαι, δεν μπορείς να αναμασάς τα παλιά. Δεν πρέπει να αναφέρεις πράγματα που είναι ξεπερασμένα. Θα πρέπει να εκπαιδεύσεις ειδικά τον εαυτό σου ώστε να λες τα τρέχοντα λόγια του Αγίου Πνεύματος· μόνο τότε θα μπορέσεις να συνδεθείς με τον Θεό.

4. Η ομαδική προσευχή πρέπει να επικεντρώνεται γύρω από έναν πυρήνα, ο οποίος πρέπει να είναι το έργο του Αγίου Πνεύματος σήμερα.

5. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν πώς να προσεύχονται για τους άλλους. Πρέπει να βρουν εκείνα από τα λόγια του Θεού για τα οποία θέλουν να προσευχηθούν, βάσει των οποίων πρέπει να νιώθουν ένα βάρος και για τα οποία πρέπει συχνά να προσεύχονται. Αυτή είναι μια εκδήλωση ενδιαφέροντος για το θέλημα του Θεού.

Η προσωπική ζωή της προσευχής βασίζεται στην κατανόηση της σημασίας της προσευχής και της βασικής γνώσης της προσευχής. Ο άνθρωπος πρέπει συχνά να προσεύχεται για τα ελαττώματά του στην καθημερινή του ζωή και πρέπει να προσεύχεται πάνω στο θεμέλιο της γνώσης των λόγων του Θεού για να επιφέρει αλλαγές στη διάθεση της ζωής του. Ο καθένας πρέπει να καθιερώσει τη δική του ζωή της προσευχής, πρέπει να προσεύχεται μέσω της γνώσης που βασίζεται στα λόγια του Θεού, να προσεύχεται για να αναζητήσει τη γνώση του έργου του Θεού. Τοποθέτησε τις πραγματικές σου περιστάσεις ενώπιον του Θεού και να είσαι ρεαλιστής και να μην δίνεις σημασία στη μέθοδο· το κλειδί είναι να αποκτήσεις μια πραγματική γνώση και να δοκιμάσεις πραγματικά τα λόγια του Θεού. Όποιος επιδιώκει την είσοδο στην πνευματική ζωή πρέπει να μπορεί να προσεύχεται με πολλούς τρόπους. Η σιωπηλή προσευχή, ο συλλογισμός των λόγων του Θεού, η γνωριμία με το έργο του Θεού και ούτω καθεξής. Αυτό το στοχευμένο έργο κοινωνίας συμβαίνει για να πετύχεις την είσοδο στην κανονική πνευματική ζωή, κάνοντας τη δική σου κατάσταση ενώπιον του Θεού ολοένα και καλύτερη και επιφέροντας ακόμα μεγαλύτερη πρόοδο στη ζωή σου. Εν ολίγοις, ό,τι κάνεις – είτε τρως και πίνεις τα λόγια του Θεού, είτε προσεύχεσαι σιωπηλά ή το δηλώνεις φωναχτά – συμβαίνει ώστε να δεις πιο ξεκάθαρα τα λόγια του Θεού και το έργο Του κι αυτό που θέλει να επιτύχει μέσα σου. Το πιο σημαντικό είναι να φτάσεις στα πρότυπα που απαιτεί ο Θεός και να πας τη ζωή σου στο επόμενο επίπεδο. Το ελάχιστο επίπεδο που ο Θεός απαιτεί από τους ανθρώπους είναι να μπορούν να ανοίξουν τις καρδιές τους σε Αυτόν. Εάν ο άνθρωπος δίνει την αληθινή καρδιά του στον Θεό και λέει στον Θεό τι πραγματικά βρίσκεται μέσα στην καρδιά του, τότε ο Θεός είναι πρόθυμος να εργαστεί στον άνθρωπο. Ο Θεός δεν θέλει τη μπερδεμένη καρδιά του ανθρώπου, αλλά την καθαρή και ειλικρινή καρδιά του. Εάν ο άνθρωπος δεν μιλάει πραγματικά από την καρδιά του στον Θεό, τότε ο Θεός δεν συγκινεί την καρδιά του ανθρώπου, ούτε εργάζεται μέσα σε αυτόν. Έτσι, το πιο σημαντικό πράγμα για να προσεύχεσαι είναι να μιλάς με τα λόγια της αληθινής σου καρδιάς στον Θεό, λέγοντας στον Θεό τις ατέλειες ή την ανυπάκουη διάθεσή σου και να ανοίγεσαι στον Θεό. Μόνο τότε ο Θεός θα ενδιαφέρεται για τις προσευχές σου· εάν όχι, τότε ο Θεός θα κρύψει το πρόσωπό Του από εσένα. Το ελάχιστο κριτήριο για την προσευχή είναι ότι πρέπει να είσαι σε θέση να κρατάς την καρδιά σου ειρηνική ενώπιον του Θεού και δεν πρέπει να απομακρύνεσαι από τον Θεό. Ίσως, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δεν έχεις κερδίσει μια νεότερη ή υψηλότερη θεώρηση, αλλά πρέπει να χρησιμοποιήσεις την προσευχή για να κρατήσεις τα πράγματα όπως είναι· δεν μπορείς να οπισθοδρομήσεις. Αυτό είναι το ελάχιστο που πρέπει να επιτύχεις. Εάν δεν μπορείς να πετύχεις ούτε κι αυτό, τότε αποδεικνύεται ότι η πνευματική σου ζωή δεν έχει μπει στο σωστό δρόμο. Ως αποτέλεσμα αυτού, δεν είσαι σε θέση να διατηρήσεις το αρχικό όραμά σου και αποστερείσαι την πίστη σου στον Θεό και η υπόσχεσή σου ακολούθως εξαφανίζεται. Η είσοδός σου στην πνευματική ζωή χαρακτηρίζεται από το αν οι προσευχές σου έχουν εισέλθει στο σωστό δρόμο. Όλοι οι άνθρωποι πρέπει να εισέλθουν σε αυτή την πραγματικότητα, πρέπει όλοι να κάνουν το έργο της συνειδητής εκπαίδευσης τους στην προσευχή, όχι να περιμένουν παθητικά, αλλά συνειδητά επιδιώκοντας να τους αγγίξει το Άγιο Πνεύμα. Μόνο τότε θα είναι άνθρωποι που πραγματικά αναζητούν τον Θεό.

Όταν αρχίζεις να προσεύχεσαι πρέπει να είσαι ρεαλιστικός και δεν πρέπει να υπερβαίνεις τον εαυτό σου· δεν μπορείς να έχεις υπερβολικές απαιτήσεις, ελπίζοντας ότι μόλις ανοίξεις το στόμα σου θα σε αγγίξει το Άγιο Πνεύμα, θα διαφωτιστείς και θα φωτιστείς, και θα σου απονεμηθεί περισσή χάρη. Αυτό είναι αδύνατον, ο Θεός δεν κάνει πράγματα τα οποία είναι υπερφυσικά. Ο Θεός ολοκληρώνει τις προσευχές των ανθρώπων στον δικό Του χρόνο και μερικές φορές δοκιμάζει την πίστη σου για να δει αν είσαι πιστός ενώπιον Του. Όταν προσεύχεσαι πρέπει να έχεις πίστη, επιμονή και αποφασιστικότητα. Όταν αρχίζουν να εκπαιδεύονται στην προσευχή, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αισθάνονται ότι έχουν συγκινηθεί από το Άγιο Πνεύμα και έτσι αποθαρρύνονται. Αυτό δεν αρκεί! Πρέπει να έχεις επιμονή, πρέπει να εστιάσεις στην αίσθηση του αγγίγματος του Αγίου Πνεύματος και στην αναζήτηση και εξερεύνηση. Μερικές φορές, το μονοπάτι στο οποίο ενεργείς είναι το εσφαλμένο· μερικές φορές, τα κίνητρά σου και οι αντιλήψεις σου δεν είναι σε θέση να παραμείνουν σταθερές ενώπιον του Θεού και έτσι το Πνεύμα του Θεού δεν σε συγκινεί. Επίσης υπάρχουν και αυτοί οι καιροί που ο Θεός εξετάζει εάν είσαι πιστός ή όχι. Με λίγα λόγια, πρέπει να αφιερώσεις περισσότερη προσπάθεια για την εκπαίδευσή σου. Αν ανακαλύψεις ότι το μονοπάτι στο οποίο ενεργείς αποκλίνει, μπορείς να αλλάξεις τον τρόπο που προσεύχεσαι. Υπό τον όρο ότι πραγματικά αναζητάς και επιθυμείς να λάβεις, τότε το Άγιο Πνεύμα σίγουρα θα σε μεταφέρει σε αυτή την πραγματικότητα. Μερικές φορές προσεύχεσαι με ειλικρίνεια αλλά δεν αισθάνεσαι σαν να έχεις συγκινηθεί ιδιαίτερα. Σε στιγμές όπως αυτές, πρέπει να βασίζεσαι στην πίστη σου και να δείχνεις εμπιστοσύνη ότι ο Θεός βλέπει τις προσευχές σου· πρέπει να επιμένεις στις προσευχές σου.

Πρέπει να είσαι ειλικρινής και πρέπει να προσεύχεσαι για να απαλλαγείς από την πονηριά στην καρδιά σου. Καθώς χρησιμοποιείς την προσευχή για να εξαγνιστείς όποτε χρειάζεται, και τη χρησιμοποιείς για να σε αγγίξει το Πνεύμα του Θεού, η διάθεσή σου θα αλλάζει σταδιακά. Η αληθινή πνευματική ζωή είναι μια ζωή προσευχής και είναι μια ζωή που την αγγίζει το Άγιο Πνεύμα. Η διαδικασία της επαφής με το Άγιο Πνεύμα είναι η διαδικασία αλλαγής της διάθεσης του ανθρώπου. Μια ζωή την οποία δεν άγγιξε το Άγιο Πνεύμα δεν είναι μια πνευματική ζωή, είναι ακόμα μια θρησκευτική τελετουργία· μόνο εκείνοι που συχνά τους αγγίζει το Άγιο Πνεύμα και έχουν φωτιστεί και διαφωτιστεί από το Άγιο Πνεύμα, είναι άνθρωποι που έχουν εισέλθει στην πνευματική ζωή. Η διάθεση του ανθρώπου αλλάζει διαρκώς καθώς προσεύχεται κι όσο περισσότερο συγκινείται από το Πνεύμα του Θεού, τόσο πιο ενεργητικός και υπάκουος είναι. Έτσι, επίσης, η καρδιά του θα καθαρθεί βαθμιαία, μετά από τη σταδιακή αλλαγή της διάθεσής του. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της αληθινής προσευχής.

Καθημερινή νοερά προσευχή-Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος


Η νοερή προσευχή είναι η μητέρα όλων των αρετών και η αγάπη η κεφαλή των αρετών.  Η νοερά προσευχή μας βοηθάει να γεμίσουμε με την χάρη του Αγίου Πνεύματος.   Όλοι οι βαπτισμένοι ορθόδοξοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα, Χάρη στη βάπτιση.  Αλλά αν δεν το ενεργοποιήσουμε μένει σαν καντήλι που σιγοκαίει μέσα μας και θα οδηγηθούμε στον όλεθρο γιατί δεν ακολουθήσαμε τις εντολές τού Χριστού για να γεμίσουμε με αυτήν την χάρη και να σωθούμε. Επομένως, ας ακολουθήσουμε τις εντολές του Χριστού και ας μάθουμε να προσευχόμαστε νοερά για να γεμίσουμε με το Άγιο Πνεύμα.




(Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης)



Πώς πρέπει να κάθεται ο ησυχαστής στην προσευχή και να μη σηκώνεται γρήγορα Άλλοτε σε σκαμνί, το πιο πολύ, επειδή είναι κουραστικό· άλλοτε πάλι, πιο σπάνια, σε στρωσίδι προσωρινά, για κάποια άνεση. Πρέπει το κάθισμά σου αυτό να γίνεται με υπομονή, όπως λέει ο Απόστολος: «Να επιμένετε καρτερικά στην προσευχή»(Κολ. 4, 2), και να μην αδημονείς και σηκώνεσαι γρήγορα από τον οδυνηρό κόπο και τη νοερή φωνή και το αδιάκοπο σφίξιμο του νου. Γιατί λέει ο Προφήτης: «Με έπιασαν πόνοι σαν τη γυναίκα που γεννάει»(Ησ. 21, 3).


Αλλά σκύβοντας κατω και μαζεύοντας το νου μεσα στην καρδιά, αν βέβαια αυτή έχει ανοιχθεί, να επικαλείσαι τον Κύριο Ιησού να έρθει να σε βοηθήσει. Αν και θα κουραστούν οι ώμοι σου και συχνά θα πονά το κεφάλι σου, εσύ να έχεις καρτερία σ' αυτά με φιλοπονία και έρωτα, ζητώντας μέσα στην καρδιά σου τον Κύριο. «Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ' όσους βιάζουν τον εαυτό τους, και αυτοί την αρπάζουν»(Ματθ. 11, 12).



Με αυτά τα λόγια ο Κύριος υπέδειξε αληθινά να επιμένομε σ' αυτά και σ' αυτούς τους κόπους. Γιατί η υπομονή και η καρτερία σε όλα είναι που γεννούν τους κόπους και του σώματος και της ψυχής.



Πώς πρέπει να λέμε την ευχή



Οι Πατέρες είπαν ως εξής. Άλλος λέει: "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με", ολόκληρο. Άλλος το μισό: "Ιησού Υιέ του Θεού ελέησόν με", το οποίο είναι ευκολότερο για την αδυναμία του νου. Γιατί ούτε μπορεί κανείς αφεαυτού να επικαλεστεί μυστικά τον Κύριο Ιησού(Α΄ Κορ. 12, 3) μόνος χωρίς τη χάρη του Πνεύματος —τούτο μόνο με το Άγιο πνεύμα γίνεται καθαρά και τέλεια—, αλλά είναι σαν παιδί που ακόμη ψελλίζει, μην μπορώντας να αρθρώσει την ευχή ολοκληρωμένα. Δεν πρέπει όμως να αλλάζει συχνά τις επικλήσεις των ονομάτων από ραθυμία, αλλά αραιά για να εξασφαλίζεται η συνέχεια. Άλλοι τώρα διδάσκουν να λέμε την ευχή με το στόμα, και άλλοι με το νου. Εγώ λέω και με τα δύο. Γιατί άλλοτε αδυνατεί ο νους να τη λέει, από ακηδία, κι άλλοτε το στόμα. Γι' αυτό πρέπει να προσεύχεσαι και με τα δύο, και με το στόμα και με το νου, πλην όμως ήσυχα και ατάραχα, για να μην προκαλεί σύγχυση η φωνή στην αίσθηση και στην προσοχή του νου και εμποδίζει. Ώσπου να συνηθίσει ο νους στο έργο αυτό και να προκόψει και να δεχθεί δύναμη από το πνεύμα, ώστε να εύχεται ολικά και με δύναμη. Τότε πιά δε χρειάζεται να μιλάει με το στόμα —εξάλλου ούτε που μπορεί— αλλά αρκείται μόνο να κάνει ολόκληρη την εργασία με το νου.



Πώς πρέπει να κρατάμε το νου



Κατάλαβε ότι κανείς δεν μπορεί να κρατήσει το νου, αν δεν τον κρατήσει το πνεύμα. Γιατί ο νους είναι ακράτητος, όχι από τη φύση του ως αεικίνητος, αλλά γιατί οικειοποιήθηκε την περιπλάνηση από την αμέλειά μας και συνήθισε σ' αυτήν απ' την αρχή. Με την παράβαση δηλαδή των εντολών Αυτού που μας αναγέννησε, χωριστήκαμε από το Θεό και χάσαμε τη νοερή αίσθηση και ένωση που είχαμε μαζί Του. Αφού ο νους γλίστρησε από κει και χωρίστηκε από το Θεό, σέρνεται παντού σαν αιχμάλωτος. Και δεν είναι δυνατό να σταθεί ο νους με άλλο τρόπο, εκτός αν υποταχθεί στο Θεό και τον σταματήσει Εκείνος και ενωθεί μαζί Του με ευφροσύνη και τον παρακαλεί συνεχώς και με επιμονή και του εξομολογείται κάθε μέρα νοερά όσα φταίει. Και ο Θεός συγχωρεί αμέσως τα πάντα σ' εκείνους που ζητούν και επικαλούνται συνεχώς το άγιο όνομά Του με ταπείνωση και συντριβή. Γιατί λέει ο Ψαλμωδός: «Να εξομολογείστε στον Κύριο και να επικαλείστε το άγιο όνομά Του»(Ψαλμ. 104, 1). Αλλά και η συγκράτηση της αναπνοής με το σφίξιμο του στόματος κρατάει το νου, αλλά μόνο μερικώς και διασκορπίζεται πάλι. Όταν όμως έρθει η ενέργεια της προσευχής, τότε κυρίως αυτή κρατάει το νου κοντά της και τον ευφραίνει και τον απαλλάσσει από την αιχμαλωσία. Εντούτοις καμιά φορά ενώ ο νους προσεύχεται και μένει μέσα στην καρδιά, η διάνοια περιπλανάται και μελετά άλλα. Αυτή δεν υποτάσσεται σε κανέναν, παρά στους τελείους με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, οι οποίοι έφτασαν στην αρρέμβαστη κατάσταση με τη δύναμη του Ιησού Χριστού.



Πώς πρέπει να διώχνομε τους λογισμούς



Κανείς αρχάριος δε διώχνει ποτέ λογισμό, αν δεν τον διώξει ο Θεός. Μόνο οι δυνατοί μπορούν να τους πολεμήσουν και να τους διώξουν. Αλλά και αυτοί δεν τους διώχνουν μόνοι τους, παρά με τη βοήθεια του Θεού κινούνται και πολεμούν εναντίον τους, όντας ντυμένοι την πανοπλία του Θεού.



Εσύ τώρα, όταν έρχονται οι λογισμοί, να επικαλείσαι πυκνά και επίμονα τον Κύριο Ιησού και θα φύγουν επειδή δεν υποφέρουν την καρδιακή θέρμη που αναπηδά από την προσευχή, φεύγουν σαν να τους καίει φωτιά. «Με το όνομα του Ιησού, λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος, μαστίγωνε τους εχθρούς». Γιατί ο Θεός μας είναι φωτιά που κατακαίει(Δευτ. 4, 24· Εβρ. 12, 29) τη μοχθηρία τους.



Ο Κύριος που είναι ταχύς στο να βοηθεί, θα κάνει αμέσως την εκδίκηση εκείνων που φωνάζουν ολόψυχα προς Αυτόν μέρα και νύχτα(Λουκ. 18, 7). Εκείνος πάλι που δεν έχει ενέργεια προσευχής, τους κατατροπώνει με άλλον τρόπο, κάνοντας όπως ο Μωυσής(Εξ. 17, 11). Σηκώνεται δηλαδή όρθιος και απλώνει τα χέρια και τα μάτια στον ουρανό, και ο Θεός τους τρέπει σε φυγή· έπειτα κάθεται πάλι και εξακολουθεί την προσευχή με επιμονή. Αυτόν τον τρόπο μεταχειρίζεται εκείνος που δεν έχει ακόμη δύναμη προσευχής.



Αλλά κι εκείνος που έχει την ενέργεια της προσευχής, όταν πρόκειται για σωματικά πάθη, δηλαδή την ακηδία και την πορνεία, που είναι τα σκληρά και βαρύτερα πάθη, πολλές φορές σηκώνεται και απλώνει προς τον ουρανό τα χέρια του ζητώντας βοήθεια. Αλλά αυτό το κάνει λίγες φορές, από το φόβο της πλάνης, και πάλι κάθεται στην προσευχή, μην τυχόν του φέρει καμία φαντασία ο εχθρός από ψηλά, παρουσιάζοντάς του ομοίωμα τάχα της αλήθειας.



Γιατί το να είναι ο νους και πάνω και κάτω και στην καρδιά και παντού χωρίς να σφάλλει πουθενά, αυτό είναι ιδίωμα μόνο των καθαρών και των τελείων, οι οποίοι μπορούν να τον φυλάξουν χωρίς βλάβη.



Πώς πρέπει να ψάλλομε



Άλλοι λένε λίγο, άλλοι πολύ, άλλοι καθόλου. Εσύ μήτε πολύ να ψάλλεις, γιατί αυτό φέρνει σύγχυση, μήτε καθόλου, γιατί ακολουθεί χαύνωση και αμέλεια. Μιμήσου εκείνους που ψάλλουν λίγο. Γιατί, όπως λένε οι άσοφοι σοφοί, παν μέτρον άριστον. Η πολλή ψαλμωδία είναι των πρακτικών εξαιτίας της άγνοιάς τους και του κόπου τους. Δεν είναι των ησυχαστών, οι οποίοι αρκούνται να προσεύχονται μόνο στο Θεό μέσα στην καρδιά τους και να απέχουν από νοήματα.



Γιατί κατά τον Ιωάννη της Κλίμακος, ησυχία είναι η απόθεση των νοημάτων και των αισθητών και των νοητών. Γιατί όταν ο νους εξαντλήσει όλη τη δύναμή του στην πολλή ψαλμωδία, τότε θα εξασθενίσει και δε θα μπορέσει να προσεύχεται με ένταση και επιμονή. Το περισσότερο διάστημα της νύχτας, λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος, να το αφιερώνεις στην προσευχή, ενώ στην ψαλμωδία λίγο. Έτσι οφείλεις να κάνεις και συ.



Όταν στο κάθισμά σου δεις ότι ενεργεί μέσα σου η προσευχή και δεν παύει να κινείται μέσα στην καρδιά σου, μην την αφήσεις και σηκωθείς να ψάλλεις, ως τη στιγμή που θα σε εγκαταλείψει αυτή κατ' οικονομίαν Θεού. Γιατί στην περίπτωση αυτή αφήνεις το Θεό μέσα σου και στέκεσαι και του μιλάς απέξω, πέφτοντας από τα ψηλά στα χαμηλά. Εκτός απ' αυτό, φέρνεις και σύγχυση και ταράζεις το νου στη γαλήνη του.



Γιατί η ησυχία κατά το όνομα έχει και την πράξη, γιατί τη διατηρούμε με ειρήνη και γαλήνη. Ο Θεός είναι ειρήνη πέρα από κάθε σύγχυση και κραυγή. Επίσης, πρέπει και η υμνωδία μας να είναι αγγελική σύμφωνα με το μοναχικό μας πολίτευμα, και όχι σαρκική. Γιατί το να ψάλλομε δυνατά, είναι σύμβολο της νοερής κραυγής και μας δόθηκε για τη ραθυμία και απαιδευσία μας, για να επιστρέφομε στα αληθινά.



Σ' εκείνους δηλαδή που δεν γνωρίζουν την προσευχή, η οποία είναι πηγή αρετών κατά τον Ιωάννη της Κλίμακος, και ποτίζει σαν φυτά τις ψυχικές δυνάμεις, σ' αυτούς αρμόζει να ψάλλουν πολύ και χωρίς μέτρο και να έχουν πάντοτε μεγάλη ποικιλία και ποτέ να μη σταματούν, μέχρις ότου από την πολλή και επίπονη πράξη προκόψουν στη θεωρία και βρουν τη νοερά προσευχή να ενεργεί μέσα τους. Γιατί άλλη είναι η πράξη της ησυχίας και άλλη του κοινοβίου.



Ο καθένας εκεί που καλέσθηκε, εκεί ας μένει(Α΄ Κορ. 7, 24), και θα σωθεί. Γι' αυτό φοβούμαι να γράψω, εξαιτίας των πιο αδύνατων, που σε βλέπω να ζεις ανάμεσά τους. Όποιος πάσχει στην προσευχή, σύμφωνα με όσα άκουσε και έμαθε, χάνεται, καθώς δεν έχει άνθρωπο να τον οδηγεί. Ενώ εκείνος που γεύθηκε τη θεία χάρη, οφείλει να ψάλλει με μέτρο, κατά τους Πατέρες, και να ασχολείται τον περισσότερο καιρό με την προσευχή.



Κι όταν τον πιάνει η ραθυμία, να ψάλλει ή να διαβάζει τα πρακτικά κεφάλαια των Πατέρων. Γιατί το πλοίο δε χρειάζεται τα κουπιά όταν ο αέρας φουσκώνει τα πανιά του και ο άνεμος είναι ο κατάλληλος για να σχίζει ανάλαφρα την αλμυρή θάλασσα των παθών, και μόνο όταν σταματήσει το τραβούν με τα κουπιά ή με τη βάρκα.



Αν τώρα κάποιοι προτείνουν με εριστική διάθεση τους αγίους Πατέρες ή μερικούς μοναχούς από εδώ, ότι έκαναν ολονύκτια ορθοστασία και ακατάπαυστη ψαλμωδία, σ' αυτούς δίνομε απόκριση από τις Γραφές, ότι δεν είναι όλα σε όλους τέλεια, επειδή τους λείπει ο ζήλος και στερούνται τη δύναμη.



Αλλά τα μικρά δεν είναι οπωσδήποτε μικρά για τους μεγάλους, και τα μεγάλα για τους μικρούς δεν είναι οπωσδήποτε τέλεια. Ενώ οι τέλειοι τα εκτελούν όλα με ευκολία. Δεν είναι βέβαια πάντοτε όλοι, τώρα ή στην παλιά εποχή, πρακτικοί. Ούτε όλοι βάδισαν ή κράτησαν μέχρι το τέλος τον ίδιο δρόμο. Πολλοί από την πρακτική ήρθαν στη θεωρία και αναπαύθηκαν αφήνοντας τα πάντα και σαββατίζοντας σύμφωνα με τον πνευματικό Νόμο.



Ευφραίνονταν μόνο με το Θεό, χορτασμένοι από τη θεία απόλαυση, και δεν τους επέτρεπε η χάρη να ψάλλουν ή να μελετούν κάτι άλλο· βρίσκονταν πάντοτε σε έκπληξη, μέχρι τον κατάλληλο καιρό, έχοντας φτάσει εν μέρει το τελειότατο απ' ό,τι μπορεί να επιθυμήσει κανείς, σαν προκαταβολή της αιώνιας μακαριότητας.


Άλλοι σώθηκαν αφού παρέμειναν ως το τέλος, μέχρι το θάνατό τους, στο πρακτικό στάδιο, περιμένοντας την ανταπόδοση στον μέλλοντα αιώνα. Μερικοί βεβαιώθηκαν κατά το θάνατό τους και τα σώματά τους ευωδίασαν μετά θάνατον σε ένδειξη της σωτηρίας τους· είχαν βέβαια τη χάρη του βαπτίσματος όπως όλοι, αλλά εξαιτίας της αιχμαλωσίας και της άγνοιας του νου τους δεν την κοινώνησαν μυστικά όσο ήταν ακόμη στη ζωή.



Άλλοι ευδοκιμούν και στα δυο, στην ψαλμωδία και στην προσευχή, και έτσι ζουν, έχοντας πλούσια τη χάρη και αεικίνητη και ποτέ δεν εμποδίζονται από τίποτε. Άλλοι κράτησαν μέχρι τέλους κυρίως την ησυχία, όντας απλοϊκοί, και περιορίζονταν μόνο στην προσευχή, κάνοντας πάρα πολύ καλά, μόνοι ενωμένοι με μόνο το Θεό. Γιατί οι τέλειοι, όπως είπαμε, όλα τα μπορούν με τη χάρη του Χριστού, που τους ενδυναμώνει(Φιλιπ. 4, 13). Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.



Τί να πω για την κοιλιά, τη βασίλισσα των παθών; Αν μπορέσεις να τη νεκρώσεις και να την κάνεις σαν μισοπεθαμένη, μην υποχωρήσεις. Εμένα, αγαπητέ, με έχει κατακυριέψει και την λατρεύω σαν δούλος της και συνθηκολογημένος μαζί της, αυτή η συνεργός των δαιμόνων και η κατοικία των παθών. Είναι αυτή που προκαλεί την πτώση μας, αλλά και την έγερσή μας όταν πειθαρχεί. Από αυτή έχομε ξεπέσει τόσο από το πρώτο, όσο κι από το δεύτερο θεϊκό μας αξίωμα. Αφού δηλαδή καταστράφηκε το αρχικό θεϊκό αξίωμά μας, ανακαινιστήκαμε πάλι με τη χάρη του Χριστού.



Και να τώρα πάλι έχομε ξεπέσει από το Θεό, επειδή αμελήσαμε τις εντολές που διατηρούν και αυξάνουν τη χάρη με την προκοπή μας, ακόμη κι αν από άγνοια υπερηφανευόμαστε και νομίζομε ότι είμαστε με το Θεό. Τα σώματα έχουν πολλές διαφορές στην τροφή, όπως έχουν πει οι Πατέρες. Άλλος έχει ανάγκη από πολλή τροφή, άλλος από λίγη για τη διατήρηση της φυσικής δυνάμεώς του, κι ο καθένας τρώει ανάλογα με τη δύναμη και τη σωματική του κατάσταση.



Ο ησυχαστής όμως πρέπει να περνά πάντοτε με στέρηση και να μη χορταίνει. Γιατί όταν βαρύνει το στομάχι, θολώνει ο νους και έτσι ούτε την προσευχή μπορεί να λέει δυνατά και καθαρά. Αλλά από τη χώνευση των πολλών φαγητών νυστάζει και θέλει να κοιμηθεί γρήγορα, οπότε πάρα πολλές φαντασίες ορμούν στο νου κατά τον ύπνο. Για εκείνον λοιπόν που θέλει να σωθεί και βιάζει τον εαυτό του για τον Κύριο να ζει ησυχαστικά, αρκεί νομίζω μιά λίτρα ψωμί και τρία ή τέσσερα ποτήρια νερό και κρασί την ημέρα. Από τα φαγητά που βρίσκονται, να τρώει την κατάλληλη ώρα λίγο απ' όλα, χωρίς να χορταίνει.


Ενεργώντας έτσι σοφά στο θέμα αυτό, θα μπορέσει ν' αποφύγει την υπερηφάνεια, αφού θα τρώει απ' όλα, αλλά και δε θα σιχαθεί τα έργα του Θεού, τα "καλά λίαν"(Γεν. 1, 31), και θα τον ευχαριστεί για όλα. Αυτή είναι η διάκριση των φρονίμων. Για τους ασθενείς όμως στην πίστη και στην ψυχή, η αποχή από τα φαγητά είναι συμφερότερη· σ' αυτούς ο Απόστολος παραγγέλλει να τρώνε χορταρικά(Ρωμ. 14, 2), αφού δεν πιστεύουν ότι θα φυλαχθούν από το Θεό.



Τί να σου πω, που ζήτησες κανόνα και βάρος πολύ, ενώ είσαι γέρος; Δεν μπορούν οι νέοι να κρατήσουν με ζύγι και μέτρο, και πώς θα μπορέσεις εσύ; Πρέπει να κρατάς την ελευθερία σου σε όλα, όταν τρώς κάτι. Αν όμως νικιέσαι, να μετανοείς και να ξαναεπιχειρήσεις, και μην πάψεις να κάνεις έτσι πάντοτε, όταν πέφτεις δηλαδή να σηκώνεσαι κατηγορώντας πάντοτε τον εαυτό σου και όχι άλλον, και θα βρεις ανάπαυση, κερδίζοντας σοφά τη νίκη με πτώσεις, κατά τη Γραφή. Αλλά μην παραβαίνεις τον όρο που σου έθεσα και αυτό σου αρκεί. Γιατί τίποτε δε δυναμώνει το σώμα τόσο, όσο το ψωμί και το νερό.



Γι' αυτό έλεγε ο Προφήτης, παραβλέποντας όλα τ' άλλα: «Υιέ ανθρώπου, θα φας το ψωμί σου με το ζύγι και θα πιεις το νερό με μέτρο»(Ιεζ. 4, 16). Το φαγητό έχει τρεις όρους: εγκράτεια, αυτάρκεια και κόρο. Εγκράτεια είναι να πεινάς μετά το φαγητό. Αυτάρκεια είναι μήτε να πεινάς μήτε να νιώθεις βάρος. Κόρος δε, να νιώθεις λίγο βάρος μετά το φαγητό. Να χορτάσεις τώρα, και να συνεχίσεις να τρως, αυτό είναι η θύρα της γαστριμαργίας, από την οποία μπαίνει η πορνεία. Εσύ, έχοντας καλά αυτά υπόψη σου, διάλεξε το κατά τη δύναμή σου καλύτερο, χωρίς να ξεπερνάς τους όρους. Γιατί μόνον οι τέλειοι μπορούν κατά τον Απόστολο και να πεινούν και να χορταίνουν και να είναι σε όλα δυνατοί (Φιλιπ. 4, 12).



Περί πλάνης και διαφόρων ζητημάτων



Πρόσεξε τί θέλω να γνωρίζεις με ακρίβεια περί της πλάνης, ώστε να φυλάγεσαι απ' αυτήν, μην τυχόν από άγνοια πάθεις μέγιστη βλάβη και χάσεις την ψυχή σου. Το αυτεξούσιο του ανθρώπου εύκολα κλίνει σε κοινωνία με τους δαίμονες, και μάλιστα των ανθρώπων εκείνων που δεν έχουν πείρα, και είναι σαν να κυβερνιούνται από αυτούς.



Γιατί κοντά και γύρω στους αρχαρίους και τους ιδιόρρυθμους περιφέρονται οι δαίμονες ετοιμάζοντας παγίδες λογισμών και λάκκους πτώσεων και όλεθρο διά μέσου φαντασιών. Η πόλη τους δηλαδή βρίσκεται κάτω από την εξουσία των βαρβάρων. Και δεν πρέπει να απορούμε αν κάποιος πλανήθηκε, ή έχασε το νου του, ή δέχθηκε ή δέχεται πλάνη, ή βλέπει πράγματα ξένα προς την αλήθεια, ή λέει από απειρία και άγνοια πράγματα που δεν πρέπει.



Γιατί πολλές φορές κάποιος μιλώντας από αμάθεια για την αλήθεια, και λέγοντας χωρίς να καταλάβει άλλ' αντ' άλλων, δε γνωρίζει να πει τα ορθά, κι έτσι τάραξε πολλούς και με την ανοησία του προκάλεσε ντροπή και γέλια σε βάρος των ησυχαστών. Δεν είναι θαυμαστό να πλανηθεί κάποιος αρχάριος και ύστερα από πολλούς κόπους· αυτό έγινε σε πολλούς και τωρινούς και παλιούς που αναζητούσαν το Θεό.



Η μνήμη του Θεού, δηλαδή η νοερά προσευχή, είναι υψηλότερη απ' όλες τις πνευματικές εργασίες. Αυτή είναι η κεφαλή των αρετών, επειδή είναι αγάπη Θεού. Κι εκείνος που θέλει να πλησιάσει στο Θεό με αναίδεια και θρασύτητα, και βιάζεται να τον ομολογεί καθαρά και να τον αποκτήσει μέσα του, εύκολα θανατώνεται από τους δαίμονες αν το επιτρέψει ο Θεός, γιατί ζήτησε με τόλμη και αυθάδεια όσα δεν ταιριάζουν στην κατάστασή του κι επιδίωξε με αλαζονεία να τα επιτύχει πρόωρα.



Πολλές φορές όμως ο Κύριος, ενώ μας βλέπει τολμηρούς στα μεγάλα και υψηλά, μας σπλαχνίζεται και δε μας παραχωρεί στον πειρασμό, για να αντιληφθεί καθένας μόνος του την υπερηφάνειά του και να μετανοήσει προτού γίνει όνειδος και περίγελος των δαιμόνων και άξιος να τον κλαίνε οι άνθρωποι, και μάλιστα εκείνος που επιζητεί με μακροθυμία και ταπείνωση και, το μεγαλύτερο, με υποταγή και ερώτηση των εμπείρων αυτό το θαυμαστό έργο, μην τυχόν αντί σιτάρι θερίσει χωρίς να καταλάβει αγκάθια και αντί γλυκύτητα πίκρα, και αντί σωτηρία βρει την απώλειά του.



Γιατί μόνον οι δυνατοί και τέλειοι μπορούν να μονομαχούν πάντοτε με τους δαίμονες και να υψώνουν εναντίον τους το ξίφος του Πνεύματος, δηλαδή το λόγο του Θεού(Εφ. 6, 17). Οι αδύνατοι και αρχάριοι έχουν σαν οχυρό τους τη φυγή, με ευλάβεια και φόβο, αποφεύγοντας τον πόλεμο και μη τολμώντας πρόωρα, κι έτσι ξεφεύγουν το θάνατο.

    


Εσύ λοιπόν, αν ησυχάζεις σωστά, προσδοκώντας να είσαι μαζί με το Θεό, ποτέ να μην παραδεχθείς ό,τι και αν δεις αισθητό ή νοερό, εξωτερικά ή εσωτερικά, ακόμα και οπτασία Χριστού, ή δήθεν Αγγέλου, ή μορφή Αγίου, ή να φαντάζεσαι φως με το νου σου ή να δίνεις σ' αυτόν σχήμα. Γιατί κι ο ίδιος ο νους έχει από τη φύση του τη δύναμη της φαντασίας και εύκολα μπορεί να σχηματίζει τις μορφές όσων επιθυμεί, σ' εκείνους που δεν τον προσέχουν ακόμα με ακρίβεια, και προκαλεί βλάβη και στον εαυτό του.



Ακόμη και η μνήμη των αγαθών ή των κακών, συνηθίζει να δίνει ξαφνικά μορφή στην αίσθηση του νου και να οδηγεί στη φαντασία, οπότε ένας τέτοιος γίνεται μόνος του φανταστής και όχι ησυχαστής. Γι' αυτό πρόσεχε μη συγκατατεθείς και πιστέψεις αμέσως κάτι τί, ας είναι και αγαθό, προτού το εξετάσεις πολύ και ρωτήσεις τους έμπειρους, για να μη βλαφθείς. Σ' αυτό το πράγμα να είσαι διστακτικός κρατώντας πάντοτε το νου σου χωρίς χρώμα, χωρίς μορφή, χωρίς σχήμα.



Πολλές φορές κάτι που έστειλε ο Θεός για δοκιμή και ως στεφάνι, πολλούς τους έβλαψε. Γιατί ο Κύριος μας θέλει να δοκιμάζει το αυτεξούσιό μας, προς τα που κλίνει. Εκείνος που είδε κάτι με τη διάνοια ή με την αίσθησή του, ακόμη κι αν προέρχεται από το Θεό, και το δεχθεί χωρίς τη γνώμη των εμπείρων, εύκολα πέφτει ή θα πέσει σε πλάνη ως εύπιστος.



Ο αρχάριος πρέπει να προσέχει στην καρδιακή ενέργεια που είναι απλανής, κι όλα τα άλλα να μην τα παραδέχεται μέχρις ότου ειρηνεύσει από τα πάθη. Γιατί ο Θεός δεν αγανακτεί εναντίον εκείνου που προσέχει με ακρίβεια τον εαυτό του, από το φόβο της πλάνης, ακόμη και αν αυτός δε δεχθεί εκείνο που του έστειλε, χωρίς να ερωτήσει και να ερευνήσει πολύ· μάλλον τον επαινεί ως σοφό, αν και εναντίον μερικών αγανάκτησε.



Δεν πρέπει όμως όλους να τους ερωτά, παρά ένα, που να του έχουν εμπιστευθεί την καθοδήγηση και άλλων και να έχει ζωή που αστράφτει από αρετή, φτωχό αλλά που να κάνει πλούσιους πολλούς, κατά τη Γραφή(Β΄ Κορ. 6, 10). Γιατί πολλοί άπειροι έβλαψαν πολλούς ανόητους, των οποίων θα έχουν το κρίμα μετά θάνατον. Δεν ταιριάζει σ' όλους να οδηγούν άλλους, αλλά σ' εκείνους που δόθηκε η θεία διάκριση, η οποία ονομάζεται από τον Απόστολο "διάκρισις πνευμάτων"(Α΄ Κορ. 12, 10) και ξεχωρίζει το χειρότερο από το καλύτερο με τη μάχαιρα του λόγου.



Ο καθένας έχει δική του γνώση και διάκριση, φυσική ή πρακτική ή από μάθηση, δεν έχουν όμως όλοι τη διάκριση του Πνεύματος. Γι' αυτό έλεγε ο σοφός Σειράχ: «Οι φίλοι σου, με τους οποίους θα ειρηνεύεις, να είναι πολλοί, οι σύμβουλοί σου όμως ένας στους χίλιους»(Σ. Σειρ. 6, 6). Και δεν είναι μικρός ο αγώνας να βρείς οδηγό που δεν πλανάται και στα έργα και στα λόγια και στα νοήματα.



Ο απλανής οδηγός φαίνεται από το αν η ζωή του και η φρόνησή του συμφωνεί με τις μαρτυρίες των θείων Γραφών κι αν είναι μετριόφρων. Και δεν είναι λίγη η βία που χρειάζεται για να φτάσει κανείς φανερά την αλήθεια και να καθαρθεί από ό,τι είναι αντίθετο στη χάρη. Γιατί ο διάβολος συνηθίζει να παρουσιάζει την πλάνη του με το σχήμα της αλήθειας, και μάλιστα στους αρχαρίους, μετασχηματίζοντας τα πονηρά του σχέδια σε πνευματικά.



Γι' αυτό το λόγο, εκείνος που αγωνίζεται να φτάσει στην καθαρή προσευχή, οφείλει να πορεύεται μέσα στην ησυχία, με μεγάλο τρόμο και πένθος και με ερώτηση των εμπείρων για να τον οδηγούν να κλαίει πάντοτε για τις αμαρτίες του, να λυπάται και να φοβάται μήπως κολαστεί ή χάσει το Θεό και χωριστεί από Αυτόν τώρα ή στο μέλλον.



Όταν λοιπόν δει ο διάβολος κάποιον να ζει μέσα στο πένθος, δε μένει εκεί, γιατί δειλιάζει την ταπείνωση που προξενείται από το πένθος. Αν όμως δει κάποιον να φαντάζεται με υπερηφάνεια ότι θα φτάσει τα υψηλά, έχοντας πόθο σατανικό και όχι αληθινό, τότε εύκολα τον πιάνει στα δίχτυα του σαν υπηρέτη του.



Γι' αυτό είναι πολύ μεγάλο όπλο να κρατά κανείς την προσευχή και το πένθος, για να μην πέφτει από τη χαρά της προσευχής στην υπερηφάνεια, αλλά να προτιμά τη χαρμολύπη κι έτσι να μένει αβλαβής. Γιατί η απλανής προσευχή, η θέρμη δηλαδή μαζί με την προσευχή του Ιησού, ο οποίος έβαλε φωτιά στη γη της καρδιάς μας(Λουκ. 12, 49), είναι που κατακαίει τα πάθη σαν αγκάθια και προκαλεί στην ψυχή ευφροσύνη και ιλαρότητα· και αυτή δεν έρχεται ούτε από δεξιά, ούτε από αριστερά, ούτε από πάνω, αλλά αναβλύζει στην καρδιά σαν πηγή νερού από το ζωοποιό πνεύμα. Αυτή μονάχα πόθησε να βρεις και να αποκτήσεις μέσα στην καρδιά σου, κρατώντας πάντοτε το νου σου χωρίς φαντασίες και γυμνό από νοήματα και λογισμούς· και μη φοβάσαι.



Εκείνος που είπε: «Έχετε θάρρος, εγώ είμαι· μη φοβάστε»(Ματθ. 14, 27), Αυτός είναι μαζί μας (τον οποίο παρακαλούμε να μας υπερασπίζει πάντοτε), και δεν πρέπει να δειλιάζομε ή να στενάζομε όταν επικαλούμαστε το Θεό.



Αν τώρα είναι και μερικοί που παρεξέκλιναν και βλάφθηκαν τα μυαλά τους, πρόσεξε ότι το έπαθαν αυτό από ιδιορρυθμία και υψηλοφροσύνη. Γιατί εκείνος που αναζητεί το Θεό με υποταγή και ερώτηση των άλλων και ταπεινοφροσύνη, δε θα βλαφθεί ποτέ, με τη χάρη του Χριστού, ο οποίος θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν(Α΄ Τιμ. 2, 4).



Κι αν συμβεί κάποιος πειρασμός, γίνεται για δοκιμή και στεφάνι και επισύρει γρήγορα τη βοήθεια του Θεού που τον παραχώρησε, με τρόπους που γνωρίζει Αυτός. Εκείνον που ζει ορθά και ενεργεί άμεμπτα και απέχει από ανθρωπαρέσκεια και υψηλοφροσύνη, ακόμη κι αν προκαλέσει εναντίον του αναρίθμητους πειρασμούς όλη η φάλαγγα των δαιμόνων, δε θα τον βλάψει, όπως λένε οι Πατέρες. Εκείνοι όμως που πορεύονται με αυθάδεια και σύμφωνα με τη δική τους κρίση, αυτοί εύκολα υφίστανται βλάβη.



Γι' αυτό ο ησυχαστής πρέπει πάντοτε να κρατά τη βασιλική οδό. Γιατί την υπερβολή στο κάθε τί, συνήθως την ακολουθεί εύκολα η υπερηφάνεια, την οποία διαδέχεται η πλάνη. Να κρατάς την ανάσα του νου, σφίγγοντας λίγο κατά την προσευχή το στόμα, κι όχι την ανάσα της μύτης, όπως κάνουν οι αμαθείς, για να μη βλαφθείς φουσκώνοντας.



Οι αρετές της ησυχίας είναι τρεις, και πρέπει να τις τηρούμε με ακρίβεια και να εξετάζομε κάθε στιγμή αν βαδίζομε διαρκώς στη γραμμή τους, μην τυχόν παρασυρόμαστε από τη λησμοσύνη και βαδίζομε έξω απ' αυτές. Και είναι οι εξής: η εγκράτεια, η σιωπή και η αυτομεμψία, δηλαδή η ταπείνωση. Είναι περιεκτικές αρετές και υποστηρίζουν η μία την άλλη, κι από αυτές γεννιέται η προσευχή κι ολοένα αυξάνει.



Η αρχή της χάρης στην προσευχή παρουσιάζεται σε μερικούς με διάφορες μορφές και με πολλούς τρόπους παρατηρείται και αναγνωρίζεται η κατανομή των χαρισμάτων του Πνεύματος, σύμφωνα με το θέλημά Του, όπως λέει ο Απόστολος(Εβρ. 2, 4), ώστε να φαίνεται και σ' εμάς κατά το παράδειγμα του προφήτη Ηλία του Θεσβίτη(Γ΄ Βασ. 19, 11-12).



Σε μερικούς δηλαδή, έρχεται σαν φοβερός άνεμος που διαλύει βουνά παθών και συντρίβει πέτρες, δηλαδή τις σκληρές καρδιές, έτσι ώστε από το φόβο η σάρκα καθηλώνεται και γίνεται νεκρή. Σε άλλους παρουσιάζεται στην αρχή σαν σεισμός, δηλαδή αγαλλίαμα στα σπλάχνα (το οποίο και σκίρτημα έχουν πει καθαρότερα οι Πατέρες), άυλο και ουσιώδες· γιατί το ανούσιο είναι ανυπόστατο και ανύπαρκτο.



Σε άλλους τέλος, και μάλιστα σ' εκείνους που πρόκοψαν στην προσευχή, ο Θεός ενεργεί σαν απαλή και ειρηνική αύρα φωτός, καθώς μέσα στην καρδιά τους, όπως λέει ο Απόστολος(Εφ. 3, 17), κατοίκησε ο Χριστός και φανερώνεται μυστικά με τη χάρη του Πνεύματος. Γι' αυτό έλεγε ο Θεός στον Ηλία στο όρος Χωρήβ, ότι «ο Κύριος δεν είναι ούτε στο φοβερό άνεμο, ούτε στο σεισμό (δηλαδή στις μερικές ενέργειες των αρχαρίων), αλλά σε απαλή αύρα φωτός, εκεί είναι ο Κύριος»(Γ΄ Βασ. 19, 11-12). Μ' αυτό μας υπέδειξε την τελειότητα της προσευχής.



Τί θα κάνει κανείς όταν ο δαίμονας μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός(Β΄ Κορ. 11, 14) και παραπλανά τον άνθρωπο;



Γι' αυτό έχει ανάγκη ο άνθρωπος από μεγάλη διάκριση, για να γνωρίζει καλά τη διαφορά του καλού και του κακού. Μην παραδέχεσαι λοιπόν γρήγορα τα φαινόμενα από ελαφρότητα, αλλά να μένεις βαρύς και ύστερα από πολλή δοκιμασία να κρατάς το καλό και να απορρίπτεις το κακό(Α΄ Θεσ. 5, 21-22). Οφείλεις να δοκιμάζεις και να διακρίνεις τα πράγματα, και τότε να πιστεύεις.



Πρέπει να γνωρίζεις ότι είναι φανερές οι ενέργειες της χάρης, τις οποίες ο δαίμονας, όσο κι αν μετασχηματίζεται σε άγγελο, δεν μπορεί να σου τις δώσει. Ούτε πραότητα δίνει, ούτε επιείκεια, ούτε ταπείνωση, ούτε μίσος του κόσμου, ούτε παύει τις ηδονές και τα πάθη· αυτά είναι ενέργειες της χάρης. Η ενέργεια του δαίμονα είναι αλαζονεία και υψηλοφροσύνη και δειλία και κάθε κακία. Από την ενέργεια λοιπόν μπορείς να μάθεις αν το φως που έλαμψε στην ψυχή σου είναι από το Θεό ή από το σατανά.



Το μαρούλι είναι όμοιο στην εμφάνιση με την πικραλίδα και το ξίδι όμοιο στο χρώμα με το κρασί, αλλά ο λάρυγγας καταλαβαίνει και διακρίνει τη διαφορά τους από τη γεύση. Έτσι και η ψυχή, αν έχει διάκριση, αναγνωρίζει από τη νοερή αίσθηση τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και τις φαντασίες του σατανά.

Καλημέρα Συμεών.Ο Χριστός είμαι…!


SONY DSCΤὸ 1922 ἦρθε ἀπὸ τὴν Μικρασία μὲ τοὺς πρόσφυγες ἕνα ὀρφανὸ Ἑλληνόπουλο, ὀνόματι Συμεών. Ἐγκαταστάθηκε στὸν Πειραιᾶ σὲ μιὰ παραγκούλα καὶ ἐκεῖ μεγάλωσε μόνο του. Εἶχε ἕνα καροτσάκι καὶ ἔκανε τὸν ἀχθοφόρο, μεταφέροντας πράγματα στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ. Γράμματα δὲν ἤξερε οὔτε πολλὰ πράγματα ἀπὸ τὴν πίστη μας. Εἶχε τὴν μακαρία ἁπλότητα καὶ πίστη ἁπλὴ καὶ ἀπερίεργη.
Ὅταν ἦρθε σὲ ἡλικία γάμου νυμφεύθηκε, ἔκανε δυὸ παιδιὰ καὶ μετακόμισε μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴ Νίκαια. Κάθε πρωὶ πήγαινε στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ γιὰ νὰ βγάλει τὸ ψωμάκι του. Περνοῦσε ὅμως κάθε μέρα τὸ πρωὶ ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἔμπαινε μέσα, στεκόταν μπροστὰ στὸ τέμπλο,ἔβγαζε τὸ καπελάκι του καὶ ἔλεγε:
«Καλημέρα Χριστέ μου, ὁ Συμεὼν εἶμαι. Βοήθησέ με νὰ βγάλω τὸ ψωμάκι μου».
Τὸ βράδυ ποὺ τελείωνε τὴ δουλειά του ξαναπερνοῦσε ἀπὸ τὴνἘκκλησία, πήγαινε πάλι μπροστὰ στὸ τέμπλο καὶ ἔλεγε: «Καλησπέρα Χριστέ μου, ὁ Συμεὼν εἶμαι. Σ᾿ εὐχαριστῶ ποὺ μὲ βοήθησες καὶ σήμερα».
Καὶ ἔτσι περνοῦσαν τὰ χρόνια τοῦ εὐλογημένου Συμεών.
Περίπου τὸ ἔτος 1950 ὅλα τὰ μέλη τῆς οἰκογενείας του ἀρρώστησαν ἀπὸ φυματίωση καὶ ἐκοιμήθησαν ἐν Κυρίῳ.Ἔμεινε ὁλομόναχος ὁ Συμεὼν καὶ συνέχισε ἀγόγγυστα τὴ δουλειά του ἀλλὰ καὶ δὲν παρέλειπε νὰ περνᾷ ἀπὸ τὸν ἅγιο Σπυρίδωνα νὰ καλημερίζει καὶ νὰ καλησπερίζει τὸν Χριστό, ζητώντας τὴν βοήθειά Του καὶ εὐχαριστώντας Τον.
Ὅταν γέρασε ὁ Συμεών, ἀρρώστησε. Μπῆκε στὸ Νοσοκομεῖο καὶ νοσηλεύτηκε περίπου γιὰ ἕνα μῆνα. Μιὰ προϊσταμένη ἀπὸ τὴν Πάτρα τὸν ρώτησε κάποτε:
-Παπποῦ, τόσες μέρες ἐδῶ μέσα δὲν ᾖρθε κανεὶς νὰ σὲ δεῖ. Δὲν ἔχεις κανένα δικό σου στὸν κόσμο;
-Ἔρχεται, παιδί μου, κάθε πρωὶ καὶ ἀπόγευμα ὁ Χριστὸς καὶ μὲ παρηγορεῖ.
-Καὶ τί σοῦ λέει, παπποῦ;«Καλησπέρα Συμεών, ὁ Χριστὸς εἶμαι, κᾶνε ὑπομονή».
Ἡ Προϊσταμένη παραξενεύτηκε καὶ κάλεσε τὸν Πνευματικό της, π. Χριστόδουλο Φάσο, νὰ ἔρθει νὰ δεῖ τὸν Συμεὼν μήπως πλανήθηκε. Ὁ π. Χριστόδουλος τὸν ἐπισκέφθηκε, τοῦ ἔπιασε κουβέντα, τοῦ ἔκανε τὴν ἐρώτηση τῆς Προϊσταμένης καὶ ὁ Συμεὼν τοῦ ἔδωσε τὴν ἴδια ἀπάντηση.
Τὶς ἴδιες ὧρες πρωὶ καὶ βράδυ, ποὺ ὁ Συμεὼν πήγαινε στὸ ναὸ καὶ χαιρετοῦσε τὸν Χριστό, τώρα καὶ ὁ Χριστὸς χαιρετοῦσε τὸν Συμεών. Τὸν ρώτησε ὁ Πνευματικός:
-Μήπως εἶναι φαντασία σου;
-Ὄχι, πάτερ, δὲν εἶμαι φαντασμένος, ὁ Χριστὸς εἶναι.
-Ἦρθε καὶ σήμερα;
-Ἦρθε.
-Καὶ τί σου εἶπε;
-Καλημέρα Συμεών, ὁ Χριστὸς εἶμαι. Κᾶνε ὑπομονή, σὲ τρεῖς μέρες θὰ σὲ πάρω κοντά μου πρωῒ-πρωΐ.
Ὁ Πνευματικός κάθε μέρα πήγαινε στό Νοσοκομεῖο, μιλοῦσε μαζί του και ἔμαθε γιά τήν ζωή του. Κατάλαβε ὅτι πρόκειται περί εὐλογημένου ἀνθρώπου. Τήν τρίτη ἡμέρα πρωί-πρωί πάλι πῆγε νά δεῖ τόν Συμεών καί νά διαπιστώσει ἄν θά πραγματοποιηθεῖ ἡ πρόρρηση ὅτι θά πεθάνει. Πράγματι ἐκεῖ πού κουβέντιαζαν, ὁ Συμεών φώναξε ξαφνικά: «Ἦρθε Ὁ Χριστός», καί ἐκοιμήθη τόν ὕπνο τοῦ δικαίου…

Πηγή

Η ΕΥΧΗ - Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ


Η ευχή – Η νοερά προσευχή

SONY DSC
Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ημών ελέησων με και σώσον με τον ( την ) αμαρτωλό ( η ).


Η απάθεια έρχεται μόνον με τη νοερά προσευχή


Ή απάθεια έρχεται μόνον διά της νοεράς προσευχής. Θα μισήσει μόνος του και την άργολογίαν και την παρρησίαν, θα προσπαθεί να ξεμοναχιάζεται ό άνθρωπος να μη χάση αυτό το πράγμα.

Αυτό εύχομαι να σάς δώση ό Θεός, την αίσθηση της προσευχής αυτής.
Και όταν την γνωρίσετε στην πράξη, τότε θα δείτε και θα εννοήσετε καλά – καλά τα πράγματα πού σάς λέω.
Τώρα πολύ – πολύ μπορεί να μη με εννοείτε, αλλά μετά πού θα ’ρθή ή χάρις τού Θεού, τότε θα καταλάβετε και θα πείτε:
Α, καλά μάς έλεγε ό Γέροντας.
Και την ημέρα πού θα πηγαίνετε στις εργασίες σας θα βλέπετε να λέτε «Κύριε Ιησού Χριστέ» στην εισπνοή, «ελέησον με» στην εκπνοή.
Θα είναι προσευχή χωρίς κομποσκοίνι.
Θα λέγεται μόνη της και θα δημιουργείται ή θέρμη, και ή θέρμη θα φέρει μετά όλα τα καλά.
 Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης

ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ Γράφει ο π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος




Στην δεκαετία 1959-1969, σε μια από τις συχνές επισκέψεις μου στο Άγιον Όρος, είχα συναντήσει έναν αγιασμένο Γέροντα, ο οποίος και με φιλοξένησε στη καλύβη του.

Στην ερώτηση μού «τι είναι θεωρία και έκστασις κατά την διάρκεια της νοεράς προσευχής», μου απάντησε περίπου ως εξής:



«Πριν από χρόνια, πάτερ μου, και μετά την πρωινή έγερση, ένας νεαρός μοναχός μιας απόμακρης και απόκρημνης καλύβης στη Σκήτη της Μικράς Αγίας Άννης, βγήκε έξω, στην πλαγιά του βουνού, για να μαζέψει λίγα χορταράκια για βράσιμο.  Παντού βασίλευε ερημιά και ησυχία.  Μαζεύοντας τα χόρτα, έλεγε φωναχτά την ευχούλα:


«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».

«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».

«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».


Σε κάποια στιγμή και εντελώς ξαφνικά αρπάχθηκε ο νους του στα ουράνια… στον κόσμο των Αγγέλων!  Βρέθηκε η ψυχή του –και μόνον η ψυχή του, χωρίς το σώμα- μέσα σ’ ένα άπειρο πλήθος Αγγελικών τάξεων!  Αυτή η αρπαγή και η έκστασις της ψυχής, είναι και λέγεται θεωρία, θεωρία πνευματική.  Σ’ αυτήν δε την κατάσταση της ανεκφράστου αγαλλιάσεως, υμνούσε και δοξολογούσε ως ελεεινός τον Θεόν μαζί με τους Αγγέλους!  Η έκστασις αυτής της ψυχής του μαζί με την ανείπωτη θεωρία του Παραδείσου και των Αγγέλων, του χάρισαν για λίγα λεπτά:



Ανεκλάλητη χαρά.

Θεία ευφροσύνη.

Νοερά έκπληξη,

Ιερόν δέος,

και ανέκφραστη μακαριότητα.



Όλες αυτές οι θεϊκές καταστάσεις και ιδιαιτέρως η θεία μακαριότητα είχαν τόσο μεγάλη πνευματική ένταση, που αν κρατούσαν δυο λεπτά ακόμα, όπως βεβαίωσε ο μοναχός, δεν θα άντεχε άλλο η καρδιά του και θα πέθαινε!

-Ναι, πάτερ μου, είπε ο Γέροντας, η ευτυχία και τα κάλλη του Παραδείσου δεν είναι για μας τους σκώληκας και αμαρτωλούς «ων πρώτος ειμί εγώ» Πάντως ήταν κάτι το πολύ τρομερό για εκείνον τον νεαρό μοναχό.


Τόση Θεία Χάρις!...

Τόση γλυκύτητα!....

Τόση κρυστάλλινη καθαρότητα!...

Τόσο φως!...

Και η αγγελική ψαλμωδία;….



Άφωνος ο νους, βουβή και η γλώσσα.  Τα του Θεού και τα υπέρλογα δεν περιγράφονται με λέξεις.  Πιστεύω όμως πως η έκστασις αυτή του νοός ήτο μια ελάχιστη πληροφορία για την κατάσταση της άλλης ζωής, της αληθινής και ουρανίας, της ζωής του μέλλοντος αιώνος»…



Πηγή: ΒΙΒΛΙΟΓ. ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ.

π. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

 

Η αναγκαιότητα της νοεράς προσευχής κατά τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά grigorios palamasΤου Αρχιμ. Διονυσίου Καραγιάννη για την Romfea.gr

grigorios palamasΤου Αρχιμ. Διονυσίου Καραγιάννη για την Romfea.gr

Κυριακή Β’ Νηστειών και η Εκκλησία μας φέρνει παράδειγμα πίστεως και ζωής τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, που κατά τον υμνογράφο είναι ‘’τὸν τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλον τοῦ φωτὸς τοῦ θείου τὸν κήρυκα’’.
Η διάκριση ουσίας και ενεργειών στο Θεό συνεπάγεται με το μεθεκτό και το αμέθεκτο του Θεού. Η ουσία του θεού είναι απρόσιτη και άγνωστη στην δημιουργία, συμπεριλαμβανομένων και των άνθρωπών. Ωστόσο ο άνθρωπος μπορεί να έρθει σε σχέση και κοινωνία με τον θεό μέσα από τις άκτιστες ενέργειές του, και την χάρη που προσφέρεται απλόχερα.
Σε αυτήν την σχέση αγιασμού και κοινωνίας η καρδιά και όχι ο νους είναι αυτή που είναι η οδός για να έχει ο άνθρωπος την θεία εμπειρία του ακτίστου φωτός. Έτσι ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας φέρνει το παράδειγμα του ήλιου.
Ενώ είναι μακριά από εμάς, και αν μπορούσαμε να πάμε θα καιγόμασταν, και θα είμασταν και τυφλοί, έτσι και στο Θεό η ουσία είναι άγνωστη και αμέθεκτη και μόνο από τις άκτιστες ενέργειές του, που ακτινοβολούν, αγγίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη και την μεταμορφώνουν. Έτσι και το πρόσωπο του προφήτου Μωυσή έλαμψε στο όρος Σινά.
Αλλά ίσως αναρωτηθεί κανείς σε τι μας ωφελεί εμάς σήμερα μια διδασκαλία ενός Αγίου, Ησυχαστή, που επικεντρώθηκε στην νοερά προσευχή, ως πρακτική εφαρμογή των μοναχών και των λαϊκών του 14ου αιώνα;
Γιατί σε εμάς σήμερα η διάκριση ουσίας και ενέργειας του Θεού είναι βασικό στοιχείο της ορθόδοξης πνευματικότητας και της προσωπικής μας σχέσης με το Θεό; Πολλοί από εμάς, ως επί το πλείστον δεν είναι μοναχοί και ασκητές.
Η εν Χριστώ μάθηση στην ασκητική προσευχητική μέθοδο των Πατέρων, μας δίνει και μας προσφέρει την δυνατότητα να γευτούμε και εμείς από το Άκτιστο φως του Θεού και σήμερα, μας δίνει τα εφόδια και τα απαραίτητα εκείνα πνευματικά αγαθά που θα μετέχουμε και εμείς σ’αυτήν την εμπειρία.
Δεν είναι, επομένως, απλός προβληματισμός που αποτελεί τη βάση του Ησυχασμού. Ούτε είναι κάποια υπερ-γνωστική εσωτερική αυτο-αποκάλυψη του νου, που αποτελεί την ησυχαστική εμπειρία.
Αισθανόμαστε από αυτές τις βαθιές δηλώσεις του Αγίου Γρηγορίου του Παλάμα, τα όρια της θείας παρουσίας, έξω από τις ψυχικές δυνατότητες, που στα βάθη της καρδιάς του ανθρώπου, η προσευχή είναι η εργασία για ένωση με τον Θεό.
Η νοερά προσευχή που μας καταθέτει ο Άγιος ως πνευματική παρακαταθήκη δεν είναι μόνο για αυτούς που ζουν στα μοναστήρια και στις ερήμους, αλλά και για τους πιστούς στον κόσμο. Αυτή η προσευχή κατεβάζει τον νου του ανθρώπου στην καρδιά. Η καρδιά στην νηπτική ησυχαστική παράδοση είναι στο κέντρο του ηθικού και πνευματικού, και περισσότερο ο θρόνος και ο τόπος της χάριτος του Θεού.
Εκεί συναντά ο άνθρωπος τον Θεό και ο Θεός τον άνθρωπο. Σε αυτήν την συνάντηση θα έρθουν οι ρυπαρές, αμαρτωλές σκέψεις και επιθυμίες που προσπαθούν να μολύνουν την καρδιά μας και να διακόψουν αυτήν την γεύση του ακτίστου φωτός.
Γι’αυτό και χρειάζεται ησυχία, ένας ιδιαίτερος τρόπος που μας προφυλάσσει από τις πανουργίες του διαβόλου και τις επιθυμίες μας.
Η νοερά προσευχή με την βασική προϋπόθεση της διάκρισης ουσίας και ενέργειας είναι φως που φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Είναι μια αλυσίδα που συνδέει τον άνθρωπο με τον Θεό.
Αυτά τα δύο δεν είναι δογματικές ή αφηρημένες έννοιες και πολύ περισσότερο κάποιες φιλοσοφικές απόψεις του Αγίου. Στην Κυριακή β΄ των Νηστειών μας υπενθυμίζει ο κήρυξ της χάριτος ότι ο Θεός είναι φως, αυτό μας λέει ο άγιος, ένα φως στο οποίο δεν υπάρχει το σκοτάδι.
Η νοερά προσευχή μας βοηθά να γευθούμε αυτήν τη θεοποιό κατάσταση και εμπειρία, γιατί αλλιώς και σε εμάς ο Θεός, το άκτιστο φως θα παραμένει άγνωστο και αόρατο και δεν θα αγγίξει την καθημερινή μας ζωή.
Αυτό το φως και την εμπειρία μας την δίνει η Εκκλησία μέσω των μυστηρίων της και με την νοερά προσευχή αυξάνεται για να γίνουμε και εμείς δοχεία της χάριτος του Θεού. Αμήν.

Αρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα, Επ. Καθηγητού Α.Π.Θ. Η Νοερά Προσευχή έκφραση αληθούς λατρείας του Θεού



Η μονογραφική αυτή κατάθεση παρουσιάζει την ιστορική διαχρονικά της αδιαλείπτου και νοεράς προσευχής της νηπτικής ορθοδόξου παραδόσεως, συνθέτοντας την με την κοινή λατρεία και συνεξετάζοντας όλα τα σχετικά προβλήματα. Καταιγιστικές μαρτυρίες εκ των πατέρων και των λειτουργικών κειμένων της Εκκλησίας θέτουν τις βάσεις της ερεύνης περί την ιστορία και τη θεολογία της αενάου λατρείας του Θεού. Ως επιβεβαίωση της θεωρίας καταγράφεται η ασκητική πράξη ενός νεωτέρου εμπειρικού της νοεράς αδιαλείπτου προσευχής του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού, για να αποδειχθεί η θεοφώτιστη αδιάρρηκτη συνέχεια των θεουργών χαρισμάτων της ορθοδόξου Εκκλησίας.

Μητροπολίτου Αὐστρίας: Ή νοερὰ προσευχὴ στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας



τοῦ Μητροπολίτου Αὐστρίας καὶ Ἐξάρχου Οὑγγαρίας κ. Ἀρσενίου
Ἡ προσευχή ὡς ἀνάβαση καί ὁμιλία τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεό[1] ἔχει χαρισματικό χαρακτήρα καί εἶναι ἔργο ἀσίγητο καί ἄληκτο μέσα στήν Ἐκκλησία.
Herzensgebet.jpg      Α) Ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι γεμάτη ἀπό ἀναφορές στή συνεχή καί ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ. Τό «Εὐλογήσω τόν Κύριον ἐν παντί καιρῷ, διαπαντός ἡ ἄνεσις αὐτοῦ ἐν τῷ στόματί μου»[2] τοῦ ψαλμωδοῦ ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ γεμίζει τήν ψυχή του καί δίδει νόημα στήν ὕπαρξή του μέσα ἀπό τήν προσευχή. Αὐτό δείχνουν καί οἱ προτροπές τῆς Καινῆς Διαθήκης «ἀγρυπνεῖτε ἐν παντί καιρῷ δεόμενοι»[3] καί «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[4].
Ἡ ἀγγελομίμητη αὐτή πράξη ἐκχέει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου τήν χάρη, τήν εὐφροσύνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, τήν κάνει κατοικητήριο τῆς Παναγίας Τριάδος καί δημιουργεῖ τίς προϋποθέσεις ὥστε ὁ νύκτα καί ἡμέρα προσευχόμενος ἄνθρωπος «νά μεταμορφώνεται σέ προσευχή καί νά γίνεται μυστήριο διαρκοῦς θείας κοινωνίας, πού φθάνει μέχρι τή θέωση καί τήν ἕνωση μέ τό Θεό»[5].
Μία ἐμβάθυνση στήν προτροπή τοῦ  Ἀποστόλου Παύλου «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε»[6] θά μᾶς ἀποκαλύψει ὅτι ἔργο τῆς προσευχῆς, τόσο στήν κοινή ὅσο καί στήν κατ’ ἰδίαν ἔκφρασή της, εἶναι ἡ διαρκής ἀναφορά καί ἕνωσή μας μέ τό Χριστό. «Τό περιφέρειν αὐτόν ἐν τῇ καρδίᾳ καί τῷ νοΐ – κατά τόν ἅγιο Συμεών Θεσσαλονίκης – καί ἀδιαλείπτως αὐτοῦ μεμνῆσθαι, καί ἐν αὐτῷ μελετᾶν καί θερμαίνεσθαι τούτου τῷ πόθῳ, κατά τά Σεραφίμ, καί ὁρᾶν αὐτόν ἀεί, ὡς τά Χερουβίμ, καί ἐν καρδίᾳ τοῦτον ἔχειν ἀναπαυόμενον, ὡς οἱ Θρόνοι»[7].
Ἡ ἀγάπη  ἀκριβῶς πρός τόν Χριστό ἀναβλύζει τή χαρισματική ἀκοίμητη προσευχή, ἀλλά καί ἡ χάρη τῆς προσευχῆς ποτίζει καί ζωογονεῖ τήν ἀνυπόκριτη ἀγάπη[8]. Ὅπως ἀδιάλειπτα ἀναπνέομε τόν ἀέρα, σημειώνει ὁ ὅσιος Νεῖλος ὁ Ἀσκητής, «οὕτως ἀδιαλείπτως ὀφείλομεν τόν Κύριον αἰνεῖν τε καί ὑμνεῖν»[9]. Αὐτή ἡ ἀδιάλειπτη κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό καί δή τό Χριστό δέν περιορίζεται ἀπό τά ὅρια τοῦ χρόνου καί τοῦ τόπου. «Οὐ καιροῖς καί διαστήμασιν ὡρῶν περικλειομένη – γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος γιά τήν προσευχή -, ἀλλά νύκτωρ καί ἡμέραν ἄπαυστον τήν ἐργασίαν ἔχουσα»[10].
Ἔτσι στήν πράξη ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή ἐφαρμόζεται πρῶτον μέ τούς διατεταγμένους καιρούς τῆς προσευχῆς, τήν ἑπταδική δηλαδή Ἀκολουθία τοῦ νυχθημέρου, δεύτερον μέ τήν προσευχή πού γίνεται μέ τήν καρδιά καί τρίτον μέ τήν ἐργασία, τό λεγόμενο ἐργόχειρο στήν ἀσκητική παράδοση.
       Β) Στό σημεῖο αὐτό θά ἀναδείξουμε περισσότερο τήν ἔννοια, τό βιβλικό ὑπόβαθρο, τίς ἱστορικές καί ἐκκλησιολογικές προϋποθέσεις τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τῆς ἐμπειρίας που συνδέεται ἄμεσα μέ τή νηπτική θεωρία τοῦ ἡσυχαστικοῦ βίου, ἀλλά νοηματοδοτεῖ καί τήν ποιότητα τῆς προσευχῆς τοῦ κάθε Χριστιανοῦ ἐν τῷ κόσμῳ. Ἀέναος προσευχή εἶναι ἐκείνη πού δέν σταματᾶ ποτέ νά καλλιεργεῖται στήν ψυχή νύχτα καί μέρα. Εἶναι μία συνεχής ἐργασία τοῦ νοῦ, προκειμένου νά ὑπάρχει ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ κατάνυξη στήν καρδιά.
Ἡ συνεχής μνήμη τοῦ Θεοῦ περνᾶ μέσα ἀπό τήν ἐπίμονη ἐργασία τοῦ νοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς. Μέσα  στό «ταμιεῖον»[11] τοῦ καθενός, τό μυστικό δηλαδή τόπο τῆς καρδιᾶς, μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καί δή τό «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», κυοφορεῖται ἡ νοερά προσευχή.
Ἀποστρεφόμενος ὁ ἄνθρωπος κάθε κοσμική φροντίδα καί μάταιο λογισμό εἶναι σέ θέση «ἀπερισπάστως» καί «ἀθολώτως» νά ἔχει παρρησία πρός τό Θεό. Ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Κυρίου νοερά, προσεύχεται «ἀβιάστως καί καθαρῶς καί ἀληθῶς»[12], εἰρηνεύει, ταπεινοῦται «καί ὅλως ἠλλοιωμένος τῇ τοῦ Θεοῦ ἀλλοιώσει φωτοειδής γίνεται»[13].
Ὅπως ὁ ὀφθαλμός, γράφει ὁ ἅγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας, ἀπολαμβάνει μέ τήν ὅραση τά πράγματα χωρίς νά μιλᾶ ἔτσι καί ὁ νοῦς μέ τή μνήμη καί τήν ἀγάπη πρός τό Θεό, μέ τή δέουσα πάλι σιγή, «ὑπό τῆς θείας ἐλλάμψεως καταυγάζεται, ἀρραβῶνα τῆς μελλούσης λαμπρότητος κομιζόμενος»[14]. Καί ὅπως πάλι ἡ γλώσσα προφέρουσα ρήματα λόγου τήν ἄδηλον θέλησιν τοῦ νοῦ ἐμφανίζει τῷ ἀκούοντι, ἔτσι καί ἡ διάνοια «τά βραχυσύλλαβα ρήματα τῆς προσευχῆς πυκνῶς καί θερμῶς ἀναγγέλλουσα, τήν τῆς ψυχῆς αἴτησιν ἀνακαλύπτει τῷ πάντα εἰδότι Θεῷ»[15].
Μέ τίς πέντε δηλαδή λέξεις τῆς νοερᾶς καί μονολογίστου εὐχῆς φωτίζεται καί κατανύσσεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἀποκαλύπτονται τά πάντα στόν παντογνώστη Κύριο, ἀναιροῦνται οἱ ἐμπαθεῖς λογισμοί, φυγαδεύονται οἱ ἔννοιες τοῦ κόσμου, καί σ’ ἕνα κλίμα καθαρά χαρισματικό ὁ ἄνθρωπος λειτουργεῖ ὡς ναός τοῦ Θεοῦ. Γίνεται κοινωνός μυστικῶν θεωριῶν  καί ἐπόπτης ἀρρήτων πραγμάτων.
Ἡ παράδοση τῆς μονολογίστου νοερᾶς προσευχῆς, κύριο περιεχόμενο τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, ἔχει τίς ρίζες της στήν Ἁγία Γραφή. Στήν Παλαιά Διαθήκη π.χ. τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ οὐσιῶδες στοιχεῖο τῆς λατρευτικῆς ζωῆς τοῦ Ἰσραηλίτη[16]. Στήν Καινή Διαθήκη γίνεται ἀναφορά στήν προσευχή τοῦ νοῦ μέ «πέντε λόγους»[17], κάτι πού στήν πατερική παράδοση, ἀπό τούς πρώτους μόλις αἰῶνες, ἀξιοποιήθηκε γιά νά καθιερωθεῖ ἡ «καρδιακή προσευχή»[18], ἡ ἀπό τό «ἔνδον ταμεῖον»[19] καί τό βάθος τῆς καρδιᾶς γινόμενη προσευχή τοῦ νοῦ πρός τό Θεό.
Ὁ ἅγιος Ἰωάνννης ὁ Χρυσόστομος προτρέπει τά ἑξῆς στούς μοναχούς τῆς ἐποχῆς του. «βοᾶτε ἀπό πρωΐ ἕως ἑσπέρας, εἰ δυνατόν καί ὅλην τήν νύκτα, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς»[20]. Ἄν καί ὁ λόγος αὐτός βρίσκεται σέ ἀμφιβαλλόμενο κείμενο τοῦ ὡς ἄνω ἱεροῦ Πατρός τό βέβαιον εἶναι ὅτι ἡ μονολόγιστη εὐχή εἶναι παλαιότατη χωρίς ποτέ, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια, νά ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν ἀρχαϊκή πάλι διαμορφωθεῖσα ἑπταδική Ἀκολουθία τῶν κοινῶν συνάξεων.
Ὁ Διάδοχος Φωτικῆς συνδέει τή νοερά-μονολόγιστη εὐχή μέ τήν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρός τήν τελειότητα. Ὅσοι, σημειώνει, μελετοῦν ἀπαύστως στό βάθος τῆς καρδιᾶς των τό ὄνομα τοῦ Κυρίου «οὗτοι καί τό φῶς τοῦ νοῦ αὐτῶν δύνανται ὁρᾶν ποτε»[21]. Φθάνουν δηλαδή ἀπό τήν κάθαρση στό φωτισμό καί σέ ἕνα ἐπίπεδο ἀληθοῦς Λατρείας, μιᾶς καί ἡ νοερά προσευχή κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος θεωρεῖται ὡς «Θεοῦ καταλλαγή, δακρύων μήτηρ καί πάλιν θυγάτηρ, ἁμαρτημάτων ἱλασμός, ἀγγέλων ἔργον, ἀσωμάτων πάντων τρυφή, ἡ μέλλουσα εὐφροσύνη, ἀπέραντος ἐργασία, ἀρετῶν πηγή, χαρισμάτων πρόξενος, προκοπή ἀόρατος, τροφή ψυχῆς, νοῦ φωτισμός»[22].
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, μέ τή νοερά προσευχή πού τιθασεύει τά πάθη καί βοηθᾶ τόν προσευχόμενο νά ἀναχθεῖ σέ ὕψη πνευματικότητος, «καθίσταται χώρα νοητή, ὅπου ὁ ἥλιος εἶναι τό φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὀξυγόνο ἡ πνοή τοῦ παναγίου Πνεύματος, συντυχία οἱ ἅγιες ἀσώματες ἀγγελικές δυνάμεις καί ζωή, χαρά καί εὐφροσύνη του ὁ ἴδιος ὁ Χριστός»[23].
Μέ τή νοερά προσευχή ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται σέ προσωπική σχέση μέ τό Χριστό. Πρόκειται γιά καθαρά μυστική σχέση, πραγματικό ἄθλημα, διότι ἀπαιτεῖ κόπο πνευματικό καί ἔχει τίς  δικές της προϋποθέσεις γιά νά μήν ὁδηγηθεῖ ὁ προσευχόμενος σέ πλάνη καί αὐταρέσκεια. Γι’ αὐτό ἕνας ἀπό τούς σύγχρονους ἁγίους, ὁ π. Πορφύριος σημειώνει ὅτι «ἡ νοερά προσευχή γίνεται μόνο ἀπό ἐκεῖνον πού ἔχει ἀποσπάσει τήν χάρι τοῦ Θεοῦ. Δέν πρέπει νά γίνεται μέ τή σκέψη ‘νά τή μάθω, νά τήν καταφέρω, νά τήν φθάσω’, γιατί μπορεῖ νά ὁδηγηθοῦμε στόν ἐγωϊσμό καί στήν ὑπερηφάνεια. Χρειάζεται πείρα, λαχτάρα, ἀλλά καί σύνεση, προσοχή καί φρόνηση γιά νά εἶναι ἡ προσευχή καθαρή καί θεάρεστη»[24].
Ἕνας ἄλλος ἐπίσης Γέροντας τοῦ καιροῦ μας, ὁ Ἰωσήφ ὁ ἁγιορείτης ὁ ἡσυχαστής, δίδει συγκεκριμένες ὁδηγίες γιά τό σωστό τρόπο ἐφαρμογῆς τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Ἐπειδή μάλιστα ὁ νοῦς μπορεῖ νά τήν ξεχάσει ἐφόσον δέν τήν ἔχει συνηθίσει, θά πρέπει νά λέγεται ἄλλοτε ἔκφωνα καί ἄλλοτε νοερά. «Αὐτό γίνεται μέχρις ὅτου χορτάσῃ ὁ νοῦς καί γίνῃ ἐνέργεια», δηλαδή πλησθεῖ ἐσωτερικῆς χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως. «Τότε», γράφει ὁ Γέρων, «θά λέγεται μέσα σου ἀδιαλείπτως, χωρίς τήν βίαν τήν ἐδικήν σου. Αὐτό λέγεται αἴσθησις - ἐνέργεια . ἐπειδή ἡ χάρις ἐνεργεῖ χωρίς τήν θέλησιν τοῦ ἀνθρώπου. Τρώγει, περιπατεῖ, κοιμᾶται, ξυπνᾷ καί μέσα φωνάζει διαρκῶς τήν εὐχήν. Καί ἔχει εἰρήνην, χαράν»[25].
Αὐτοί ἄλλωστε εἶναι καί οἱ καρποί τῆς νεορᾶς προσευχῆς, ἡ χαρά καί ἡ εἰρήνη. Χαίρεται ὁ προσευχόμενος γιατί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τό νοῦ καί τήν καρδιά του δημιουργώντας τίς προϋποθέσεις γιά πρόγευση τῆς ἀνείπωτης χαρᾶς τῆς θείας βασιλείας. Εἰρηνεύουν ἐπίσης οἱ λογισμοί μέ ἀποτέλεσμα να γαληνεύει ὁ ὅλος ἄνθρωπος καί νά ἀκτινοβολεῖ τό πρόσωπό του τήν εἰρήνη καί τή γαλήνη τοῦ Χριστοῦ. Μέ τή νοερά προσευχή ἐπίσης ἐνεργοποιοῦνται χαρίσματα καί ἀρετές στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, κατανύσσεται ἡ καρδιά του ἔτσι ὥστε νά καθαρίζεται, νά ἔχει τά δάκρυα ὡς φάρμακο, νά πληροῦται ἀπό τό χαροποιόν πένθος μήν ἀφήνοντας περιθώριο γιά τήν κακία, τήν ἐμπάθεια καί κάθε ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ[26].
       Γ) Ἀναφέραμε προηγουμένως ὅτι ἡ νοερά προσευχή δέν ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τήν προσευχή τῶν κοινῶν συνάξεων. Καί τοῦτο διότι τόσο ἡ κατ’ ἰδίαν προσευχή, ὅσο καί ἡ κοινή θεμελιώνονται στήν ἴδια ἐκκλησιολογική βάση. Ἡ μία προϋποθέτει τήν ἄλλη. «Καί οἱ δύο τύποι προσευχῆς – γράφει ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ – εἶναι κάτι παραπάνω ἀπό συμπληρωματικοί· εἶναι ὀργανικά δεμένοι μεταξύ τους, σάν δυό ἀχώριστες τῆς ἴδιας πράξεως εὐσεβείας. Καθένας μόνος του, χωριστά ἀπ’ τούς ἄλλους, μπορεῖ νά χαράξη ἐσφαλμένους δρόμους, νά γίνη ἐπικίνδυνος· ἡ κατ’ ἰδίαν προσευχή μπορεῖ νά ἐκφυλισθεῖ σέ εὐσεβισμό, σέ μία πράξι συγκινησιακή καί ἐκστασιακή, μιά πράξι διασπαστική. Ἀπό τό ἄλλο μέρος πάλι, ὅταν ἐκεῖνοι πού δέν ἔχουν καθόλου προηγουμένως ἀσκηθῆ, προσπαθήσουν νά ‘ἑνωθοῦν’ μέ τούς ἄλλους, τό ἀποτέλεσμα δέν θά εἶναι προσευχή κοινότητος, ἀλλά μᾶλλον μαζική προσευχή. Δέν θἆναι ἡ προσευχή μιᾶς κοινότητος προσώπων, ἀλλά ἐκείνης τῆς ἀπρόσωπης μάζας - ἁπλῆ τυπικότητα καί ὑποκρισία μ’ ἄλλα λόγια. Ἀποτελεῖ, λοιπόν, ἀναγκαιότητα μέσα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἡ προπαρασκευή τῶν πιστῶν γιά τήν κοινή προσευχή, μέσῳ τῆς προσωπικῆς εὐσεβείας, στό ἰδιαίτερό τους ‘ταμεῖο’»[27].
Ὁσάκις προέκυψαν προβλήματα διάσπασις τῆς ἑνότητος κοινῆς καί κατ’ ἰδίαν μονολογίστου εὐχῆς ἡ Ἐκκλησία ἀντέδρασε καί κατεδίκασε τήν ἐκτροπή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εἶναι ἡ καταδίκη τῶν ὀπαδῶν τοῦ ἀρχαίου Μεσσαλιανισμοῦ καί ἀργότερα τῶν Βογομίλων οἱ ὁποῖοι δέν ἤθελαν τήν εὐχαριστιακή ζωή καί τίς κοινές συνάξεις, ἀλλά κινούμενοι ἀπό ἕνα πνεῦμα ὑπερασκητισμοῦ πρόβαλλαν τόν «εὐχιτισμό». Τόνιζαν δηλαδή τήν ἀτομική εὐχή σέ βάρος τῆς μυστηριακῆς ἐμπειρίας, τῆς λειτουργικῆς προσευχῆς καί τῆς ψαλμωδίας. Σ’ αὐτούς ἀναφέρεται τό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας τό ὁποῖο καί ἀναθεματίζει ὡς πλανεμένους ὅσους μέ τήν πρόφαση τῆς ἡσυχίας βδελύσσονταν «τάς ἐν ἐκκλησίας συνάξεις»[28].
Κατά τήν περίοδο ἐπίσης τῶν ἡσυχαστικῶν ἐρίδων μεγάλοι Πατέρες ὑπεστήριξαν τήν ἑνότητα καί σπουδαιότητα κοινῆς καί κατ’ ἰδίαν μονολογίστου εὐχῆς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς π.χ., ὁ κατ’ ἐξοχήν διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τόνιζε ὅτι ὡς χριστιανοί «ἠμποροῦμε νά προσευχώμεθα μέ τόν νοῦ μας καί νά κάνωμεν προσευχήν νοεράν εὐάρεστον εἰς τόν Θεόν καί ἀληθινήν»[29]. Δέν παρέλειπε ὅμως νά συστήνει ἐνθέρμως καί τή λειτουργική προσευχή, τάς «ἐν τῷ ναῷ συνάξεις καί προσευχάς»[30].
Ὁ μοναχός Διονύσιος (14ος αἰ.) τόνιζε ὅτι δέν ἀρνοῦμαι «τό λέγειν ἀεί τελωνικῶς τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ καί σῶσόν με’... ἀλλά θέλει καί καρπόν χειλέων ὁ Χριστός ἀφ’ ἡμῶν, τουτέστι δοξολογίαν καί αἴνεσιν καί εὐχαριστίαν καί εὐλόγησιν»[31]. Τό ἴδιο καί ὁ σπουδαῖος ὑμνογράφος Θηκαρᾶς ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη (14ος αἰ.) συνέταξε νέο Ὡρολόγιο, μέ τριαδικούς ὕμνους καί εὐχές, προκειμένου νά ὑπερασπισθεῖ θεολογικά τήν ἀμφισβητούμενη καί ἐκείνη τήν ἐποχή ἑνότητα τῶν τριῶν προσώπων τῆς Παναγίας Τριάδος καί νά ἀντιμετωπίσει τίς ὑπερασκητικές τάσεις ὀπαδῶν τῶν Βογομίλων πού δέν ἤθελαν τήν κοινή Λατρεία καί προσευχή στήν ἐκκλησία. Ὁ Θηκαρᾶς ἔβλεπε τή νοερά μονολόγιστη εὐχή ὡς προέκταση τοῦ «κοινῶς ψάλλειν» καί σέ κάθε περίπτωση ὑπερασπιζόταν «καί τό κοινῶς καί τό κατ’ ἰδίαν»[32] ὅσον ἀφορᾶ τήν προσευχή. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὡς ἕνας μάλιστα ἀπό τούς συνεχιστές τῆς ἡσυχαστικῆς λειτουργικῆς καί φιλοκαλικῆς παραδόσεως ἀπευθυνόμενος σέ συγγενῆ του ἐπίσκοπο τόν συμβουλεύει νά συνδυάζει τήν ἑπταδική Ἀκολουθία τοῦ νυχθημέρου μέ τήν καρδιακή καί νοερά προσευχή· «καί ταύτην ἔχε ἔργον ἀδιάλειπτον καί παντοτινόν»[33].
Ὁλοκληρώνοντας τίς παρατηρήσεις μας γιά τό νόημα τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί τή θέση της στήν Ὀρθόδοξη παράδοση νά ἐπισημάνουμε ὅτι τόσον αὐτή ὅσο καί οἱ κοινές συνάξεις εἶναι δύο ἀλληλένδετες ἐκφάνσεις τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς καί Λατρείας ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Στόχος καί τῶν δύο εἶναι ἡ κοινωνία μέ τό Θεό, ἀλλά καί ἡ ἀγαπητική ἀναφορά πρός τό συνάνθρωπο, τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἡ νοερά προσευχή ἰδιαιτέρως ὡς διαδικασία κάθαρσης καί φωτισμοῦ τοῦ νοῦ, ἑλκύει τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί διαμορφώνει τήν ἀνθρώπινη καρδιά σέ κατοικητήριο τῆς Παναγίας Τριάδος. Προετοιμάζεται ἔτσι ὁ κάθε χριστιανός σωστότερα καί ὁλοκληρωμένα γιά τή μετάληψη τῆς θείας Εὐχαριστίας πού εἶναι τό πλήρωμα τῶν μυστηρίων. Ἔχει ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὅλες τίς προϋποθέσεις νά γίνει κοινωνός τῆς τοῦ Χριστοῦ ζωῆς καί μέτοχος τῆς αἰωνίου βασιλείας Του.



[1] Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, 3, 24, PG94, 1089C.
[2] Ψαλμ. 33,1-2.
[3] Λουκ. 21, 36.
[4] Α΄ Θεσ. 5, 17.
[5] Ἀ. Κεσελόπουλου, Πάθη καί ἀρετές στή διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ,  ἐκδ. «Δόμος», Ἀθήνα 21986, σ.165.
[6] Α΄ Θεσ. 5, 17.
[7] Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος..., Σ Γ΄, P.G.155, 537D . 540A.
[8] Νικοδήμου Σκρέττα (Ἀρχιμ.), Ἡ νοερά προσευχή  ἔκφραση  ἀληθοῦς Λατρείας  Θεοῦ, μετά συναγωγῆς  κειμένων  παλαιῶν καί νέων Γερόντων, [Σειρά: Κανονικά καί Λειτουργικά 2], ἐκδ. «Μυγδονία», Θεσσαλονίκη 2006, σ.73.
[9] Νείλου Ἀσκητοῦ, Ἐπιστολαί ΣΑΘ´ (239), PG79, 169D.
[10] Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία Στ´, Περί Εὐχῆς, PG64, 461D.
[11] Ματθ. 6, 5-6.
[12] Καλλίστου καί Ἰγνατίου Ξανθόπουλου, Περί τῶν αἱρουμένων ἡσύχως βιῶναι καί Μοναστικῶς, νγ΄, Φιλοκαλία, τ. Δ΄, σ. 252.
[13] Ἀντωνίου Μοναχοῦ, Λόγος ρστ΄, Περί Προσευχῆς,  PG89, 1756D.
[14] Θεολήπτου Φιλαδελφείας, Λόγος περί μοναδικοῦ ἐπαγγέλματος, Φιλοκαλία, τ.Δ΄, σσ.7-12.
[15] Θεολήπτου Φιλαδελφείας, ὅ.π., σσ.7-12.
[16] Ἀ.Γ. Παπαρνάκη, Ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη, [Ἑρμηνεία καί Θεολογία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, 2], ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2006.
[17] Α΄ Κορ. 14, 19.
[18] Ἡσυχίου Πρεσβυτέρου Ἱεροσολύμων, Πρός Θεόδουλον λόγος ψυχωφελής περί νήψεως καί ἀρετῆς κεφαλαιώδης (πρόκειται γιά ἔργο Ἡσυχίου τοῦ Σιναΐτου), PG 93, 1481D.
[19] Καλλίστου καί Ἰγνατίου Ξανθόπουλου, Μέθοδος καί Κανών σύν Θεῷ ἀκριβής..., Φιλοκαλία, τ. Δ΄, σ. 245. Βλ. καί Π. Ἰ. Σκαλτσῆ, Ἡ παράδοση τῆς κοινῆς καί τῆς κατ’ ἰδίαν προσευχῆς, μέ εἰδική ἀναφορά στό Ὡρολόγιο τοῦ Θηκαρᾶ, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2008, σ.σ. 380-381.
[20] Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ἐπιστολή πρός μοναχούς ὠφελείας πάσης καί νήψεως μεστή (ἀμφιβαλλόμενο), PG60, 752.
[21] Διαδόχου Φωτικῆς, Λόγος Ἀσκητικός νθ΄, Φιλοκαλία, τ. Α΄, σ.251.
[22] Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, Κλῖμαξ. Λόγος ΚΗ΄. Περί τῆς Ἱερᾶς καί μητρός τῶν ἀρετῶν τῆς μακαρίας προσευχῆς, PG88, 1129.
[23] Νικοδήμου Σκρέττα (Ἀρχιμ.), Ἡ νοερά προσευχή ἔκφραση ἀληθοῦς Λατρείας Θεοῦ, μετά συναγωγῆς κειμένων παλαιῶν καί νέων Γερόντων, ὅ.π., σ. 218.
[24] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, ἐκδ. Ἱ. Μονῆς Χρυσοπηγῆς, Χανιά 42003, σ. 284.
[25] Ἰωσήφ Ἡσυχαστοῦ Γέροντος, Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας, Ἐπιστολή Β΄, ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Φιλοθέου, Ἅγιον Ὄρος 62003, σ.40. Βλ. καί Νικοδήμου Σκρέττα (Ἀρχιμ.), ὅ.π., σ. 282.
[26] Βλ. Νικοδήμου Σκρέττα (Ἀρχιμ.), Ἡ νοερά προσευχή ἔκφραση ἀληθοῦς Λατρείας Θεοῦ, μετά συναγωγῆς κειμένων παλαιῶν καί νέων Γερόντων, ὅ.π., σσ. 309-323.
[27] π. Γεωργίου Φλωρόφκυ, «Ὀρθόδοξος Λατρεία», ἐν Θέματα Ὀρθοδόξου Θεολογίας, ἐκδ. «Ἄρτος Ζωῆς», Ἀθήνα 1989, σ.σ. 160-161. Βλ. καί Γ. Ἰ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ἠθική ΙΙ, ἐκδ. Π. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 171. Βασιλείου Ἰ. Καλλιακμάνη, Ὁ ἐκκλησιολογικός χαρακτήρας τῆς ποιμαντικῆς. Λεντίῳ ζωννύμενοι ΙΙ, ἐκδ. «Μυγδονία», Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 22-23.
[28] Βλ. J. Gouillard, Le Synodikon de l’Orthodoxie, ἐν Travaux et Mémoires, τόμ. 2, Paris 1967, σ. 67. Βλ. καί Π. Ἰ. Σκαλτσῆ, ὅ.π., σσ. 282-283.
[29] Βλ. Φιλοκαλία, τ. Ε΄, σσ. 110-111.
[30] Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμιλία Ζ΄, PG151, 89C.
[31] Διονυσίου Μοναχοῦ, Κεφάλαια γνωστικά πεντήκοντα περί διαφορᾶς τῶν θείων Ὕμνων, Εἰσαγωγή – κριτικόν κείμενον (τό πρῶτον νῦν ἐκδοθέν) ὑπό Χαραλάμπους Γ. Σωτηροπούλου, Καθηγητοῦ ἐν τῷ Πανεπιστημίῳ Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1999, σσ. 81-82.
[32] Βλ. Θηκαρᾶς, ἔκδ. Ἱ. Μονῆς Παντοκράτορος, Ἅγιον Ὄρος 2008, σ. 474. Βλ. καί Π. Ἰ. Σκαλτσῆ, Ἡ παράδοση τῆς κοινῆς καί τῆς κατ’ ἰδίαν προσευχῆς, μέ εἰδική ἀναφορά στό Ὡρολόγιο τοῦ Θηκαρᾶ, ὅ.π., σσ. 386-397.
[33] Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον, ἤτοι περί φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων,  ἔκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 21991, σ. 177. Βλ. καί Π. Ἰ. Σκαλτσῆ, Ἡ παράδοση τῆς κοινῆς καί τῆς κατ’ ἰδίαν προσευχῆς, μέ εἰδική ἀναφορά στό Ὡρολόγιο τοῦ Θηκαρᾶ, ὅ.π., σ. 383, Νικοδήμου  Σκρέττα (Άρχιμ.), Ἡ νοερά προσευχή ἔκφραση ἀληθοῦς Λατρείας Θεοῦ, μετά συναγωγῆς κειμένων παλαιῶν καί νέων Γερόντων, ὅ.π., σσ. 117-177.