Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

ERNST TOPITSCH-ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (7)



Μαρξισμός και Γνωστικισμός 7
Έτσι λοιπόν, εκεί όπου η διάψευση δεν είναι δυνατή, και προπάντων εκεί όπου ισχυρά αξιακά και ιδεολογικά μοτίβα ή πολιτικά συμφέροντα παίζουν κάποιο ρόλο, μπόρεσαν να επικρατήσουν, επιδεικνύοντας απίστευτη αντοχή, υπολείμματα μυθικών αντιλήψεων. Επιπροσθέτως, τις(τις αντιλήψεις αυτές) βοηθά στην πράξη, ακριβώς εκείνη η ιδιότητα τους, η οποία από την σκοπιά της επιστημονικής θεωρίας είναι το αδύνατο τους σημείο, η κενότητα τους δηλαδή. Επειδή είναι κενές δεν μπορούν να καταρριφθούν. Αυτό σημαίνει πως, επειδή δε λένε τίποτα περί ελέγξιμων γεγονότων(σχέσεων πραγμάτων- Sachverhalte), δεν μπορούν βάσει αυτών να τεθούν εκτός ισχύος. Και επειδή δεν διαθέτουν κανένα δικό τους αξιακό περιεχόμενο, συμφωνούν με οποιαδήποτε αξία και στάση, και με τον τρόπο αυτό μπορεί να δημιουργήσουν την εντύπωση πως πρόκειται περί καθολικών και αιώνιων αξιακών αρχών.

Τέτοιου είδους κενοί τύποι προκύπτουν συχνά από φιλοσοφικές εκλογικεύσεις των κοινωνικών και τεχνικών ερμηνειών του κόσμου και του ανθρώπου, αλλά και από μυθικές αντιλήψεις, όπως πτώσης και ανάστασης της ψυχής, ή του θεού που φεύγει από τον κόσμο και μετά ενώνεται και συμφιλιώνεται πάλι μαζί του. Τα τελευταία αποτελούν την σημαντικότερη πηγή της εγελιανής-μαρξιστικής διαλεκτικής. Τώρα λοιπόν μπορεί-όπως υπονοήθηκε πολλές φορές-να χρησιμοποιηθεί η διαλεκτική και το σχετικό με αυτήν λεξιλόγιο, για την περιγραφή πρακτικά κάθε διαδικασίας και συσχετίσεως στην φύση και την κοινωνία. Έτσι λοιπόν, είναι σε κάθε στιγμή δυνατό, η πορεία της ιστορίας της πολιτικής ή του πνεύματος, να παρασταθεί ως διαλεκτικό δράμα. Ο τριφασικός ρυθμός της διαλεκτικής, δηλ αρχική κατάσταση, πτώση και λύτρωση, είναι επίσης ανοικτός προς την αυθαιρεσία, ώστε κάθε δυσχερής κατάσταση να εμφανίζεται ως “αρνητική”, και κάθε ευμενής ή επιθυμητή, ως το θετικό τελικό στάδιο. Η διαλεκτική συν τοις άλλοις, έχει το πλεονέκτημα έναντι των κενών τύπων του φυσικού δικαίου, το ότι δεν παραθέτει την επιθυμητή κατάσταση ως απλή ηθική απαίτηση, η οποία μπορεί να εκπληρωθεί ή όχι, αλλά ως αναπόφευκτο και αναγκαίο αποτέλεσμα της ιστορικής-κοινωνικής διαδικασίας. Αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό έδωσε το δικαίωμα στον Μαρξ να δει τόσο περιφρονητικά τους σοσιαλιστές που ακολουθούσαν το φυσικό δίκαιο και την ηθική, τους οποίους ο Μαρξ ειρωνευόταν ως “ουτοπιστές”91.

ERNST TOPITSCH-ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (6)



Είναι λοιπόν σαφές πως και στην περίπτωση αυτή, χρησιμοποιήθηκε μια χριστιανική-γνωστικιστική θεωρία απολυτρώσεως για να ερμηνεύσει ενδοκοσμικά φαινόμενα: όπως στον Hegel, με την ενανθρώπιση και το θάνατο του Χριστού, η κένωση του Θεού φτάνει στο αποκορύφωμα της, αλλά ταυτόχρονα και στο σημείο καμπής, όπου ο Χριστός επαναπροσλαμβάνεται από τον Θεό και αποκτά την αληθινή του θεότητα83, έτσι στον Μαρξ, η αυτοαποξένωση του ανθρώπου φτάνει το αποκορύφωμα της στα βάσανα του προλετάριου, που έχει γίνει πράγμα. Αυτό όμως είναι και το σημείο καμπής, που θα οδηγήσει τον άνθρωπο, μέσω του ανθρώπου και για χάρη του ανθρώπου, να αποκτήσει(προσκτήσει) πραγματικά την ανθρώπινη ουσία. Αυτή η πρόσκτηση, που στον κομμουνισμό θα έπρεπε να επιτευχθεί ως θετική άρση της ιδιοκτησίας και συνεπώς ως άρση της αυτοαποξένωσης, είναι για τον νεαρό Μαρξ, “η αληθινή λύση της διένεξης που υφίσταται μεταξύ του ανθρώπου και της φύσης, και μεταξύ ανθρώπου και ανθρώπου”, αλλά και “το λυμένο αίνιγμα της ιστορίας όπως και η λύση του”84.

ERNST TOPITSCH-ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ(5)



Το πως είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν κατά βούληση αυτοί οι κενοί τύποι-η διαλεκτική εν προκειμένω-μας το δείχνει με κλασσικό πια τρόπο, η κριτική ενασχόληση του νεαρού Μαρξ με τον Hegel. Τον ωριμάζοντα στοχαστή, όπως και τους υπόλοιπους νεαρούς εγελιανούς, στρίμωχνε το ερώτημα: “ποιο λοιπόν θα είναι το νέο(επερχόμενο) περιεχόμενο της παγκόσμιας ιστορίας, όταν πια το πνεύμα του κόσμου, μέσα στα πλαίσια της φιλοσοφίας του Hegel, θα έχει πια επιτύχει τον στόχο του, δηλ θα έχει φτάσει στην γνώση του εαυτού του”74. Γι' αυτόν μάλιστα αποτελούσε πρόβλημα το πως “είναι δυνατόν να ζουν ακόμα άνθρωποι, βάσει μιας απόλυτης φιλοσοφίας.”75.Με την βοήθεια όμως της διαλεκτικής βρήκε μια (αναμενόμενη) διέξοδο. Χονδρικά μιλώντας, μετέφερε την φιλοσοφία του Hegel από την τρίτη, στην δεύτερη, δηλ την “αρνητική” φάση του σχεδίου της απολυτρώσεως.76 Όντας μακριά από το να είναι κατάληξη ή κορωνίδα συμφιλιώσεως, η διδασκαλία του Hegel, είναι μάλλον έκφραση ενός ακραίου ρήγματος της πραγματικότητας, και η οποία(διδασκαλία) απαιτεί την διαλεκτική άρση του ρήγματος. Ο Μαρξ γράφει στην διδακτορική του διατριβή(1840), με μια πλήρως εγελιανή ορολογία: “Με το κλείσιμο της φιλοσοφίας σε ένα τελειωμένο, ολοκληρωμένο κόσμο, ο προσδιορισμός αυτής της ολοκλήρωσης εξαρτάται από την ανάπτυξη της(φιλοσοφίας), με τον ίδιο τρόπο που(η φιλοσοφία) είναι προϋπόθεση της μορφής, την οποία λαμβάνει η κίνηση της προς μια πρακτική σχέση με την πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν η ολοκλήρωση του κόσμου είναι διχοτομημένη, και η διχοτόμηση αυτή μάλιστα έχει οδηγηθεί στα άκρα....Ο κόσμος λοιπόν είναι ένας διαρρηγμένος κόσμος, ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με απόλυτη φιλοσοφία.77”. Υπάρχουν όμως στιγμές στην ιστορία, κατά τις οποίες η φιλοσοφία αφήνει την θεωρητική της στάση, και εισέρχεται στο κοσμικό γίγνεσθαι ως πρακτική δύναμη. Η φιλοσοφία του Hegel, η οποία έχει επεκταθεί προς τον κόσμο, πρέπει λοιπόν τώρα να στραφεί ενάντια στον εμφανιζόμενο κόσμο, ώστε να υπερβεί την ίδια της την αποξένωση.78

ERNST TOPITSCH--ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (4)




Η ομοιότητα αυτή γίνεται ίσως ακόμα πιο έντονη στις έννοιες “αποξένωση”(Entfremdung) και “κένωση”(Entäußerung-εξωτερίκευση), όπως τις συναντούμε στην “Φαινομενολογία του πνεύματος”: το απόλυτο πρέπει να αποξενωθεί και να καταστεί κάτι διαφορετικό, αρνητικό, έτσι ώστε συναντώντας στο δρόμο του την αποξένωση και υπερβαίνοντας την, να βρει την αληθινή ενότητα με τον εαυτό του και να επιτύχει την τελειότητα65. Το ότι στην περίπτωση αυτή πρόκειται ουσιαστικά περί θεολογικών κατηγοριών, επιβεβαιώνεται από ένα σημείο του έργου “Religionsphilosophie“: „Το πεπερασμένο είναι μια ουσιαστική στιγμή του απείρου, εντός της φύσεως του Θεού, και έτσι μπορούμε να πούμε: ο ίδιος ο Θεός είναι που γίνεται πεπερασμένος...Η ύπαρξη όμως του πεπερασμένου δεν πρέπει να παραμείνει, αλλά να αρθεί: θεός είναι η κίνηση προς το πεπερασμένο, και διαμέσου αυτού, ως άρση του(πεπερασμένου), κίνηση προς τον εαυτό του. Μέσα στο εγώ, το οποίο ως πεπερασμένο αναιρείται, ο θεός επιστρέφει στον εαυτό του, και είναι θεός μόνο ως αυτή η επιστροφή.”66

Το πως ο Hegel εξέφρασε επακριβώς την ερμηνεία αυτή του γίγνεσθαι ως θεογονίας και θεοφάνειας, δεν μπορεί να διαπραγματευθεί με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στα πλαίσια του θέματος μας. Το σημαντικό είναι, πως εκφράζει προ πάντων τις ιστορικές-κοινωνικές και οικονομικές συσχετίσεις, ως διαλεκτικές διαδικασίες. Εντός της ιστορίας είναι ακριβώς που τελείται η είσοδος του θεού-πνεύματος μέσα στο πεπερασμένο(Verendlichung) και στον χρόνο(Verzeilichung), „η κένωση του στον χρόνο”, η οποία είναι ταυτόχρονα η έκπτυξη και αντανακλούσα διείσδυση του εσωτερικού του πλούτου, και με τον τρόπο αυτό ο αναγκαίος δρόμος προς την τελειότητα του η οποία γνωρίζει τον εαυτό της, και η οποία επιτυγχάνεται εντός της απόλυτης γνώσης της φιλοσοφίας. Έτσι ο Hegel είναι σε θέση να αναπτύξει την φιλοσοφία της ιστορίας ως μια γνωστικιστική θεοδικεία67. Αυτό που συγκλονίζει τον παρατηρητή της πορείας της ανθρωπότητος-η δύναμη του κακού, η προσωρινότητα του ωραίου και ευγενούς-είναι, ως συνέπεια της εισόδου στο πεπερασμένο και το χρονικό, απλά ένα αρνητικό(ein Negatives). Αυτό είναι μεν αναγκαίο, αλλά και υπερβαίνεται αναγκαίως

ERNST TOPITSCH--ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (3) ΤΥΠΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΥΠΙΚΗΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ ΔΙΑΛΥΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΙΣΤΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΟΥΝ ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ.



Ο Oetinger, όπως και οι γνωστικοί, διδάσκει πως η ορατή δημιουργία (die Schöpfung) (καταβολή)50, προήλθε μετά από μια πτώση από το αόρατο (das Unsichtbare). Ο άνθρωπος όμως μπορεί να λυτρώσει την φύση, γιατί όταν γίνεται ένα με τον Θεό51, τότε δύναται να εκδηλώσει το υψηλότερο πνεύμα. Ο θεόσοφος από την Σουαβία (Schwaben, κεντρική περιοχή της Νότιας Γερμανίας), θεωρεί πως η πορεία της γνώσης, ακολουθεί το θεμελιώδες σχήμα, πρόοδος και επιστροφή. Οι διατυπώσεις του είναι σαφώς παράλληλες προς το πιο πάνω αναφερθέν τμήμα από τον Scotus Eriugena.“Itaque totum primo.. „52. Η γνώση λοιπόν του όλου (das Ganze) οδηγεί στα επιμέρους τμήματα, και πάλι πίσω στην ενότητα-μονάδα (die Einheit), με τέτοιο όμως τρόπο, ώστε τα τμήματα να έχουν τον συγκεκριμένο τους τόπο μέσα στο όλο. Η θεώρηση αυτή παραπέμπει σε εκείνη του Hegel:“η κίνηση της έννοιας„ στον Hegel, οδηγεί από την άμεση αφηρημένη ενότητα-μονάδα, μέσω της διαμεσολάβησης συγκεκριμένων ιδιοτήτων σε μια συγκεκριμένη ενότητα-μονάδα. Οδηγεί επίσης από το άδειο καθαρό είναι, που είναι το τίποτα, στο γίγνεσθαι, και μέσω του πλήθους των κατηγοριών, στην απόλυτη ιδέα, που όμως δεν είναι κάτι που ανήκει στο επέκεινα, αλλά ήταν από την αρχή εκεί, και κατά την διαδικασία εξεπτύχθη.

Ο Oetinger όμως, μέσω του δασκάλου του Johann Albrecht Bengel (πέθανε το 1752), συνδέεται με την εσχατολογική αντίληψη της ιστορίας (όπως αυτή εκφραζόταν από τον σουαβικό πιετισμό), και κατά συνέπεια με τις παραδόσεις που πηγάζουν από Gioacchino da Fiore53. Αν ο εσχατολογικός χαρακτήρας της νεότερης Καμπάλας εξηγείται ως αντίδραση στον διωγμό από την Ισπανία, ο εσχατολογικός χαρακτήρας των “Σουάβων πατέρων” είναι το αποτέλεσμα των συνεχών εισβολών των Γάλλων, της αυξανόμενης πίεσης από πλευράς της Αντιμεταρρύθμισης, αλλά και της διείσδυσης του άθεου Διαφωτισμού. Η εσχατολογική συνείδηση του Bengel θεωρεί την ισχυρή, ίσως στα μέγιστα πια όρια της, επέλαση του κακού κατά την εποχή του, ως απόδειξη της εγγύτητος της Βασιλείας του Θεού. Μάλιστα ο ηγούμενος από το (Denkendorf,ο Bengel δηλ.) είχε υπολογίσει βάσει της Αποκάλυψης του Ιωάννου, πως η Δευτέρα Παρουσία θα λάμβανε χώρα το 1836. Έτσι τελειώνει η ιστορία, που για τον Bengel (ο οποίος από πολλές απόψεις ακολουθεί την διαθηκική θεολογία, Föderaltheologie, Covenant theology, του Coccejus) παριστάνει την αυτοαποκάλυψη του Θεού, ως διαλεκτικό δράμα, όπου λαμβάνει χώρα η “ανατροπή” από την βασιλεία του κακού στην βασιλεία του Θεού. Δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί, πως το θεολογικό αρχέτυπο της μεταφυσικής της ιστορίας, όπως το εξέφρασαν οι Σουαβοί ιδεαλιστές, είναι ακριβώς η σύνδεση που κάνει ο Bengel, της ιδέας μιας προοδευτικής εμπλοκής της θεϊκής οικονομίας της σωτηρίας με την διαλεκτική ιδεολογία των καταπιεσμένων. Την θέση αυτή στηρίζει το γεγονός πως, τόσο στον Hegel όσο και στον Schelling, συνεχίζεται η σύνδεση της διαλεκτικής της ιστορίας με το πρόβλημα του κακού.

Οι υποθέσεις περί “χρυσής εποχής”, περί της προκειμένης “χιλιετούς βασιλείας” και της τελειωμένης (ολοκληρωμένης) κοινωνίας η οποία θα την χαρακτηρίζει, παίρνουν στον Oetinger συγκεκριμένες μορφές. Η βασιλεία του Θεού έχει ένα ιδιαίτερα δημοκρατικό χαρακτήρα(ως συνέπεια της αντίστασης των πιετιστών εναντίων του ολοκληρωτισμού και της κρατικοποιημένης εκκλησίας) : όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, η ιδιωτική περιουσία θα καταργηθεί. Η εξουσία και το χρήμα δεν χρειάζονται. Αυτή η “άρση(κατάργηση) του κράτους” και η αντικατάστασή του από ένα είδος κομμουνιστικής ιδανικής κοινωνίας, είναι μια πρόγευση του Μαρξ, παρόλα τα χριστιανικά χαρακτηριστικά της. Στον Μαρξ αντίθετα φαίνεται σαφώς, πως πρωτόγονα θρησκευτικά, εσχατολογικά στοιχεία είναι ακόμα ζωντανά, παρόλη την εκκοσμίκευση και την φαινομενικά καθαρά υλιστική θεμελίωση της κοινωνιολογίας του54.

ERNST TOPITSCH--ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (2) ΤΥΠΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΥΠΙΚΗΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ ΔΙΑΛΥΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΙΣΤΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΟΥΝ ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ.



Αυτά τα μοτίβα αναπτύσονται στην διδασκαλία, ότι ο θεός όχι μόνο τις ψυχές, αλλά και ολόκληρο τόν κόσμο, βγάζει από τον εαυτό του και τα τοποθετεί κατόπιν απέναντι από τον εαυτό του. Ο τόσο αποξενωμένος από τον θεό κόσμος είναι γεμάτος κακό, πόνο και ενοχή, αλλά παραμένει, έστω και στην αποξένωση του αυτή από το Urgrund, ακόμα θεϊκός25. Η κατάσταση του είναι κατά κάποιον τρόπο μόνο ένα αναγκαίο αρνητικό ενδιάμεσο στάδιο πάνω στον δρόμο προς την σωτηρία του, την επιστροφή και επαναπρόσληψη του στο κοσμικό θεμέλιο ή η συμφιλίωση με τον εαυτό του, ακόμη καί άν είναι αποκομμένος από τόν θεό. Αυτό το σχήμα της προόδου(ελλ) και επιστροφής(ελλ)26, της „extension et reabsorption“27 έπαιξε ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην Γνώση και τον Νεοπλατωνισμό, και διαμέσου των αιώνων διατηρήθηκε από τις παραδόσεις που προήλθαν από αυτά τα πνευματικά ρεύματα.

Ενώ η Γνώσις προσπαθεί να επιτύχει την σωτηρία των ατόμων με την έννοια της φυγής από τον κόσμο και οι γνωστικοί κλείνονται μόνο περιστασιακά σε κοινότητες αναζητητών τής σωτηρίας, ο Αποκαλυπτισμός περιμένει μια τελική μεταμόρφωση του κόσμου και συνδέεται συχνά με πολύ ενεργά θρησκευτικό-πολιτικά κινήματα. Οι αποκαλυπτικές και εσχατολογικές θεωρήσεις των Εβραίων βρίσκονται σε άμεση συνάφεια με τους αγώνες τους εναντίον των Σελευκιδών και αργότερα των Ρωμαίων. Όσο η πραγματική θέση στους άνισους αγώνες χειροτέρευε, τόσο εντονότερη γινόταν η ανάγκη για ελπίδα και εκδίκηση στον νικηφόρο αντίπαλο, και αυτή η ανάγκη ικανοποιείτο φανταστικά παράγοντας τόν Αποκαλυπτισμό. Όπως και η Γνώσις, ήταν και αυτός πεπεισμένος ότι ο κόσμος στην παρούσα του μορφή ήταν σάπιος, αλλά στην αύξηση του κακού δεν έβλεπε τόσο πολύ μια υπενθύμιση προς ΄΄εσωτερικότερο΄΄ αυτοστοχασμό, ως εγγύηση πως αυτή η κοσμική εποχή τελειώνει και πλησιάζει το τέλος του χρόνου, στο οποίο ο θεός αποκαθιστά την δικαιοσύνη και δικάζει τους εχθρούς του καλού28. Έτσι το παρόν, καταπιεστικό κακό εμφανίζεται στην αποκαλυπτική και γνωστική σκέψη ως ένα αναγκαίο αρνητικό ενδιάμεσο στάδιο πάνω στον δρόμο προς την τελική επιτυχία της σωτηρίας· το κακό μπορεί χωρίς δυσκολία να τοποθετηθεί στο θεϊκό σχέδιο ή την θεϊκή διαδικασία σωτηρίας, βάσει του οποίου εκτυλίσσεται το κοσμικό γίγνεσθαι.

ERNST TOPITSCH--ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ ΤΥΠΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΥΠΙΚΗΣ ΝΟΟΤΡΟΠΙΑΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΣΗΜΕΡΑ ΔΙΑΛΥΟΥΝ ΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΙΣΤΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΟΥΝ ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΖΟΝΤΑΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ.



Στο αξιοπρόσεκτο βιβλίο του „ Το λεξικό της πολιτικής“ (The vocabulary of politics), διαφοροποιεί ο T.D.Weldon μεταξύ του „Μαρξ ιδιοφυΐας“ και της „πολύ λιγότερο εποικοδομητικής μορφής, Μαρξ ο κομμουνιστής θεολόγος“. Αν στα επόμενα ασχολούμαστε σχεδόν αποκλειστικά με το δεύτερο, δεν πρέπει με κανένα τρόπο η σύνεση και τα κατορθώματα- που εν μέρει είναι μέχρι σήμερα άγνωστα και μη εξαντλημένα- του να υποτιμηθούν ή να απορριφθούν.

Φαίνεται πως για διάφορους λόγους- επιστημονικούς-θεωρητικούς και πολιτισμικούς-πολιτικούς -είναι σκόπιμο, να επεξεργαστούμε Μυστικιστικά στοιχεία που δρούν στον Μαρξισμό, και έτσι να τα αποσπάσουμε από τον εντελώς διαφορετικό τρόπο σκέψης των μοντέρνων επιστημών. Από την μια, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η απαίτηση των μαρξιστών πως αντιπροσωπεύουν μια, ή απλώς την επιστημονική αντίληψη του κόσμου, από την άλλη, πολλές συζητήσεις που έγιναν στη δύση αλλά και στην Γερμανία για τον ιστορικό και διαλεκτικό υλισμό, γράφτηκαν από οπτικές γωνίες που ριζώνουν σε ακόμα πιο βαθιές Μυστικές παραστάσεις, και που ξεπεράστηκαν από τις επιδόσεις και την ιδιοφυΐα του Καρλ Μαρξ. Μια τέτοια συζήτηση μόνο τότε μπορεί να θεωρηθεί καρποφόρος, όχι μόνον όταν προσπαθεί να αναπαλαιώσει προμαρξιστικές ιδεολογίες, αλλά όταν γίνεται με βάση μιας επιστημονικής θεώρησης του κόσμου που έχει ήδη προσλάβει το περιεχόμενο της μαρξιστικής γνώσης. Αν οι προσπάθειες του δεύτερου είδους είναι σπάνιες στο γερμανικό έδαφος, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, τα πιο προβληματικά στοιχεία του μαρξισμού προέρχονται από συγκεκριμένες τυπικές γερμανικές παραδόσεις μεταφυσικής σκέψης, οι οποίες-αν και σε πολύ εκλεπτυσμένη μορφή- είναι ακόμα και σήμερα σ εμάς ενεργές και δυσκολεύουν την εξάπλωση ενός επιστημονικού στιλ στην φιλοσοφία. Η δύναμη αυτών των παραδόσεων είναι στενά συνδεδεμένη με την πολιτική και κοινωνική ιδιαίτερη μοίρα του λαού μας στην σύγχρονη εποχή. Ενώ η Αγγλία και η Γαλλία εδραιώθηκαν ως ισχυρά εθνικά κράτη, και πέτυχαν ένα σημαντικό σε αριθμό και επιρροή κοσμικό μορφωτικό επίπεδο, μια παρόμοια ανάπτυξη παρεμποδίστηκε στις γερμανικές χώρες λόγω οικονομικής αδυναμίας και πολιτικής διάσπασης, ακόμα από την εποχή του τριακονταετούς πολέμου. Έτσι, ως κύριος πολιτισμικός παράγοντας, μέχρι και τον περασμένο αιώνα, παρέμεινε το σπίτι του ευαγγελικού ιερέα: ένα σημαντικό μέρος των ηγετικών φιλοσόφων και ερευνητών των πνευματικών επιστημών προέρχεται από το σπίτι αυτό. Σ' αυτό προστέθηκε το γεγονός ότι στις περιοχές των ευαγγελικών διάφορα νεοπλατωνικά-γνωστικιστικά, ακόμα και καββαλιστικά επηρεασμένα ρεύματα, που μέσω του σχολαστικισμού και της αυστηρότερης εκκλησιαστικής διοίκησης των καθολικών είχαν καταπιεστεί, συνέχιζαν να ζουν ή επανήλθαν στη ζωή. Η γερμανική σκέψη λοιπόν ακόμα και στην έξοδο του 18ου αιώνα προμηθευόταν κατά μεγάλο μέρος το υλικό της από πηγές που ανάβλυζαν από προεπιστημονικά επίπεδα της συνείδησης². Αυτή η εσωτερική αποξένωση απέναντι στο πνεύμα του επιστημονικού και πολιτικού διαφωτισμού υψώθηκε ως συνειδητή άμυνα, όταν οι ιδέες της γαλλικής επανάστασης μαζί με τα εχθρικά στρατεύματα, εισέβαλαν στον ρεμβασμό των γερμανικών πριγκιπάτων. Θρησκευτικά, δυναστικά και εθνικά μοτίβα συνενώθηκαν πάνω στην βάση ενός αυτόχθονου συντηρητισμού εναντίον του νέου τρόπου σκέψης, στον οποίο μια ιδιωτική χριστιανό-γερμανική αντίληψη για τον κόσμο και την ζωή έπρεπε να εναντιωθεί. Αυτός ο „αντιδιαφωτισμός“, όπου δρούσαν μαζί, όχι άνευ αμοιβαίων εντάσεων3, η πολιτικό-δογματική αναπαλαίωση, η ρομαντική τέχνη και η ιδεαλιστική φιλοσοφία, είχε γίνει σε τέτοιο βαθμό „γερμανική ιδεολογία“, ώστε για πολύ καιρό, μόνο λίγοι στοχαστές μπόρεσαν να αποσπαστούν από την επιρροή του4.

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΝΕΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ (6) Σύνθεση Χριστολογίας και πνευματολογίας στο έργο του Μητρ. Περγάμου Ζηζιούλα (5)


 
ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ
Οι Θεολογικές διαστάσεις της σύνθεσης. 
«Η σύνθεση αυτή αφορά κυρίως την θεία Οικονομία και έχει καίριες επιπτώσεις στη ζωή και στην διοργάνωση της Εκκλησίας. Πηγή της συνθέσεως αυτής είναι η ίδια η θεολογία της Αγίας Τριάδος, στην οποία η προσωπική ετερότητα δεν αντιμάχεται την ενότητα και την κοινωνία». Δεν είναι ήδη απίστευτο το θράσος; Η καταστροφή που φέρει στην πίστη, και μάλιστα σε ολιγόπιστους και σε ημιμαθείς οι οποίοι προσπαθούν να σκεφθούν διά προσωποποιήσεων!; Καταργήθηκε η ουσία και το ομοούσιον, η ταυτόχρονη ύπαρξη των υποστάσεων, και στην θέση της νοείται σαν μοναδικό περιεχόμενο της Αγίας Τριάδος το Άγιο Πνεύμα, το οποίο υπερβαίνει σαφώς τα όρια μίας υποστάσεως, με απώτερο σκοπό να μειώσει τον Κύριο, για να πάρουν την θέση Του οι Επίσκοποι. Μία θεολογία η οποία έχει σαν συστατικό της στοιχείο την αντίθεσή της σε κάποια άλλη θεολογία. Συγκεκριμένα του Αυγουστίνου: «Το κύριο χαρακτηριστικό της οντολογίας τού οποίου ήταν η νοητική απολυτοποίηση της ενότητος της ουσίας σε βάρος της αλήθειας των προσώπων, της αλήθειας για την ενότητα ως προσωπική κοινωνία». Χρ. Γιανναρά, Αλήθεια και ενότης της Εκκλησίας σ 132. «Με το Filioque υποδηλώνεται η άρνηση να διακριθή η προσωπική αρχή της διαφοροποίησης των ιδιωμάτων των Θείων Υποστάσεων, που είναι μόνη η Υπόσταση του Πατρός, προκειμένου να δοθή η προτεραιότητα στην ενότητα της Θείας ουσίας». Στην Σελ 133 του ιδίου! 

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΝΕΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ (5) Σύνθεση Χριστολογίας και πνευματολογίας στο έργο του Μητρ. Περγάμου Ζηζιούλα (4) ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ.



Η Εκκλησιολογία. 

 «Αν η Δύση έχει διακρίνει ριζικά την εσχατολογική προσέγγιση από την ιστορία, η Ορθόδοξη παράδοση διά τής Ευχαριστίας βιώνει το παράδοξο αυτό μυστήριο!». Η Δύση. Δηλαδή οι προτεστάντες, οι οποίοι διακρίθηκαν από την Λατινική κακοδοξία, την ιστορική Εκκλησία ή την είσοδο του Χριστού στην ιστορία. Η μόνη διαφορά της Ορθοδοξίας είναι ότι βιώνει τον Προτεσταντισμό. «Η Εκκλησία, οσάκις τελεί την Θ.Ευχαριστία, είναι η εν χρόνω και τόπω απεικόνιση και κοινωνία των εσχάτων». Όταν δεν τελεί την Θ.Ευχαριστία, τι είναι; Η μεγάλη φαγούρα μέχρι την επόμενη τέλεση; Όταν η Εκκλησία των Πατέρων ομολογεί την αγάπη του Πατρός, την χάρη του Κυρίου και την Κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, δεν εννοεί τα έσχατα! Αλλά τα πρώτα. Την μετάνοια, την πύλη της Βασιλείας, τον Κύριο. Ο Ζηζιούλας προσπάθησε να διακρίνει την μάσκα, το προσωπείο των ηθοποιών από το πρόσωπο και τελικά, την μάσκα που αφαίρεσε από τον άνθρωπο, την φόρεσε στην Θ.Ευχαριστία. Η Εκκλησία στο μυαλό του έγινε παράσταση. Μία τραγωδία με χάπι έντ. Το εκπληκτικό είναι ότι έχουν αγοράσει οι περισσότεροι Χριστιανοί εισιτήριο για τις παραστάσεις αυτές που δίνει ο Οικουμενισμός, οι πιο πλούσιοι σε χαρίσματα, όπως λέει και ο Ιερώνυμος. Οι πιο φτωχοί διαμαρτύρονται απ'έξω τηρώντας τους κανόνες και απαιτώντας δικαιοσύνη. Η Εκκλησία κατάντησε σήμερα να φανερώνεται, στις εικόνες που είδαμε να παίζουν έξω από τις αρρωστημένες παραστάσεις του Corpus Christi! Ο Άσωτος ευτυχισμένος από την υποδοχή της επιστροφής του, καταναλώνει χωρίς συνέπειες, όχι την σάρκα του, αλλά το corpus Christi, το σώμα της αγάπης, το οποίο δεν γνωρίζει καθαρά σε τι διαφέρει από το σώμα της επιθυμίας που κατανάλωνε μέχρι τότε, και ο πρεσβύτερος απογοητευμένος διαμαρτύρεται και διεκδικεί τα δικαιώματά του! 

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΝΕΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ (4) Σύνθεση Χριστολογίας και πνευματολογίας στο έργο του Μητρ. Περγάμου Ζηζιούλα.(3)


ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ


  Εκκλησιολογικές συνέπειες της σύνθεσης. 
Ας ξεκινήσουμε παρατηρώντας πώς βρισκόμαστε μάλλον σε μία περίπτωση η οποία παρουσιάζει κάποια προβληματική επαφή με το περιβάλλον. Και γι’αυτό σαν αντιστάθμισμα, ίσως για να καλύψει το πρόβλημα, επιμένει στην προσαρμογή στις ιστορικές συνθήκες, στήν νεωτερικότητα κ.τ.λ. Μέχρι τώρα μας έδειξε μέχρι εξαντλήσεως ότι η σύνθεση είναι η Εκκλησιολογία. Ότι ταυτίζονται, σύμφωνα και με την φιλοσοφία της ταυτότητος που νομίζει ότι υπηρετεί. Αυτό που λέγεται κοινώς, δηλ. να γίνουμε συνειδητοί Χριστιανοί. Ή η νεοελληνική ταυτότης. Η σύγχρονη κενολογία, την οποία διαδίδει η σημερινή διανόηση, διότι είναι δωρεάν, δεν απαιτεί τίποτε ούτε η πρόσληψη, ούτε η διάδοση, ούτε η επιβεβαίωση. Είναι αέρας κοπανιστός. Διότι αφορά το Εγώ και σημαίνει ότι μπορώ να συνειδητοποιήσω κάτι χωρίς αυτό το κάτι. Ότι είμαι Χριστιανός, χωρίς να είμαι Χριστιανός.Ας τό πούμε διαφορετικά, εάν κάποιος είναι σοφός ,και κατόπιν συνειδητοποιήσει ότι είναι σοφός, τι θα αλλάξει; Θα γίνει πιο σοφός; Ή συνείδηση ζει μέσα στον χρόνο και προηγείται κάθε πράγματος, δηλαδή κάθε πραγματικότητος, δηλαδή κάθε ποιότητος. Προ-ηγούμαι σημαίνει ότι εξασκούμαι σ’αυτά που έχω, με αυτά που έχω, για να εξουσιάσω. Τον χρόνο και τους άλλους. Όμως η αλήθεια, όπως και ο Χριστιανισμός δεν είναι δικά μου. Δεν μπορώ να τα έχω. Πρέπει να με αποκτήσουν, να γίνω δικός τους, με τους όρους τους. Έτσι π.χ. Σωκράτης, δεν είναι το Οικογενειακό του όνομα, αλλά το όνομά του έργου του. Όπως Μάξιμος ο Ομολογητής, Γρηγόριος ο Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης. Η συνείδηση είναι η κληρονομιά και η επιβίωση της Σοφιστικής. Σήμερα αυτή η αυτοκρατορία του αίματος κατανοείται σαν πνευματικότης. Η δύναμις σαν Αρετή. Η σοφία έγινε ξανά Χριστιανική, σοφιολογία και Εκκλησιολογία. Ξεχάσαμε όλοι μας την εν Χριστώ μωρία.Οι Ελληνες συνεχίζουν νά ζητούν σοφία καί οι Εβραίοι σημεία. Ας δούμε λοιπόν τι αέρα θα μας κοπανήσει στα μούτρα ο Γιαγκάζογλου. 

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΝΕΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ (3) Σύνθεση Χριστολογίας και πνευματολογίας στο έργο του Μητρ. Περγάμου Ζηζιούλα.(2)



ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ.  
Ας συνεχίσουμε την ανίχνευση του κειμένου, που αν γνωρίζαμε τι πιστεύουμε, ή έστω τι διαβάζουμε, θα μπορούσαμε να δούμε ότι είναι μία από τις μεγαλύτερες ντροπές για την θεολογία μας. 
Συνεχίζει λοιπόν: «Αν ο Χριστός είναι πλέον μετά την πεντηκοστή, μία "συλλογική προσωπικότητα" η οποία συνέχει και ζωοποιεί άρρηκτα τους πολλούς, τούτο γίνεται πραγματικότητα εντός της ιστορίας διά του Αγίου Πνεύματος. Η Εκκλησία υπάρχει γιατί είναι μόνο το Σώμα του Χριστού». Επομένως και η Θεολογία της, ιδιαιτέρως της ομάδος του Ζηζιούλα, είναι Θεολογία του σώματος, όπως λέει και ο Λουδοβίκος. Διότι το πεδίο ζωής, ο στίβος του σώματος είναι η ιστορία. Πώς διακρίνεται η σάρκα από το σώμα στην ιστορία; Από την προσωπικότητα. Όποιος διαθέτει πρόσωπο, έχει νικήσει την σάρκα. Έχει μπεί στην ιστορία και την προωθεί ενεργητικά και δημιουργικά προς τα έσχατα! Εφόσον όμως η κίνηση στην ιστορία εξαρτάται από την φιλοδοξία, και ο κοσμικός άνθρωπος παλεύει στην ιστορία για το πρωτείο του και για το αλάθητό του, ο Χριστιανός πώς μπορεί να τον ανταγωνιστεί; Ο Πλάτων δεν εκμηδένισε θεωρητικά, εν τη αληθεία, την Σοφιστική; Και όμως τίποτε δεν την εμπόδισε να επικρατήσει ολοκληρωτικά στην ιστορία. Και έτσι ο Χριστιανός εκκοσμικεύεται και η ιστορική εκκλησία η οποία θεμελιώνει τον Οικουμενισμό είναι η εκκοσμίκευση της πίστεως. Ο Ζηζιούλας, όπως και οι οργανώσεις πρίν από αυτόν, βρήκαν τον τρόπο να ξεγελάσουν τον εαυτό τους ότι είναι δυνατόν να υπηρετεί κάποιος δύο αφέντες. 

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΝΕΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ (2) ΣΥΝΘΕΣΗ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΓΙΑΓΚΑΖΟΓΛΟΥ.


Ας δούμε λοιπόν τι σημαίνει Χριστολογία, στην γλώσσα των Οικουμενιστών. Είναι καθολικής, Λατινικής εμπνεύσεως και σημαίνει την κυριαρχία στην Θεολογία των ιστοριοκρατικών τάσεων, που με τον συνδυασμό της παραδοσιακής έμφασης και προσήλωσης στην θεσμική οργάνωση του εκκλησιαστικού βίου, διαμορφώνει μία Εκκλησιολογία η οποία καθορίζεται μονομερώς από την Χριστολογία. Από τον αντιπρόσωπο, τον μοναδικό αντιπρόσωπο του Χριστού στην Γή. Τον Ένα. Στην Ορθοδοξία έχουμε τους πολλούς. Τον κλήρο. Το Άγιο Πνεύμα πάντως διαδραμάτιζε ρόλο υποβοηθητικό και σχεδόν διακοσμητικό, αφού η Εκκλησία θεωρήθηκε μία απλή βιολογική προέκταση του ιστορικού Χριστού [κληρονομούμενη], πάνω στην οποία δομήθηκε ο θεσμός της Εκκλησίας

Οι Ορθόδοξοι Σλαβόφιλοι θεολόγοι όμως, εκπαιδευμένοι στον Προτεσταντισμό, εντόπισαν το πρόβλημα και κατηγόρησαν την Δύση για Χριστομονισμό [Δυστυχώς αυτή η κενολογία είναι η σημερινή Θεολογία], θεωρώντας ότι η Ορθοδοξία είναι η Εκκλησία του Αγίου Πνεύματος. [Χαριτωμένοι Θεολόγοι]. Έτσι γεννήθηκε η Πνευματολογία. Το άλλο άκρο! Θύμα αυτής της πνευματολογίας, σύμφωνα με τον Γιαγκάζογλου, υπήρξε ο Ρωμανίδης, ο συμφοιτητής του Ζηζιούλα, με τον οποίο όμως συνδέεται διά ισχυρής λυκοφυλίας, ο οποίος γέννησε στην Ορθοδοξία το φαινόμενο του Γεροντισμού που παρεμποδίζει το έργο της ενορίας (της ανύπαρκτης). [Στην πραγματικότητα το ένδυμα του Γεροντισμού το φόρεσαν οι Ιερείς, ο κληρικαλισμός, για να μην χάσουν τα προνόμιά τους]. 

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ, ΤΟ ΝΕΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ




Ιστορικά ανεγνωρίσθη το μοιραίο λάθος του κομμουνισμού, ο οποίος προσπάθησε να αλλάξει τον κόσμο χωρίς την προηγούμενη αλλαγή του ανθρώπου. Ο Οικουμενισμός είναι η προσπάθεια αλλαγής του ανθρώπου. Γι’ αυτό και στηρίζεται στην ανθρωπολογία. Ο Κομμουνισμός στηρίχτηκε στο σύστημα και στην μέθοδο του Χέγκελ. Ο Οικουμενισμός βασίζεται και αυτός στον Χέγκελ. Από τον Χέγκελ πηγάζει και η σύγχρονη εσχατολογία. ΤΟ ΤΕΛΟΣ, Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ. Ο οικουμενισμός ξεκινά από τους Ρώσους διανοούμενους, οι οποίοι ωρίμασαν διανοητικά με τον Γερμανικό ιδεαλισμό, υπηρέτησαν με πάθος την καταστροφική κομμουνιστική ουτοπία και αντέστρεψαν το κέντρο της, πίστεψαν ότι η αλλαγή μπορεί να προέλθει μόνον από την πίστη, όχι από την εργασία. Αυτοί οι Ρώσοι Θεολόγοι της διασποράς θεμελίωσαν και την Β' Βατικάνειο σύνοδο, η οποία ανέλαβε την πραγματοποίηση αυτής της αλλαγής της πίστεως. 
 
Σήμερα η αλλαγή αυτή κατέκτησε τους νεαρούς Έλληνες θεολόγους μέσω των γραπτών του Γιανναρά και του Ζηζιούλα και δρομολογείται από τον Βαρθολομαίο. 

Το κεντρικό σημείο της ανθρωπολογίας του Γιανναρά είναι η ερμηνεία του προσώπου σαν τρόπου ζωής, κατ’αναλογίαν των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδος που είναι τρόποι υπάρξεως! Δεν μας είπε μέχρι σήμερα ποιος είναι ο τρόπος υπάρξεως του Πατρός και πώς τον γνώρισε! Εάν είναι η αγάπη, τότε δεν είναι των υπολοίπων; Αγάπη είναι μήπως, ότι φέρνει στην ύπαρξη τον Υιό και το Πνεύμα; Ότι τους δίνει το Είναι; Υπάρχει δηλαδή ο χρόνος ανάμεσα στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος; Εάν δεν υπάρχει και είναι παρ’όλα αυτά Πατήρ, είναι διότι δεν ενσαρκώθη και επομένως αυτός ο άγνωστος και αόρατος Θεός, όπως τον δίδαξε ο Βαρλαάμ ακολουθώντας τον Αυγουστίνο, υποστηρίζει τους άπειρους τρόπους της αγάπης, την απόλυτη ελευθερία, την ουσία του ανθρώπου σύμφωνα με τον Γερμανικό ιδεαλισμό; Αγάπα και κάνε ό,τι θές; 

Που ευρίσκονται αι ψυχαί μετά θάνατον;










   Όλοι έχουμε απορίες σχετικά με την μετά τον θάνατο ζωή. Που πάνε οι ψυχές; Πως χωρίζονται οι ψυχές των δικαίων...

  

Όλοι έχουμε απορίες σχετικά με την μετά τον θάνατο ζωή. Που πάνε οι ψυχές; Πως χωρίζονται οι ψυχές των δικαίων και των αμαρτωλών; Απολαμβάνουν τα αγαθά του Παραδείσου; Προγεύονται του Παραδείσου η της κολάσεως; Γνωρίζονται μεταξύ τους; Γι’ όλα αυτά και για όλες μας τις απορίες αυτές, υπάρχουν απαντήσεις σε πολλά σημεία του Ευαγγελίου, καθώς και οι Απόστολοι μας μίλησαν, αλλά και οι Πατέρες μας δίδαξαν.
•Τι είπε ο ληστής, όταν ήταν πάνω στο Σταυρό; «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. ΚΓ 42). Και ο Κύριος απάντησε: «Σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω» (Λουκ. ΚΓ 43). Δηλαδή, σήμερα θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο. Υπάρχει ο Παράδεισος, υπάρχει η βασιλεία των ουρανών, όπου δεν υπάρχει τέλος «Και της Βασιλείας Αυτού ουκ έσται τέλος» (Λουκ. α  33).
•Ο δε Απόστολος Παύλος τονίζει: «Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» (Εβρ. ιγ 14). Δηλαδή, δεν έχουμε εδώ μόνιμη και διαρκή Πατρίδα και πόλη, αλλά με πόθο επιζητούμε την μέλλουσα, την ουράνιο Ιερουσαλήμ.

Και παρακάτω:

«Και ούτοι πάντες, μαρτυρηθέντες δια της πίστεως, κρείττόν τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσιν» (Εβρ. ια  39-40). Οι Άγιοι Πάντες, λέγει, καίτοι αποδείχθησαν με την πίστη τους άξιοι, εν τούτοις δεν έλαβαν, όλα όσα τους υπεσχέθη ο Θεός. Γιατί; Διότι ο Θεός προέβλεψε κάτι καλύτερο για μας: Να μη πάρουν δηλ. αυτοί μόνοι τους τον τέλειο μισθό, χωρίς εμάς. Αλλά να πάρουν πλήρη το μισθό τους, μαζί με μας, όταν θα φθάσουμε και εμείς εκεί: Ζουν βεβαίως ευτυχισμένοι τώρα. Αλλά τον τέλειο μισθό δεν τον έλαβαν ακόμη. Θα τον λάβουν μαζί με μας κατά την Δευτέρα Παρουσία



•Ο Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος παρατηρεί:

Όσο πλησιάζει το τέλος του παρόντος κόσμου, τόσο και η παρουσία του μέλλοντος φανερώνεται σιγά-σιγά με ολοφάνερα σημεία. Επειδή δηλαδή, στην παρούσα ζωή, δεν δυνάμεθα να διακρίνουμε ο ένας τους διαλογισμούς του άλλου, ενώ στην μέλλουσα ζωή θα βλέπουμε όλα, όσα έχουμε στην καρδιά μας να είναι και στις καρδιές των άλλων. Γι’ αυτό ο προσωρινός αυτός κόσμος μοιάζει με νύκτα, ενώ ο μελλοντικός μοιάζει με ημέρα».
•Ρώτησε ο Άγιος Μακάριος τον Άγγελο:

– Πες μου Άγιε Άγγελε, εάν οι άνθρωποι γνωρίζονται μεταξύ τους εις τον αιώνιον εκείνον κόσμον, μετά την κοίμησίν τους και τον «θάνατον τον σαρκικόν».

– Άκουσε, Άγιε Πάτερ, είπε ο Άγγελος. Όπως ακριβώς συμβαίνει εις τον κόσμον αυτόν, που οι άνθρωποι κοιμούνται από το βράδυ ως το πρωΐ, το δε πρωΐ σηκώνονται και γνωρίζουν όσους είχαν δη χθες και συν­ομιλούν και χαιρετά ο ένας τον άλλον και πολλές φορές κάθεται ο ένας κοντά στον άλλον και μαζί χαίρονται και συζητούν, έτσι γίνεται και εις τον κόσμον εκείνον. Ο ένας τον άλλον γνωρίζει και συνευφραίνεται και συνομιλεί. Διότι όπως πηγαίνει κάποιος στην αγορά και εκεί βλέπει άρχοντες και πτωχούς και ερωτά, ποίος είναι ο ένας και ποίος ο άλλος, κατ’ αυτόν τον τρόπον μανθάνει όσους δεν είχε δη ποτέ. Έτσι γίνεται και εκεί. Εννοώ, βέβαια, τους δικαίους, διότι οι αμαρτωλοί, και αυτό ακόμη το στερούνται.
•«Κάποτε διάβαζα», διηγείται ο Γέροντας π. Ιάκωβος Τσαλίκης, «το βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ και στο σημείο που έλεγε ο Άγιος ότι είδε τα σκηνώματα του Παραδείσου, «εν τη οικία του Πατρός μου πολλαί μοναί εισί», τότε λέω πως να είναι άραγε, Θεέ μου, αυτές οι Μονές; Ξαφνικά μου έπεσε το βιβλίο από τα χέρια και βρέθηκα σ’ ένα μέρος ωραιότατο. Μπροστά μου ήταν ένας δρόμος κατάφυτος με βιολέτες, όλες το ίδιο ύψος και πυκνοφυτευμένες, ευωδιαστές και δίπλα μου σκεκόταν ένας Γέροντας, ο Άγιος Δαβίδ ήταν. Ήθελα να προχωρήσω και δίσταζα να μη σπάσω τα λουλούδια. Έλεγα μάλιστα ποιός τα φύτεψε τόσο πυκνά. Αν ήταν λίγο αραιότερα θα έβαζα το πόδι μου ανάμεσα και δε θα τα έσπαζα και δίσταζα να προχωρήσω. Τότε μου λέει ο Γέροντας.

–Προχώρα, προχώρα, προχώρα, πάτερ Ιάκωβε, μη φοβάσαι τα λουλούδια αυτά δεν είναι σαν και κείνα που ξέρεις, δε σπάζουν.

Καθώς προχωρούσα λοιπόν τα πατούσα και δεν σπάζανε. Βλέπω δεξιά μου, ένα απότομο κατήφορο, χωματόδρομο πολύ επικίνδυνο και λέω:

–Τι δρόμος κατηφορικός είναι αυτός; Αν περάση κανένα αυτοκίνητο θα κινδυνεύψη.

Μου λέει ο Γέροντας:

– Εδώ πάτερ Ιακωβε, δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, άσ’ τον αυτόν το δρόμο, μη τον κοιτάζης καθόλου, εσύ βάδιζε το δρόμο που βαδίζεις.

Βαδίζαμε, λοιπόν, στον ανθισμένο αυτό δρόμο και λέω: «Ας κοιτάξω τι υπάρχει γύρω». Βλέπω κάτι ωραιότατα σπιτάκια, αραιοκατοικημένα, σαν παλατάκια, με τις περιφράξεις τους, με τις εξώπορτές τους, γεμάτα λουλούδια και ομορφιά και φως, αλλά ήταν εντελώς άδεια, δεν υπήρχε κανείς άνθρωπος μέσα. Λέω τότε στο Γέροντα που με συνόδευε:

–Γέροντα, τι ησυχία και τι ομορφιά είναι αυτή; Ας είχα και εγώ ένα τέτοιο σπιτάκι να κάθωμαι στην ησυχία, να κάνω την προσευχή μου, γιατί εγώ είμαι άνθρωπος της ησυχίας.

Τότε σήκωσε ο Γέροντας το χέρι του και μου έδειξε το σπιτάκι που ήταν για μένα. Αμέσως όμως βρέθηκα στο κελλί μου, και είπα:

–Γιατί ξαναγύρισα σ’ αυτόν τον κόσμο; Αχ να μη ξαναγύριζα, αλλά να έμενα για πάντα εκεί!

Είθε, Κύριε Ιησού Χριστέ, να αξιώσης και όλους εμάς που είχαμε την ευλογία να γνωρίσουμε τον δούλο Σου, το Μακαριστό Γέροντα Ιάκωβο, φεύγοντας από τον προσωρινό αυτόν κόσμο, να ζήσουμε σ’ εκείνες τις υπερκόσμιες Μονές με τις ευχές του, με τις πρεσβείες του Αγίου Δαβίδ και πάντων των Αγίων και  εξαιρέτως με τις μεσιτείες της Παναχράντου Σου Μητρός.

Ορθόδοξος Τύπος


πηγή: http://www.pentapostagma.gr/