Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΥΓΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΙΑΕΙΡΟΥ ΚΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΜΟΡΡΟΟΥΣΗΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ (Λουκ. 8,41-56)

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΥΓΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΙΑΕΙΡΟΥ ΚΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΜΟΡΡΟΟΥΣΗΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ (Λουκ. 8,41-56)



Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΥΓΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΙΑΕΙΡΟΥ
ΚΑΙ Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΑΙΜΟΡΡΟΟΥΣΗΣ ΓΥΝΑΙΚΟΣ
(Λουκ. 8,41-56)
Μιχαήλ Χούλη, Θεολόγου


Αμέσως μετά τη θεραπεία από τον Ιησού του δαιμονισμένου Γαδαρηνού, που φανερώνει ότι και οι δυνάμεις του σκότους είναι υπό τον έλεγχό Του, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή δωρίζει εκ νέου τη ζωή στη θυγατέρα του αρχισυνάγωγου Ιαείρου, αλλά και θεραπεύει χρονίως αιμορροούσα γυναίκα, αποκαλύπτοντας ότι είναι επίσης χορηγός της ζωής και μοναδικός ιατρός ψυχών και σωμάτων.
Ο άρχοντας Ιάειρος λοιπόν, που το όνομά του μεταφράζεται στα ελληνικά ως Φωτεινός, φωτίστηκε πραγματικά, και αφού πλησίασε προσκύνησε τον Χριστό ταπεινά και δημόσια, αναγνωρίζοντας Αυτόν ως απεσταλμένο του Θεού. Ο Ιησούς δεν αρνήθηκε την προσκύνηση –ενώ αργότερα ο Πέτρος θα αρνηθεί να τον προσκυνήσει ο εκατόνταρχος Κορνήλιος (Πράξ. 10,25-26) και ο άγγελος θα αρνηθεί να τον προσκυνήσει ο Ιωάννης, λέγοντάς του: «Τον Θεό να προσκυνήσεις» (Αποκ. 19,10). Έμμεσα εξάγεται έτσι ότι ο Ιησούς υπήρξε και είναι Θεάνθρωπος, αφού μόνο το Θεό επιτρέπεται να προσκυνά κανείς λατρευτικά. Ο Ιάειρος παρακάλεσε τον Ιησού να έρθει στο σπίτι του και να θεραπεύσει την μονάκριβη δωδεκαετή κόρη του, που βρισκόταν στα τελευταία της. Δεν είχε βέβαια τόση πίστη όσο ο Ρωμαίος εκατόνταρχος, που θεώρησε ότι και από μακριά μπορεί ο Ιησούς να θεραπεύσει τον ετοιμοθάνατο δούλο του (Λουκ. 7,7), αλλά δεν έπαυε ο Κύριος να αναζητεί ευκαιρίες για να τονώσει την ασθενική πίστη των ανθρώπων και δεν αρνήθηκε ποτέ αίτημα ταπεινού και πληγέντος από συμφορά ικέτη.
Όσο προχωρούσε ο Ιησούς ο λαός τον συνέσφιγγε, και εκείνοι που τον ακολουθούσαν τον πίεζαν ασφυκτικά. Τότε μια γυναίκα που υπέφερε από τα 12 χρόνια της από ακατάσχετη αιμορραγία, και είχε ξοδέψει χωρίς αποτέλεσμα την περιουσία της στους γιατρούς, πλησίασε από πίσω τον Χριστό για να μην Του γίνει αντιληπτή (επειδή ντρεπόταν, και μάλιστα εθεωρείτο από το Μωσαϊκό νόμο ακάθαρτη) και άγγιξε την άκρη του ενδύματός Του. Αμέσως τότε σταμάτησε η αιμάτινη ρύση της και θεραπεύτηκε. Ρώτησε τότε ο Ιησούς [(α) για να μην νομίσει η θεραπευθείσα ότι αποκρυφιστικώς και αορίστως υπέκλεψε την θεραπεία, (β) για να γνωσθεί, προς σωτηρίαν, στους παρευρισκόμενους η παντογνωσία και παντοδυναμία Του και (γ) για να ενισχυθεί και ο θλιμμένος αρχισυνάγωγος]: «Ποιος με άγγιξε;» Ενώ όλοι ηρνούντο ότι τον άγγιξαν (εννοείται ηθελημένα, με σκοπό τη θεραπεία), είπε ο Πέτρος (και οι υπόλοιποι μαθητές): «Διδάσκαλε, το πλήθος σε περικυκλώνει και σε συνθλίβει, και εσύ ρωτάς “ποιος με άγγιξε;”» Ο Ιησούς απάντησε: «Κι όμως, κάποιος με άγγιξε!» (Ο Κύριος εννοεί ότι τον άγγιξε με ζωντανή πίστη και καρδιακή αγάπη και όχι απλώς ότι κάποιος τον ακούμπησε). «Γιατί κατάλαβα», συνέχισε, «ότι ενέργεια θεραπευτική εξήλθε από εμένα» [Εκείνος είναι ως Θεός η πηγή και αιτία πάσης επουρανίου καθαρτικής και ιαματικής δυνάμεως. Έκτοτε, η θεραπευτική αυτή δύναμη του Κυρίου μεταδόθηκε και αποθησαυρίστηκε στην Εκκλησία και ενεργεί δια των μυστηρίων, εξεχόντως του αγίου Ευχελαίου, και δια της πίστεως των ζητουμένων (συν-ενέργεια προς σωτηρίαν)]. Όταν η γυναίκα κατάλαβε ότι δεν διέφυγε της προσοχής Του, ήρθε τρέμουσα (για τη δύναμή Του και τον αυστηρό χαρακτήρα του όχλου) και αφού γονάτισε με ευλάβεια μπροστά Του, ανακοίνωσε και προς το πλήθος το γιατί Τον άγγιξε, καθώς και την άμεση θεραπεία της. Ο Ιησούς τότε της είπε: «Έχε θάρρος κόρη μου» (Φαίνεται πόσο κοντά είναι στον πονεμένο άνθρωπο, αλλά την ονομάζει έτσι για να εξαλείψει επίσης τον φόβο της). «Διότι από πίστη με άγγιξες» (όχι από απλή περιέργεια). «Αυτή η πίστη σου σε έσωσε» (και σε θεράπευσε). «Πήγαινε στην ευχή του Θεού, με ειρήνη πλέον ψυχής και σώματος», κατέληξε ο Ιησούς.           
Ενώ μιλούσε ακόμη ο Ιησούς, ήρθε κάποιος από τους συγγενείς του αρχισυνάγωγου και του είπε: «Πέθανε η κόρη σου. Μην ενοχλείς άλλο τον διδάσκαλο». Όταν το άκουσε ο Ιησούς, απάντησε σ’ αυτόν και είπε: «Μη φοβάσαι, μείνε πιστός και θα σωθεί από το θάνατο η κόρη σου» (Η γνήσια πίστη, μαζί με τα έργα αγάπης, είναι συνεργία με το Θεό και ελκύει τη χάρη Του. Και στον ιατρικό άλλωστε κόσμο γνωρίζουν καλά την ανάγκη της θελήσεως του ασθενούς προς επιτάχυνση της θεραπείας του). Όταν έφτασε τελικά στην οικία, δεν άφησε ο Χριστός να μπει κανένας στο δωμάτιο της νεκρής, παρά μόνο τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, καθώς και τους γονείς της μικρής (Απαιτείται πνευματική ησυχία στην προσευχή, αλλά και αυτοί ήσαν οι κυρίως έτοιμοι να ωφεληθούν από το θαύμα, το οποίο εξάλλου θα μαρτυρούσαν και προς τους έξω). Όλοι οι οικείοι κτυπούσαν το στήθος τους και θρηνούσαν με κραυγές. Ο Θεάνθρωπος τότε τους είπε: «Μην κλαίτε, διότι δεν πέθανε το κορίτσι, αλλά κοιμάται» (όπως ‘Κοίμησις’ καλείται ο θάνατος και ‘Κοιμητήρια’ τα νεκροταφεία, αφού προσδοκώμεν “ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος”). Τον περιγέλασαν τότε οι παρευρισκόμενοι, διότι ήξεραν καλά πως το παιδί είχε ήδη πεθάνει. Δεδομένης επομένως της διαπίστωσης αυτής, το θαύμα καθίσταται αληθές και ο Ιησούς αποδεικνύεται Υιός Θεού, σαρκωθείς επί γης για τη λύτρωση και αιώνια ευτυχία μας.
Αυτός τότε, αφού έβγαλε έξω τους πάντες, έπιασε το χέρι της μικρής και φώναξε: «Κοριτσάκι, σήκω». Και επέστρεψε το πνεύμα της και ανεστήθη αμέσως. Αυτός τότε έδωσε οδηγία να της δώσουν να φάει κάτι (λόγω της εξασθένησής της). Το γεγονός πιστοποιεί: Το δισύνθετο του ανθρώπου, καθόσον επλάσθη εκ ψυχής και σώματος (Γέν. 2,1), ότι η ψυχή με τη Χάρη του Θεού παραμένει αθάνατος (Πράξ. 7,59) και ότι μπορεί να ανακληθεί με τη ζωοποιό δύναμη του Θεού (ο προφήτης Ηλίας ανέστησε λ.χ. νεκρό παιδί λέγοντας: “Κύριε Θεέ μου, κάνε σε παρακαλώ να επιστρέψει η ψυχή του παιδιού μέσα του”) (Γ΄ Βασιλ. 17,21). Έτσι θα συμβεί με την ανάσταση των νεκρών, κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, διότι: «σαλπίσει γαρ, και οι νεκροί εγερθήσονται άφθαρτοι» (Α΄ Κορ. 15,52), οπότε και θα ζήσουμε πλέον ψυχοσωματικά, όχι όμως βιολογικά, αλλά δια της Χάριτος ενωμένοι με τον Τριαδικό Θεό.     
Και εθαύμασαν υπερβολικά οι γονείς του κοριτσιού. Ο Χριστός όμως τους παρήγγειλε να μην φανερώσουν σε κανένα το γεγονός, καθότι πολλοί Ιουδαίοι τον φθονούσαν, ενώ, όσο αυξανόταν η αντίθεσή τους στον Ιησού, τόσο περισσότερο δυσκόλευαν το σωτήριο έργο Του.
 
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ:
Π.Ν. Τρεμπέλα, «Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον», εκδ. Ο Σωτήρ, Αθ. 1995
Μιχαήλ Γ. Χούλη, «Σύγχρονες αιρέσεις και παραθρησκευτικές λατρείες στην Ελλάδα», εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Ιούλιος 2002
 
 
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
27  ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2013


Read more: http://www.egolpion.com/66FD266F.el.aspx#ixzz2lpOa7HXt

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου