Η Ορθοδοξία, ό,τι πιο φωτεινό και απελευθερωτικό έχει εμφανιστεί ποτέ στη γη (το γράφω σε πείσμα εκείνων που τη θεωρούν μισαλλόδοξη και σκοτεινή), για να περάσει στους ανθρώπους το μήνυμα της ελευθερίας, θεσμοθέτησε κάτι πολύ παράξενο: εκατό μέρες το χρόνο (περίπου το ένα τρίτο του έτους), όπου ο άνθρωπος καλείται να μη γονατίζει όταν απευθύνεται στο Θεό, αλλά να στέκεται μπροστά Του και να προσεύχεται ενώπιος ενωπίω!
Οι μέρες αυτές είναι: κάθε Κυριακή (το έτος έχει 52) και οι 50 μέρες από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή της Πεντηκοστής (περίοδος του πεντηκοσταρίου). Το θέσπισμα αυτό (να μη γονατίζουμε κατά τις μέρες αυτές) προέρχεται ήδη από την αρχή του χριστιανισμού και μαρτυρείται το 2ο αιώνα από τον άγιο Ειρηναίο της Λυών (για τις Κυριακές) και το 325 μ.Χ. από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (για την περίοδο του πεντηκοσταρίου).
Έτσι, όλες αυτές τις μέρες, τις αφιερωμένες στην ανάσταση του Χριστού, οι χριστιανοί απευθύνονται στο Θεό όρθιοι και όχι γονατιστοί: σαν ελεύθεροι άνθρωποι και όχι σαν δούλοι.
Το μήνυμα της Εκκλησίας είναι σαφές και ταιριάζει με τις πολλές αναφορές του αποστόλου Παύλου στην ελευθερία: «ο Χριστός μας ελευθέρωσε», «ο Θεός μας κάλεσε επ’ ελευθερία». Δεν είμαστε πια δούλοι, ούτε στα πάθη μας, ούτε στην αμαρτία, ούτε στο θάνατο, ούτε στο σατανά, ούτε στο θρησκευτικό νόμο, ούτε σε κανέναν άνθρωπο!!! (Για τη σχετική διδασκαλία του αποστόλου Παύλου, δες εδώ.
Σήμερα, κάτι τέτοιο θεωρείται αυτονόητο, αλλά σε εποχές δουλείας το μήνυμα ήταν εκπληκτικό – σκεφτείτε στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, που είχε εκατομμύρια δούλους, αλλά και στην Τουρκοκρατία και στις άλλες περιόδους δουλείας των ορθόδοξων λαών κατά καιρούς, παλιές και νεότερες.
Έτσι, την Κυριακή της Πεντηκοστής, μετά τη λειτουργία, γίνεται ο εσπερινός που προετοιμάζει για τη γιορτή της Δευτέρας (του Αγίου Πνεύματος) και για πρώτη φορά απ’ το Πάσχα οι χριστιανοί (ιερείς και λαϊκοί) γονατίζουν και απευθύνουν στο Θεό τρεις πολύ σημαντικές προσευχές, για ζωντανούς και νεκρούς. (Ο εσπερινός αυτός ανήκει στο λειτουργικό κύκλο της Δευτέρας – και αρχικά γινόταν το βράδυ της Κυριακής – γι’ αυτό δεν ανατρέπει το ότι δεν γονατίζουμε τις Κυριακές).
Για τις μετάνοιες, να πούμε ένα δυο πράγματα:
Είναι γνωστό πως οι χριστιανοί συνηθίζουμε να προσευχόμαστε όχι μόνο όρθιοι, αλλά και γονατιστοί. Το γονάτισμα αυτό («μετάνοια») είναι δείγμα ικεσίας. Τολμώ μάλιστα να πω πως δεν πρόκειται για προσκύνηση προς το Θεό, αλλά για ένδειξη εξουθένωσης, εξαιτίας της οποίας ο άνθρωπος δε μπορεί πια να στέκεται όρθιος, δεν αντέχει άλλο, και πέφτει στα γόνατα.
Πρέπει βέβαια να ξεχωρίσουμε την προσκύνηση που γίνεται με υπόκλιση και που δείχνει τιμή ή δέος κι όχι συντριβή, από τη γονυκλισία (γονάτισμα).
Έτσι, βλέπουμε να γονατίζουν μπροστά στο Χριστό: ο Πέτρος, παρακαλώντας το Χριστό να φύγει από κοντά του, νιώθοντας δέος από την αγιότητά του και ομολογώντας πως ο ίδιος είναι αμαρτωλός (Λουκ. 5, 8). Ένας πατέρας, που παρακαλούσε το Χριστό να γιατρέψει το παιδί του (Ματθ. 17, 14). Η Χαναναία, παρακαλώντας επίσης για τη θεραπεία του παιδιού της (Μάρκ. 7, 25). Ένας λεπρός, που παρακαλούσε για τη θεραπεία του (Μάρκ. 1, 40). Δαιμονισμένοι, κατευθυνόμενοι από τα δαιμόνια, που παρακαλούσαν το Χριστό να τα λυπηθεί ή ομολογούσαν συντετριμμένα πως είναι ο υιός του Θεού (Λουκ. 8, 28, Μάρκ. 3, 11). Η αιμορροούσα, ομολογώντας δημόσια τη θεραπεία της (ενώ αρχικά ήθελε να γίνει κρυφά, γιατί φοβόταν να μιλήσει στο Χριστό, Λουκ. 8, 47). Και άλλοι.
Επίσης προσκύνησαν το Χριστό ο εκ γενετής τυφλός, τον οποίο Εκείνος είχε θεραπεύσει (Ιωάν. 9, 38), οι μαθητές Του –και άλλοι;– που βρίσκονταν στο πλοίο, όπου ήρθε περπατώντας στα νερά και κόπασε η θύελλα (Ματθ. 14, 33), οι μυροφόρες πλημμυρισμένες χαρά, αγάπη, αλλά ασφαλώς και δέος («αγκάλιασαν τα πόδια Του και τον προσκύνησαν», Ματθ. 28, 9), οι μαθητές Του που τον συνάντησαν μετά την ανάσταση (Ματθ. 28, 17), ο Θωμάς κατά την ιδιαίτερη εμφάνιση προς αυτόν κ.ά. Αλλά και οι Μάγοι το είχαν κάνει (γονατίζοντας), όταν Τον είδαν βρέφος (Ματθ. 2, 11).
Παρότι αρμόζει να προσκυνήσουμε το Θεό (και στην Αποκάλυψη η ουράνια Εκκλησία, που εμφανίζεται στο όραμα του Ιωάννη, φαίνεται πολλές φορές να το κάνει αυτό), όμως ο Χριστός δεν ζητάει από τους ανθρώπους να γονατίζουν μπροστά Του. Εκείνοι το κάνουν, λόγω της ψυχικής τους εξάντλησης, όπως είπαμε, ικετεύοντας για βοήθεια. Ο Χριστός τους παρέχει τη βοήθεια και τους ενθαρρύνει (εκτός της Χαναναίας, που επίσης την ενθαρρύνει, αλλά πρώτα τη δοκιμάζει, αρνούμενος δήθεν να τη βοηθήσει, για να δείξει σε όλους πόσο θερμή πίστη είχε, αν και ειδωλολάτρισσα).
Τιμητικά βλέπουμε να γονατίζουν άνθρωποι και μπροστά στους αποστόλους (π.χ. Πράξεις των αποστόλων, 10, 25-26) ή σε αγγέλους (Αποκάλυψις, 22, 8-9), όπου εκείνοι δεν δέχονται την προσκύνηση.
Αν όμως ο Χριστός δεν ζητάει απ’ τους ανθρώπους να γονατίζουν, ενώ οι άγιοι δεν δέχονται να τους προσκυνούν, πρέπει ή όχι να γονατίζουμε εμείς κατά την προσευχή μας ή να υποκλινόμαστε πριν ασπαστούμε την εικόνα του Χριστού, της Παναγίας ή ενός αγίου;
Απαντώ: καλά κάνουν οι ταπεινοί άνθρωποι του λαού μας (όλων των ορθόδοξων λαών) που γονατίζουν ή υποκλίνονται όταν απευθύνονται στο Χριστό και τα άλλα ιερά πρόσωπα. Και τούτο, γιατί εγώ (ο τόσο εγωιστής και ικανοποιημένος με τον εαυτό μου και τα «κατορθώματά μου») δεν είμαι καλύτερος από τους αδύναμους ή αμαρτωλούς που αναφέρει το ευαγγέλιο πως γονάτιζαν και ζητούσαν βοήθεια.
Βέβαια, μπορεί να γονατίζω υποκριτικά, αλλά φυσικά δεν αναφέρομαι σε τέτοιες καταστάσεις, που απορρίπτονται έτσι κι αλλιώς, αλλά σε ειλικρινείς γονυκλισίες, που φανερώνουν αυτό που έχω στ’ αλήθεια μέσα στην ψυχή μου. Γονατίζω γιατί η καρδιά μου δεν αντέχει άλλο – είμαι το ίδιο εξουθενωμένος με τους ανθρώπους του ευαγγελίου. Νιώθω το ίδιο δέος μπροστά στο θείο μεγαλείο και τη θεία ταπείνωση, που ένιωθαν και εκείνοι που συνάντησαν το Χριστό. Θέλω να γονατίσω.
Αν εσύ, αδελφέ μου, νιώθεις πως μειώνεσαι αν γονατίσεις για να προσευχηθείς στο Χριστό ή στην Παναγία (πολύ περισσότερο, αν νιώθεις μειονεκτικά γονατίζοντας μπροστά σε μια εικόνα των προσώπων αυτών, κι αν νιώθεις περιφρόνηση ή «συμπάθεια» βλέποντας έναν αγράμματο χριστιανό να γονατίζει), τότε είναι ακόμη πιο επείγον να γονατίσεις, γιατί ο εγωισμός σου έχει χτυπήσει κόκκινο… (Ή μήπως δεν αξίζει να γονατίσω μπροστά το Χριστό;). Και με σημαία τον εγωισμό (όπως κι αν τον ονομάζουμε ή τον μεταμφιέζουμε) δε μπαίνουμε στη βασιλεία των ουρανών, γιατί ο Θεός είναι ταπεινός και μόνο ταπεινοί μπορεί να τον πλησιάσουν.
Το κάλεσμα του Χριστού για ταπεινότητα είναι η πιο μεγάλη μάχη του ανθρώπου ενάντια στο Θεό, σε όλες τις εποχές. Μια μάχη που πρέπει να δώσει, στην πραγματικότητα, ενάντια στον εαυτό του. Ο ίδιος ο Χριστός ήταν πολύ ταπεινός, κι ας είπε «εγώ είμαι το φως του κόσμου», γιατί μόνο ένας ταπεινός Θεός θα γινόταν άνθρωπος και θα στεκόταν να του κάνουν κυριολεκτικά ό,τι θέλουν, για να σώσει ακόμη κι εκείνους που τον σταύρωσαν ή που συναίνεσαν να σταυρωθεί! Ο εγωισμός, αντίθετα, προκάλεσε όλα τα δεινά (ο εγωισμός του παπισμού π.χ. έφερε το Μεσαίωνα, ο εγωισμός των βασιλέων είναι γνωστός σε όλη την ιστορία), ενώ σήμερα έφερε τον κόσμο (την κοινωνία, το περιβάλλον, τις οικογένειες, τα άτομα) σ’ αυτό το χάλι, μεταμορφώνοντάς τον σε κόλαση, αν αυτό σου λέει κάτι. Αν όχι, ας κοιτάξουμε γύρω μας και ας είμαστε ειλικρινείς.
Στην αρχαία Εκκλησία οριζόταν γονυκλισίες για ανθρώπους με βαριές αμαρτίες. Οι μετάνοιες αυτές δεν ήταν μόνο δείγμα ταπείνωσης και αίτησης του ελέους του Θεού, αλλά είχαν και το συμβολισμό της πτώσης και της ανόρθωσης! «Με κάθε γονυκλισία», γράφει ο Μέγας Βασίλειος, «δείχνουμε ότι, με την αμαρτία, πέσαμε στη γη και, με το έλεος του Θεού, ανυψωθήκαμε στον ουρανό» (λεπτομέρειες εδώ: http://xristodoulos.antibaro.gr/egyklioi/goniklisia.html, όπου και λεπτομερής ανάλυση του θέματος της γονυκλισίας τις Κυριακές, με πολλές αναφορές και παράθεση διαφόρων απόψεων).
Οι αναστάσιμες ημέρες είναι ημέρες χαράς, όχι μετάνοιας ή πένθους ή εξουθένωσης. Δε χωράνε λοιπόν γονυκλισίες σ’ αυτές. Ο Χριστός μας ελευθέρωσε. Ας μείνουμε ελεύθεροι – ελεύθεροι από τα πάθη, την αμαρτία, το θάνατο, ακόμη κι από θρησκευτικό νόμο, όπως έλεγε ο Παύλος. Ναι, ελεύθεροι: ο Χριστός δεν δίνει «10 εντολές», αλλά μόνο την εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου… και τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Ματθ. 22, 35-40, προς Ρωμαίους, 13, 8-10). Κι αυτό μάλιστα, λέει ο Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, δεν είναι εντολή, αλλά αποκάλυψη στους ανθρώπους του τρόπου ζωής του Θεού, της αγάπης.
Όταν ο Χριστός μας ελευθέρωσε, κανείς δε μπορεί να μας κάνει δούλους, ακόμη κι αν εξωτερικά ζούμε ως δούλοι. Πολλοί δούλοι (εσωτερικά ελεύθεροι) αγίασαν: ο άγιος Ονήσιμος, Οι άγιοι Πρωτάς και Υάκινθος, ευνούχοι της αγίας Ευγενίας, μαρτύρησαν στη Ρώμη και τιμώνται στις 11 Σεπτεμβρίου, η αγία Δούλη (αγνώστου ονόματος), μάρτυρας στη Νικομήδεια, τιμάται στις 25 Φεβρουαρίου κ.π.α…
Δούλος υπήρξε και ο άγιος απόστολος Θωμάς, κατά την περιοδεία του στις Ινδίες. Οι άγιοι Παυλίνος της Καμπανίας, Σεραπίων ο Σινδόνιος και Πέτρος ο Τελώνης έγιναν δούλοι με τη θέλησή τους, για να βοηθήσουν κάποιους συνανθρώπους τους. Ο άγιος Αγάπιος ο Βατοπεδινός επέστρεψε στον αφέντη του, από τον οποίο είχε απελευθερωθεί θαυματουργικά. Δούλος ήταν και ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσος, ενώ ο άγιος Μωυσής ο Ούγγρος (1043) προτίμησε μακροχρόνια βασανιστήρια από το να ενδώσει στις ερωτικές προθέσεις της κυρίας του.
Η πνευματική και ηθική ελευθερία (η ελευθερία από τα πάθη μας, και κυρίως απ’ τον εγωισμό και την κακία, τη ζήλεια, το αποκλειστικό ενδιαφέρον για «το συμφέρον μας») είναι η πραγματική ελευθερία, ακόμη και υπό συνθήκες πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής ή οικογενειακής καταπίεσης. Ας μείνουμε λοιπόν ελεύθεροι – ας μείνουμε δικοί Του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου